Ω3 | ΣΙΦΝΟΣ | τεύχος 2

Ένας χώρος τόσος δα, όπου αναδεικνύεται όμως η υψηλή γαστρονομία, έχει κάνει την εμφάνισή του τα τελευταία δύο χρόνια στον Πλατύ Γυαλό της Σίφνου. Με πτυχίο μοριακής βιολογίας, ο Γιώργος Σαμοΐλης, chief chef, μαζί με τον φίλο του Βασίλη Βλαχογεωργάκη αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν ένα fish bar στο κυκλαδίτικο νησί. Τρεις μπάρες με σκαμπό, μια ανάσα από τη θάλασσα, ηλιοβασίλεμα και αλμύρα συνθέτουν το σκηνικό στο Ω3. Τα πιάτα, βασισμένα στα θαλασσινά και στην ψαροφαγία,  συνοδεύονται από εκλεκτά κρασιά.

«Πηχτή» από κεφάλια ψαριών 

Ένα δροσερό καλοκαιρινό κρύο ορεκτικό, ιδανικό για την αξιοποίηση του πιο νόστιμου (για εμάς τους ψαροφαγάδες!) μέρους του ψαριού, δηλαδή του κεφαλιού.

ΥΛΙΚΑ

2 κιλά κεφάλια και κόκαλα ψαριών 
100 γρ. σέλερι
200 γρ. καρότο
400 γρ. κρεμμύδι
2 ροζ γκρέιπφρουτ
λίγα σχοινόπρασα
2-3 κλωνάρια θυμάρι
1 φύλλο δάφνης
λίγοι κόκκοι πιπεριών, ανάμεικτοι
λίγα κλωνάρια μάραθο
αποξηραμένα ή/και φρέσκα φύκια 
1 κ.σ. μαύρο σουσάμι
1 κ.σ. κύμινο 
2 φύλλα ζελατίνης, προαιρετικά 
αλάτι θαλασσινό 
περίπου 3 lt νερό 

ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Καθαρίζουμε το σέλερι, τα καρότα, τα κρεμμύδια και τα κόβουμε σε μικρά κομμάτια. Τα βάζουμε σε βαθιά και στενή κατσαρόλα με 2 λίτρα νερό, να βράσουν, σε χαμηλή φωτιά, για 30 λεπτά με το καπάκι κλειστό. Αφού παρέλθει ο χρόνος, προσθέτουμε τα κεφάλια (καθαρισμένα από βράγχια και λέπια) και τα κόκαλα των ψαριών και ακόμη 1 λίτρο νερό. Συνεχίζουμε το σιγοβράσιμο για 10 λεπτά, αφαιρώντας με τρυπητή κουτάλα τον καφετί αφρό που συσσωρεύεται στην επιφάνεια. Προσθέτουμε τη δάφνη, το θυμάρι, τον μισό μάραθο, τους κόκκους πιπεριών και σιγοβράζουμε για άλλα 15 λεπτά. Σουρώνουμε το ζωμό σε λεπτή σήτα και τον βάζουμε σε μια κατσαρόλα μαζί με το κύμινο, μερικά αποξηραμένα φύκια και αλάτι, και σιγοβράζουμε για επιπλέον 15 λεπτά. Εν τω μεταξύ, αφαιρούμε και κρατάμε από τα κεφάλια τις μπουκιές κρέατος (π.χ. μάγουλα) και τα ζελατινούχα μέρη (π.χ. χείλη, βλέννα γύρω από τα μάτια). 

Σε ξεχωριστά φορμάκια/μπολάκια στρώνουμε στα τοιχώματα κλωνάρια σχοινόπρασου και μάραθου, φρέσκα ή/και αποξηραμένα φύκια. Προσθέτουμε στη συνέχεια μπουκιές από τα κεφάλια των ψαριών, κυβάκια από τη σάρκα των ροζ γκρέιπφρουτ και πασπαλίζουμε με μαύρο σουσάμι. Επαναλαμβάνουμε με στρώσεις σχοινόπρασου, μάραθου και φυκιών και μετά ψαριού και γκρέιπφρουτ. Στο τέλος προσθέτουμε σιγά-σιγά τον ζεστό ακόμη ζωμό (στον οποίο, αν θέλουμε, έχουμε προσθέσει δύο φύλλα ζελατίνης· κανονικά στο ψυγείο ο ζωμός θα πήξει από μόνος του λόγω του φυσικού κολλαγόνου που βρίσκεται στα κεφάλια και τα κόκαλα του ψαριού) μέχρι να καλυφθούν όλα τα στερεά υλικά που βρίσκονται μέσα στο φορμάκι. Τοποθετούμε στο ψυγείο (στη συντήρηση) για όλο το βράδυ.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ
Βγάζουμε από τη συντήρηση τα φορμάκια και κρατάμε το καθένα ξεχωριστά μέσα στην παλάμη μας για να το θερμάνουμε ελαφρώς. Περνάμε ελαφρώς ένα μαχαιράκι περιμετρικά μεταξύ του εσωτερικού της φόρμας και της στερεοποιημένης πλέον πηχτής. Γυρίζουμε ανάποδα το φορμάκι και το ακουμπάμε πάνω στο πιάτο σερβιρίσματος. Κρατώντας το φορμάκι μαζί με το πιάτο, με μια απότομη κίνηση προς τα κάτω ξεφορμάρουμε την πηχτή. Στολίζουμε με φύκια και κλωναράκια μάραθου και τη σερβίρουμε αμέσως μαζί με μισό lime.

Πιάτο με κύρια αρωματικά και γευστικά στοιχεία το ψάρι, το ροζ γκρέιπφρουτ, το κύμινο, το μάραθο και τα φρέσκα φύκια. Διαθέτει πολυπλοκότητα και φινέτσα. Δροσερό και ισορροπημένο πιάτο που ζητάει φρεσκάδα και αντίστοιχη πολυπλοκότητα σε αρωματικές και γευστικές εντάσεις.

Ο sommelier του Ω3, Δημήτρης Δημητρίου, προτείνει για το wine matching τη λευκή ποικιλία Ντεμπίνα από το Κτήμα Γκλίναβος, σε τρεις διαφορετικούς τύπους.

1. KUMQUAT SPRITZ
Liqueur Kumquat, Domaine Glinavos Zitsa Poeme Brut Blanc, Grapefruit peel, fresh fennel & sage.  Ένα δροσερό και τραγανό απεριτίφ με εντάσεις και πολυπλοκότητα, που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ιδανικό ξεκίνημα. Η φρεσκάδα και η καθαρότητα του Poeme δένει με τη λιπαρότητα του ζελέ, τo liqueur Kumquat, το φρέσκο γκρέιπφρουτ, ενώ ο φρέσκος μάραθος και το φασκόμηλο ισορροπούν τον αρωματικό και γευστικό χαρακτήρα του πιάτου, προσφέροντας ευχάριστο bitter τελείωμα.

2. ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ DEBINA SEMI SPARKLING
Δεύτερη επιλογή ως απεριτίφ ο ημιαφρώδης και ημίξηρος οίνος, που θα μπορούσε να συνοδεύσει πολύ ευχάριστα αυτό το πιάτο με τη γλυκύτητά του, τον φρουτώδη χαρακτήρα του και τη φινέτσα του. Λεπτότητα και ισορροπία σε κάθε αρωματική και γευστική ένταση της συνταγής.

3. ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΟΙΝΟΣ
Τελευταία επιλογή, για πιο απαιτητικούς ουρανίσκους, μια ξηρή και ήσυχη οινοποίηση της ποικιλίας. Ξεκάθαρος χαρακτήρας, ηλεκτρική και δροσερή οξύτητα, ντελικάτος και γήινος. Οίνος που μπορεί να συνοδεύσει κάθε αρωματική και γευστική ένταση του πιάτου με τον φρουτώδη χαρακτήρα από πράσινο μήλο, νότες από εσπεριδοειδή, όπως γκρέιπφρουτ, και νοστιμιά από μεταλλικά άλατα που δημιουργούν μια φοβερή αίσθηση σε συνδυασμό με τα φρέσκα φύκια του πιάτου.  

INFO: Παραλία Πλατύς Γιαλός, Σίφνος

             Chef: Γιώργος Σαμοΐλης

 

 

 

CHATEAU LA COSTE | ΓΑΛΛΙΑ | τεύχος 2

Οταν το κρασί παντρεύεται με την τέχνη, το αποτέλεσμα είναι μαγικό. Το διαπιστώσαμε,  όταν, φθάνοντας στο Chateau La Coste,  μερικά χιλιόμετρα έξω από την  Aix en  Provence,  στην Προβηγκία, μας υποδέχθηκε η τεράστια Αράχνη,  εμβληματικό έργο της Louise Bourgeois,  πάνω σε μια λίμνη νερού που διακοσμεί την είσοδο του  Κέντρου Επισκεπτών  του οινοποιείου,  ένα εντυπωσιακό κτίριο σε σχήμα V,  έργο  του αρχιτέκτονα Tadao Ando.

 Η ιδέα γεννήθηκε το 2004  μεσα στον αμπελώνα  του  Chateau La Coste.  Oι ιδιοκτήτες,  Paddy Mc Killen,   και η αδελφή του Μara , αποφάσισαν  να  κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα, δημιουργώντας  έναν τόπο όπου η γη συναντά την Τέχνη.

Το  κτίριο του Κέντρου Eπισκεπτών   περιλαμβάνει  πολλά απο τα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής του Ιάπωνα  Τadao Ando, δημιουργώντας μια μοναδική εμπειρία φωτός  και χώρου μέσα στη φύση. Το στοιχείο του νερού δημουργεί  την  εντύπωση της απεραντοσύνης,  και  τα γεωμερικά σχήματα των τοίχων απο εμφανές μπετόν  δένουν αρμονικά με  τις ελαφρές καμπύλες του αμπελώνα.   «Στη γή του Cezanne   θέλησα να συλλάβω το ίδιο, πολύ ταπεινό πνεύμα ενός  πίνακα  του μεγάλου αυτου ζωγράφου», σημειώνει.

Περιπλανωμένος κανείς μέσα στον αμπελώνα,  συναντά  τα έργα, άλλοτε  εμφανή και άλλοτε κρυμμένα, σε πλήρη αρμονία με τη φύση.  Μέσα στα 180 εκτάρια του κτήματος  βρίσκονται  έργα   δεκάδων καλλιτεχνών , οι οποίοι εκληθησαν απο τους  ιδιοκτήτες να  επιλέξουν ένα σημείο που τους ενέπνεε για να δημιουργήσουν κάτι που θα μπορούσε να «ζήσει» εκεί.Περιπλανωμένος κανείς μέσα στον αμπελώνα,  συναντά  τα έργα, άλλοτε  εμφανή και άλλοτε κρυμμένα, σε πλήρη αρμονία με τη φύση.  Ο  Μεγάλος Κοκκινος Σταυρός του  Jean – Michel Othoniel, η Σταγόνα  του Τom Shannon,  το   εντυπωσιακό  Pavillon   του Tadao Ando   είναι μερικά απο αυτά.

Το παλαιό παραδοσιακό οινοποιείο, κλασσικό δείγμα της αρχιτεκτονικης της  περιοχής  έχει ανακαινισθεί  και  χρησιμοποιείται για εκδηλώσεις και γευσιγνωσίες

Ενα νέο, υπερσύγχρονο  οινοποιείο έχει κατασκευαστεί λίγα μέτρα πιο κάτω,  εργο  του Γάλλου αρχιτέκτονα Jean Nouvel,. Δύο  θολωτά κτίρια, κατασκευασμένοι απο  αλουμίνιο και  ατσάλι, σε σχήμα βαρελιού,  στεγάζουν τις δεξαμενές και το κελάρι , σχεδιασμένοι για να αντικατοπτρίζουν  τον καυτό ήλιο της Προβηγκίας , διατηρώντας παράλληλα  δροσερές θερμοκρασίες στο εσωτερικό

Εκεί   οινοποιούνται τα κρασιά του  Chateau La Coste,  λευκά, ερυθρά και ροζέ,  κυρίως απο τις ποικιλίες απο τον  οινολόγο Matthieu Cosse, ακολουθώντας πρακτικές οινοποίησης  που συνδυάζουν την παράδοση με την σύγχρονη τεχνολογία.

Ο αμπελώνας,  καλλιεργείται με βάση τις πρακτικές της βιοδυναμικής  καλλιέργειας.

 

 

VASSALTIS VINEYARDS | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Ένας νέος, κοσμοπολίτης επιχειρηματίας με κατοχή γης στη Σαντορίνη, δύο νέοι διακεκριμένοι οινολόγοι με εμπειρία στο νησί, οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι και ένας από τους συγκλονιστικότερους αμπελώνες στον πλανήτη. Αυτά ήταν τα συστατικά της επιτυχίας του Vassaltis Vineyards, του νεότερου οινοποιείου της Σαντορίνης.

Η οικονομική κρίση δεν πτόησε τον Γιάννη Βαλαμπούς ιδρυτή τουVassaltis Vineyards. Φαίνεται ότι το μεταπτυχιακό του στη διαχείριση επενδύσεων αλλά και η προϋπηρεσία του σε διάφορους χρηματοοικονομικούς οίκους του εξωτερικού τον θωράκισαν με την απαραίτητη θεωρητική κατάρτιση ενώ η τόλμη και η τύχη που είχε με το μέρος του έπαιξαν επίσης το ρόλο τους. Εξάλλου τύχη δεν θεωρείται να κατέχεις 40 στρέμματα αμπελώνων στη Σαντορίνη, ένα από τα μοναδικότερα –και ακριβότερα- οινοπέδια της Ευρώπης;

Δίπλα του δύο νέοι επιστήμονες που προσέφεραν τις οινολογικές τους γνώσεις αλλά και την εμπειρία που είχαν στο νησί στην αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποίηση. Ο Ηλίας Ρουσσάκης με σπουδές στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Montpellier και ο Γιάννης Παπαοικονόμου με οινοποιητικές εμπειρίες σε Χιλή, Νέα Ζηλανδία και Ροδανό της νοτίου Γαλλίας αποτέλεσαν μια δυναμική ομάδα παραγωγής με επιπλέον όπλο την εμπειρία αμφοτέρων σε κορυφαία Κτήματα της Σαντορίνης όπως των Σιγάλα και Χατζηδάκη. Πολλές εμπειρίες, πολλές εικόνες, πολύ όρεξη, πολύ αγάπη για το κρασί και τη Σαντορίνη. Το αποτέλεσμα; Εκρηκτικό. Ηφαιστιακό. Βασάλτης!

Το πανέμορφο, ολοκαίνουριο κτίριο του οινοποιείου στο Βουρβούλο ακολουθεί τις λιτές γραμμές της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και ολοκληρώθηκε μόλις την άνοιξη του 2016. Είναι πλήρως λειτουργικό και επισκέψιμο, αφού εκτός από αίθουσα γευσιγνωσίας και πωλητήριο υπάρχει επίσης υποδομή για την μελλοντική λειτουργία εστιατορίου. Δίνεται έτσι –ορθώς- μεγάλη έμφαση στον τουρισμό του νησιού, που ξεπερνάει τους 2.000.000 επισκέπτες το χρόνο. Εξάλλου, οι πωλήσεις που προκύπτουν στα οινοποιεία της Σαντορίνης αποτελούν την πιο άμεση και αποτελεσματική διαφήμιση της σπουδαίας δουλειάς τους και της μοναδικότητας του αμπελώνα. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το κρασί της Σαντορίνης τόσο ξεχωριστό;

ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΟΙΝΟΠΕΔΙΟ

Η Σαντορίνη όπως την ξέρουμε σήμερα προέκυψε μετά την δεύτερη μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη στην ανθρώπινη ιστορία το 1.613 π.Χ., με αποτέλεσμα την καταστροφή του Κυκλαδικού πολιτισμού αλλά και του προϊστορικού αμπελώνα. Το νησί κατοικήθηκε ξανά γύρω στα 1.200 π.Χ., οπότε και ξαναδημιουργήθηκε ο αμπελώνας στο νέο ηφαιστειακό έδαφος. Δεν είναι υπερβολή να χαρακτηρίσουμε τον αμπελώνα της Σαντορίνης αμπελώνα “ηλικίας 3.000 ετών”, δεδομένου ότι από τότε μέχρι σήμερα καλλιεργείται χωρίς διακοπή. Το έδαφος είναι ένα εκπληκτικό και σπάνιο μίγμα εδαφών από στάχτη, λάβα και ελαφρόπετρα και χαρίζει στα κρασιά ένα μοναδικό χαρακτήρα ορυκτότητας και αλμύρας. Μάλιστα, το βαθύ αμμώδες έδαφος της Σαντορίνης δημιουργεί εχθρικό περιβάλλον για την ανάπτυξη της φυλλοξήρας και έτσι τα κλήματα της Σαντορίνης είναι από τα λιγοστά αυτόριζα αμπέλια του κόσμου, πολλές φορές με ηλικία άνω των εκατό ετών.

Το πολύτιμο σταφύλι του Vassaltis Vineyards προέρχεται από 290 στρέμματα αμπελώνων. Από αυτά τα 40 είναι ιδιόκτητα (εκ των οποίων 15 στρέμματα φυτεύτηκαν εκ νέου και 25 στρέμματα βελτιώθηκαν), τα 50 είναι νοικιασμένα και καλλιεργούνται από τους ίδιους, ενώ το οινοποιείο δέχεται επίσης την πρώτη ύλη από συνεργαζόμενους αμπελώνες 200 στρεμμάτων. Φυσικά η πρόσβαση σε επιπλέον πρώτη ύλη τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο δύσκολη, κάτι που καθιστά την πλήρωση της δυναμικότητας των 100.000 φιαλών του οινοποιείου αρκετά δύσκολη.

ΤΑ ΚΡΑΣΙΑ

Καθώς οι άνθρωποι του Vassaltis Vineyards γνωρίζουν και σέβονται τον αμπελώνα που υπηρετούν, έχουν δημιουργήσει κρασιά που μεταφέρουν ανόθευτες όλες τις αρετές της Σαντορίνης σε κάθε φιάλη Vassaltis που εμφιαλώνουν. Τα κρασιά Vassaltis δεν κυνηγούν τις οινικές μόδες, τον εντυπωσιασμό και τις γευστικές ευκολίες αλλά την ουσία και την κομψότητα. Κάθε αμπέλι τρυγείται και οινοποιείται ξεχωριστά ώστε να εξερευνηθεί η δυναμική του και στη συνέχεια αναμιγνύεται με τα υπόλοιπα ώστε να προκύψουν κρασιά με ισορροπία και δύναμη.

Αυτή τη στιγμή διατίθενται τέσσερα λευκά κρασιά, ενώ σύντομα αναμένεται και το ερυθρό ξηρό Vassanos από Μανδηλαριά. Τα λευκά κρασιά είναι όλα ξεχωριστά: Το Αηδάνι 2015 με αρώματα λευκόσαρκου ροδάκινου, mango, πεπονιού και τριανταφυλλένιες νότες είναι το πιο εξωστρεφές λευκό της συλλογής. Ο Nassitis (90% Αθήρι και Αηδάνι, 10% Ασύρτικο) του 2015 με αυστηρή, ορυκτή μύτη και πιο ζεστό, τροπικό στόμα προσφέρεται σαν ένα πανέμορφο εισαγωγικό κρασί για τους λιγότερο μυημένους στο Ασύρτικο. Η Santorini (Ασύρτικο) του 2015 είναι μια ατσάλινη, τυπική, ορυκτή Σαντορίνη με μοναδική ισορροπία και διάρκεια και τη γνωστή τονισμένη οξύτητα του Ασύρτικου να καλεί για συνοδεία πελαγίσιων ψαριών και οστράκων. Η περσινή Santorini (Ασύρτικο) του 2014 έχει αναπτύξει ένα μοναδικό χαρακτήρα που θυμίζει Αλσατικά Riesling με ανάμικτες νότες λεμονιού, petrol και καουτσούκ και υψηλή οξύτητα. Τέλος, η Santorini Barrel Aged (Ασύρτικο) του 2015 οινοποιήθηκε με υποδειγματική χρήση του βαρελιού με τις νότες βανίλιας, φουντουκιού και δρυός να βγαίνουν με τη μορφή λιπαρότητας κυρίως στο στόμα, ενώ η μύτη κρατάει τον αυστηρό, ατσάλινο χαρακτήρα του Ασύρτικου. Τέλεια για πιάτα τρούφας, καπνιστού σολωμού και λευκών κρεάτων!

Το ολοκαίνουριο οινοποιείο Vassaltis Vineyards ήρθε σαν καυτή ηφαιστιακή λάβα να ταράξει τα νερά του ελληνικού κρασιού, με τρόπο υποδειγματικό. Η δύσκολη δουλειά των φυτεύσεων, των επενδύσεων και της δημιουργίας έχει ήδη γίνει από τον Γιάννη, την Ηλία και το Γιάννη. Σε εμάς έμειναν τα εύκολα: η απόλαυση των κρασιών τους με τα πολύγωνα πετρώματα Βασάλτη στην ετικέτα, ιδανικά στο υπέροχο οινοποιείο τους στον Βουρβούλο της Σαντορίνης με την μαγευτική θέα προς το αιώνιο Αιγαίο!

ΠΡΟΒΗΓΚΙΑ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΡΟΖΕ | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Λεβάντες, ελαιώνες, ηλιοτρόπια και αμπέλια συνθέτουν το τοπίο στη γη της Προβηγκίας ανάμεσα στις γαλλικές Άλπεις και τη θάλασσα της Μεσογείου.  Την εικόνα συμπληρώνει η Γαλλική Ριβιέρα .Ωστόσο, η ταυτότητα της Προβηγκίας , δεν θα ήταν ποτέ πλήρης χωρίς το γαστρονομικό σήμα-κατατεθέν της, τα διάσημα ροζέ κρασιά της με το απαλό χρώμα της κρεμμυδόφλουδας.

Την επόμενη φορά που θα νοιώσετε τύψεις επειδή χρησιμοποιήσατε τα ροζέ της Προβηγκίας σαν μοντέλο για να περιγράψετε ένα ελληνικό ροζέ, ξανασκεφτείτε το! Η Προβηγκία -η παλαιότερη οινοπαραγωγική ζώνη της Γαλλίας- πάνω από 140 εκατομμύρια φιάλες ροζέ το χρόνο, δηλαδή το 35% ολόκληρης της Γαλλίας και κάτι λιγότερο από 6% της παγκόσμιας παραγωγής. Δεν είναι μόνο η παράδοση δεκαετιών της περιοχής που εξηγεί την εξάπλωση αυτού του υπέροχου και εξόχως ευέλικτου κρασιού αλλά επίσης το θερμό κλίμα που ευνοεί την κατανάλωσή του. Το δε στυλ των ροζέ της περιοχής επιτάσει απαλό χρώμα, ήπια αρώματα –με συνέπεια εξαιρετικά ταιριάσματα με πολλά φαγητά- και λιπαρό σώμα με τη χρήση battonage κατά την οινοποίηση.

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Ο καιρός στην Προβηγκία είναι Μεσογειακός, πολύ παρόμοιος με αυτόν της Ελλάδας. Ήπιοι χειμώνες, πολύ ζεστά καλοκαίρια με ελάχιστη βροχή και υψηλή ηλιοφάνεια. Την διαφορά κάνει ο Mistral (στα ελληνικά Μαΐστρος), ένας βίαιος, παγωμένος άνεμος που μπορεί να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά του. Φυσάει από βορειοδυτικά προς τη Μεσόγειο, και πολλές φορές ξεριζώνει αμπέλια και άλλες καλλιέργειες στο πέρασμά του. Όμως σε αυτόν οφείλονται τα φανταστικά κρασιά της περιοχής καθώς καθαρίζει την ατμόσφαιρα, απομακρύνει τα σύννεφα και τις ασθένειες από τα φυτά, στεγνώνει το αμπέλι από τη βροχή ενώ αφήνει πίσω του ένα καθαρό, φρέσκο αέρα και φωτεινές, ηλιόλουστες μέρες ιδανικές για την σωστή ωρίμανση των σταφυλιών.

OI ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Τα κρασιά της Προβηγκίας είναι σχεδόν πάντα χαρμάνια. Τα λευκά κρασιά φτιάχνονται από αμέτρητους συνδυασμούς των ποικιλιών Rolle, Ugni Blanc, Bourboulenc, Clairette, Marsanne, Roussanne, Grenache Blanc και διεθνών ποικιλιών, ενώ τα ροζέ και τα ερυθρά κρασιά φτιάχνονται από Mourvedre, Grenache Noir, Cinsault, Syrah, Carignan, Counoise, Tannat και Cabernet Sauvignon. Θα τα ανακαλύψουμε δοκιμάζοντας!

Νοικιάζουμε αυτοκίνητο και ξεκινάμε το οδοιπορικό μας από τη Μασσαλία προς τα ανατολικά, με προορισμό το Saint-Tropez με την Κυανή Ακτή στο δεξί μας χέρι. Σαράντα λεπτά οδήγησης χρειάζονται για να φτάσει κανείς στο πετρόχτιστο Domaine du Gros’Nore του Alain Pascal με τον αμφιθεατρικό αμπελώνα και τη θέα προς τη Μεσόγειο. Ο Alain φτιάχνει υπέροχα λευκά, ροζέ και ερυθρά χαρμάνια Bandol από κλήματα 30 ετών με βάση το Ugni Blanc και το Mourvèdre. Σε απόσταση 20 λεπτών βρίσκεται το Domaine de Terrebrune όπου δοκιμάζουμε τα αιθέρια, ανθώδη ροζέ Bandol του Reynald Delille. Διανυκτέρευση στην κοντινή, ιστορική Toulon με πρωϊνή βόλτα στην προκυμαία αλλά και στην ανοιχτή λαϊκή αγορά Cours Lafayette για να κάνουμε χάζι τα πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά της Προβηγκίας.

Από την Toulon μέχρι το Saint-Tropez συναντάμε τρία οινοποιεία που αξίζει να επισκεφτούμε: Clos Mireille – Domaines Ott, Château Léoube και Château de Chausse. Η βόλτα και ο καφές στο λιμάνι του Saint-Tropez είναι απαραίτητα, με το απαράμιλλης ομορφιάς τοπίο και τη γνωστή κοσμοπολίτικη αύρα. Την επόμενη μέρα επισκεπτόμαστε το βγαλμένο από τα παραμύθια Château d’Esclans και απολαμβάνουμε μια μοναδική συλλογή με επίκεντρο τέσσερα ροζέ κρασιά. Από το πασίγνωστο Whispering Angel μέχρι το Garrus, το πανάκριβο (περίπου 100 ευρώ) και εκ των κορυφαίων ροζέ ολόκληρης της Προβηγκίας από ιδιόκτητα αμπέλια 80 χρόνων από τις ποικιλίες Grenache και Rolle.

Από εδώ είτε συνεχίζουμε παραλιακά για Κάννες – Νίκαια – Μονακό, είτε επιστρέφουμε στη Μασσαλία. Την επόμενη μέρα που έχουμε διαθέσιμη για οινοτουρισμό, διαλέγουμε το Mas de Cadenet στο Trets της οικογένειας Négrel και δοκιμάζουμε κρασιά από αμπέλια 35-70 ετών. Μισή ώρα αργότερα βρισκόμαστε και δοκιμάζουμε στο μυθικό Château Vignelaure, ενώ οι λάτρεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής θα αποζημιωθούν πλήρως στο πρωτοποριακό Château La Coste. Επιστρέψτε στη Μασσαλία περνώντας από την Aix en Provence και το tasting room της οικογένειας Perrin του Chateau de Beaucastel από το Ροδανό ώστε να δοκιμάσετε τα κρασιά του διάσημου –λόγω των ιδιοκτητών του Brad Pitt και Angelina Jolie- Chateau de Miraval, αφού το τελευταίο δεν είναι επισκέψιμο.

Επιστροφή στην ιστορική Μασσαλία όπου θα απολαύσουμε το παλιό λιμάνι, το φρούριο, τους καθεδρικούς ναούς, τα μουσεία, την παλιά πόλη… αλλά και την φανταστική της κουζίνα. Μια πόλη που ιδρύθηκε από Έλληνες πριν 2.600 χρόνια, τότε που εκείνοι έφεραν εδώ το αμπέλι και το κρασί.

ΣΤHN KOYZINA ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ

Σε ολόκληρη την Προβηγκία συναντάμε μια κουζίνα που μοιάζει συναισθηματικά με την Ελληνική, αλλά έχει μια δική της ξεχωριστή ταυτότητα. Για τους ψαροφάγους η μπουγιαμπέσα με ποικιλία ψαριών και μυδιών είναι το πασίγνωστο πιάτο της περιοχής και σερβίρεται συνοδεία του rouille, μιας πληθωρικής σάλτσας με βάση το ελαιόλαδο και το σκόρδο. Τα λιπαρά ροζέ κρασιά της περιοχής θα κρατήσουν κόντρα στο πιάτο, ενώ το ήπιο άρωμά τους θα κάνει διάλογο με το σκόρδο. Οι φίλοι του κρέατος πάντως αλλά και τον κόκκινων κρασιών δεν θα μείνουν παραπονεμένοι, αφού το πιάτο με το όνομα Daube περιλαμβάνει τρυφερό μοσχάρι βρασμένο σε κρασί και βότανα. Το Ratatouille λαχανικών, αντίστοιχο με το δικό μας τουρλού αποτελεί εξαιρετικό καλοκαιρινό πιάτο ιδανικό για συνοδεία ροζέ κρασιών, ενώ η πράσινη κρύα ή ζεστή σούπα Soupe au pistou βασισμένη στο βασιλικό καλεί στο ποτήρι μας τα υπέροχα λευκά χαρμάνια από Rolle, Ugni Blanc και άλλες τοπικές λευκές ποικιλίες.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΜΕ;

Αν δεν σας πειράζει η θερινή ζέστη και τα πλήθη των τουριστών, το καλοκαίρι θα σας αποζημιώσει με τις μυρωδιές και το υπέροχο θέαμα της ανθισμένης λεβάντας! Οι ενδιάμεσες εποχές (φθινόπωρο-άνοιξη) πάντως δημιουργούν τις ιδανικές καιρικές συνθήκες για μια αξέχαστη εκδρομή. Η πρόσβαση είναι εύκολη, με απευθείας πτήσεις από την Αθήνα στη Μασσαλία και διάρκεια ταξιδιού λιγότερο από τρεις ώρες.

ΜΑΡΙΑ ΝΑΥΠΛΙΩΤΟΥ | ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ ΚΑΤΣΑΤΟΥ | τεύχος 2

 Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει “να φοβάσαι τις γυναίκες που λένε την ηλικία τους” . Η Μαρία Ναυπλιώτου, ωστόσο  δεν έχει κανένα λόγο να κρύψει την ηλικία της αφού πνεύμα, ομορφιά και καταγωγή δημιουργούν ένα εκρηκτικό χαρμάνι για να μιλήσουμε και με όρους κρασιού. Στο Villa Grigio, μιλήσαμε για κρασιά, ιστορίες από την Κρήτη αλλά και την εμμονή του Έλληνα για τα μπουζούκια

 

To καλοκαιρινό μας τεύχος έχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι αφιερωμένο στην Κρήτη. Η καταγωγή σου είναι από εκεί. Πόσο κρητικά είσαι

Η Κρήτη έχει πολύ δύναμη. Και εγώ κουβαλάω πολύ Κρήτη μέσα μου, το άλλο μου μισό είναι από τις Κυκλάδες. Η μητέρα μου ήταν από ένα χωριό στους πρόποδες του Ψηλορείτη. Δεν ξεχνώ τον παππού μου τον Νίκο να γυρνά το μεσημέρι από τα χωράφια, να βάζει μαζί με το φαγητό του τον μαρουβά, – έτσι τον έλεγε νομίζω, – ένα κρασί, άλλοτε θολό, άλλοτε ποιο καθαρό, το οποίο όμως ήταν πάρα πολύ γευστικό.  Το κρασί αυτό το έφτιαχναν στα σπίτια τους και δεν ήταν πολυτέλεια, αλλά καθημερινότητα, είδος πρώτης ανάγκης όπως είχαν και το ελαιόλαδο. Ήταν ένα ποτό που αφορούσε και τη θρέψη, έπινε ο παππούς μου ένα ποτηράκι μικρό με το φαγητό του για να πάρει δύναμη να συνεχίσει, ήταν απαραίτητο για τη ζωή τους. Ήταν όμως και συντροφιά το κρασί αυτό όταν μαζεύονταν όλοι μαζί για να πούνε τα τραγούδια τους και να διασκεδάσουν.

Ποια είναι η σχέση σου με το κρασί.

 Το κρασί το λατρεύω. Ωστόσο κρατάω τη σχέση μας σε ερασιτεχνικό επίπεδο.  Πεθαίνω όμως για τις βραδιές που κάνω τον οινογνώστη βοηθώντας τους φίλους μου τον Δημήτρη και την Ειρήνη που άνοιξαν αυτό το μαγαζί το Villa Grigio  να διαλέξουν τα καλύτερο Merlot. Mου αρέσει να δοκιμάζω τα πάντα, αν και έχω καταλήξει στο ποια κρασιά μου αρέσουν περισσότερο. Από τα λευκά μου αρέσουν πολύ τα saunignon blanc, τα Ασύρτικα της Σαντορίνης ή το Βιδιανό από την Κρήτη. Από κόκκινα μου αρέσουν πολύ τα Μerlot και τώρα τελευταία έχω αρχίσει να ανακαλύπτω τα Ροζέ. Πριν από δύο χρόνια είχα πάει στην Αβινιόν για να παρακολουθήσω το διάσημο φεστιβάλ θεάτρου που γίνεται εκεί. Πήγα με έναν  καλό μου φίλο και σκηνοθέτη Γάλλο. Ολοι οι Γάλλοι ξέρουν να πίνουν κρασί είναι τρομερό. Με μύησε λοιπόν στο γαλλικό Ροζέ ένα πολύ φίνο κρασί και από τότε έχω εθιστεί ….

 Ακριβό ή φθηνό κρασί έχει διαφορά?

Κακά τα ψέματα. Όσο πίνει καλά κρασιά κάποιος καλομαθαίνει, παρόλο που είμαι ερασιτέχνης. Το καταλαβαίνεις αμέσως, από το πως σκάει στον ουρανίσκο σου.Όμως θέλω να σου πω ότι και στην Κρήτη, στο απλό αυτό κρασί που φτιάχνει ο καθένας σπίτι του, οι γεύσεις δένουν με τα προϊόντα του τόπου, τις μυρωδιές της φύσης. Εκεί, καμιά φορά δεν σηκώνει να ανοίξεις ένα ακριβό κρασί. Δεν είναι ωραίο. Δεν πάει με τη μυζήθρα, με τις ελιές.

Στήνεις σκηνικά για να ανοίξεις ένα καλό μπουκάλι κρασί

Βεβαίως. Ένα σκηνικό είναι όταν όπως σου είπα ο φίλος μου ο Δημήτρης πρέπει να διαλέξει τα κρασιά του,  τις ετικέτες. Αυτό είναι μία καταπληκτική στιγμή για μένα. Ως δήθεν  τάχα μου ειδικός, παίρνω μέρος σε αυτές τις οινογνωσίες. Επίσης, λατρεύω να μαγειρεύω και να πίνω ένα ποτήρι κρασί  την ώρα που μαγειρεύω. Είναι και αυτό ένα σκηνικό.

Μαγειρεύεις?

Ναί μαγειρεύω πολύ και έχω αρχίσει να καταλαβαίνω και λίγα πράγματα από τη σχέση κρασιού και φαγητού. Πως μπορεί να δένει αλλά και πως μπορεί να κοντράρεται μερικές φορές. Είναι κάποιες φορές που δεν κατεβαίνει. Αγαπώ επίσης πολύ κάποια σοβαρά περιοδικά που σου προτείνουν πάντα το κατάλληλο κρασί για τη συνταγή που φτιάχνεις.

Αγαπημένος καλοκαιρινός προορισμός

Αγαπώ πολύ το Αιγαίο. Αγαπώ πολύ την ξεραΐλα, την αγριάδα και τη γαλήνη της θάλασσας. Αυτά τα τρομερά μπουρίνια που ξεσπούν και το ίδιο ξαφνικά μετά είσαι μόνο εσύ και ο θεός. Επίσης αγαπώ πολύ τη Γαλλία και την Ιταλία.

Ο Τάσος Μπουλμέτης στο προηγούμενο τεύχος μας μίλησε για τη βουλημικότητα της ελληνικής κοινωνίας που καταβροχθίζει τα πάντα. Είχες τις προϋποθέσεις και ως πολύ καλή χορεύτρια και ηθοποιός να φύγεις. Γιατί δεν το έκανες;

Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να ζήσω εκτός Ελλάδας. Σίγουρα τα πράγματα είναι δύσκολα τώρα με την κρίση, αλλά πιστεύω ότι ακόμα χειρότερη περίοδος ήταν η δεκαετία του 90. Τότε που όλοι καταβρόχθιζαν -όπως λέει ο Τάσος Μπουλμέτης-, ασύστολα και χωρίς φειδώ τα πάντα, για μένα τότε ήταν η πλέον τραγική στιγμή της Ελληνικής κοινωνίας. Τότε που χωρίς καμία υποδομή, χωρίς καμία παιδεία και καλλιέργεια θεωρήσαμε ότι είμαστε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είμαστε. Σαφώς, δεν εννοώ ότι αυτή την περίοδος της κρίσης που η ελληνική κοινωνία ευτελίζεται και εξευτελίζεται οικονομικά και όχι μόνο  είναι εύκολη. Διάβαζα ότι καταργούνται οι θεατρολόγοι από τα σχολειά, σε λίγο θα καταργηθούν και οι γυμναστές – θα γίνουμε ένα κράτος φτωχών και απαίδευτων, Παρόλο τον τεράστιο πόνο των ανθρώπων όμως που έχουν φτάσει όχι στα όρια αλλά στην φτώχεια, κρύβεται μία ευκαιρία, αν την καταλάβουμε να χαράξουμε έναν καινούργιο δρόμο. Δεν είμαι πολύ αισιόδοξη ότι θα το κάνουμε, λέω ότι υπάρχει εκεί η ευκαιρία.

 Που το βλέπεις αυτό το φως στο τούνελ στον δικό σου χώρο.

Να κάτι πολύ ελπιδοφόρο για μένα. Έκλεισαν τα μπουζούκια λόγω κρίσης και οι άνθρωποι έρχονται στο θέατρο. Αυτό είναι γεγονός και είναι απίστευτο ότι τα θέατρα είναι γεμάτα.Και δεν έχω τίποτα με τα μπουζούκια ή με το λαικό τραγούδι, όμως το να καταναλώνεται ένας λαός μόνο σε αυτό το πράγμα τον κάνει εμονικό, μανιακό κάτι τρέχει. Δεν μπορεί να κάνεις μόνο ένα πράγμα. Δεν μπορούν μόνο τα μπουζούκια να γεμίζουν όλη την ανάγκη σου για ψυχαγωγία. Άσε που και κτιριακά τα μπουζούκια γίνονται τώρα θέατρα.

 Σχέδια επαγγελματικά?

Τώρα θα κάνω μία ταινία που θα σκηνοθετήσει ο Θοδωρής Αθερίδης και το χειμώνα θα κάνω το Ημέρωμα της Στρίγγλας με το Βασίλη Χαραλαμπόπουλο σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.

 Πως είναι να κουβαλάς το ωραιότερη Ελληνίδα?

Παλαιότερα με ενοχλούσε πολύ. Σκεφτόμουν, τόσο κόπο έκανα γιατί δεν λένε κάτι για την υποκριτική μου. Μετά ωστόσο άρχισα να σκέφτομαι ότι η ομορφιά δεν είναι μονοδιάστατη και μπορούν να βλέπουν και κάτι άλλο όχι μόνο τα ωραία μάτια. Και αυτό αν το σκεφτείς δεν είναι καθόλου κακό. Επίσης, όσο μεγαλώνω λέω και ευχαριστώ όταν μου λένε ότι είμαι όμορφη. Έμαθα πια στα 47 μου χρόνια να λέω ευχαριστώ πολύ για πόσο εξάλλου ακόμα θα μου το λένε…

 

 

 

ΛΕΥΚΑ ΟΧΙ ΠΙΑ ΜΟΝΟ ΦΡΕΣΚΑ | ΤΟΥ ΚΩΝ. ΛΑΖΑΡΑΚΗ, MW | τεύχος 1

Δεν είναι η πρώτη φορά που πέφτει τέτοιο τηλέφωνο στην εταιρία εμπορίας κρασιών. Είναι αρχή του χρόνου, αν όχι Ιανουάριος τότε σίγουρα Φεβρουάριος, και ακούμε το εξής: «μήπως έχετε λευκά κρασιά της χρονιάς του 2016»? Η σιωπή από την άλλη άκρη της γραμμής σπάει, μετά από λίγο, από την ερώτηση: «γιατί»? «Γιατί μας έχουν πει πως το λευκό κρασί πρέπει να πίνεται την χρονιά παραγωγής του, άρα αφού έχουμε 2016, τότε πρέπει να πίνουμε κρασιά λευκά του 2016»!

Ακόμη και στο νότιο ημισφαίριο, που κάνουν τρύγο έξι μήνες πριν από εμάς, τα σταφύλια δεν έχουν ακόμη μαζευτεί από το αμπέλι.Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που κάνουμε οι Έλληνες με το κρασί είναι το ότι πιστεύουμε πως τα λευκά κρασιά, ειδικά τα Ελληνικά λευκά κρασιά, δεν παλαιώνουν. Τίποτε δεν είναι πιο μακριά από την αλήθεια.

Η Ελλάδα είναι τυχερή που έχει πολυάριθμες λευκές ποικιλίες υψηλής ποιότητας, αρκετές με δυνατότητα παλαίωσης. Το Ασύρτικο ίσως οδηγεί την κούρσα, με πολλές Σαντορίνες δέκα και πλέον Μαΐων να βάζουν κάτω Chablis Grand Cru με τιμή πολλαπλάσια. Όμως, υπάρχουν αρκετά κρασιά από Μαλαγουζιά, ορεινό Ροδίτη, Σαββατιανό, ακόμη και Ρομπόλα και Βηλάνα, που είναι σε εξαιρετική φόρμα ακόμη και μετά τα πέμπτα γενέθλιά τους, αρκεί να προέρχονται από παραγωγό που ξέρει τι κάνει και δουλεύει σκληρά αλλά και με υπομονή στο αμπέλι και στο κελάρι. Για Ελληνικά κρασιά από Γαλλικές ποικιλίες, όπως το Sauvignon Blanc και το Chardonnay, ειδικά για τα κρασιά που έχουν ωριμάσει σε βαρέλι, η κουβέντα αγγίζει τα όρια του αυταποδείκτου.

Ας σας δώσω ένα παράδειγμα από το Μοσχοφίλερο. Ακόμη και οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί των παλαιωμένων λευκών θα βάλουν ένα ερωτηματικό στο Μοσχοφίλερο. «Είναι μια αρωματική ποικιλία που σίγουρα θέλουμε να την πιούμε φρέσκια και μόνο έτσι». Το 2013 ήρθαν στην Ελλάδα για επίσκεψη, 25 Masters of Wine έμειναν στην χώρα μας για μια εβδομάδα και δοκίμασαν πάνω από 350 κρασιά, από όλες τις περιοχές. Κάποιο βράδυ στο Ναύπλιο είχαμε οργανώσει ένα δείπνο που το είχαμε ονομάσει “The Moschofilero Dinner” αφού θα δείχναμε μόνο Μοσχοφίλερο. Όταν μίλαγα με τους παραγωγούς για το τι κρασιά θα δείξουμε, ο Γιάννης Βογιατζής, ο Διευθύνοντας Σύμβουλος της Μπουτάρης Οινοποιητική, μου πρότεινε να φέρει το Μοσχοφίλερο Μπουτάρη του 2012, αλλά και μια πιο παλιά χρονιά. Το μυαλό μου πήγε σε ένα 2011, άντε ένα 2010.

Όταν φτάσαμε στο εστιατόριο, πήγα να δω τα κρασιά που είχαν έρθει, είδα και το κρασί που μου είχε πει ο Γιάννής και πάγωσα. Ήταν της εσοδείας του 1997 – ένα Μοσχοφίλερο 16 ετών. Όταν το δοκίμασα, δηλαδή ελάχιστα δευτερόλεπτα από την στιγμή που το είδα, η καρδιά μου πήγε στην θέση της, γιατί κατάλαβα πως ήταν μια κίνηση-μάτ, αλλά και ταυτόχρονα φτερούγησε, αφού το κρασί ήταν εξαιρετικό. Η γνωστή έντονα αρωματική διάσταση του Μοσχοφίλερου μπορεί να είχε χαθεί, αλλά τα αρώματα που είχαν μείνει ήταν πολύπλοκά, ιδιαίτερα, διακριτά και διακριτικά. Στο στόμα, η φρεσκάδα, το ελαφρύ σώμα και η κοφτερή οξύτητα ήταν εκεί που τα είχαμε αφήσει το 1998…  

Όταν έφυγαν οι 25 MWs από την Ελλάδα, τους ζήτησα να μου στείλουν ένα Top Ten από τα 350 κρασιά που δοκίμασαν κατά την παραμονή τους. Δεν υπήρχε ούτε ένας MW που να μην είχε βάλει αυτό το γέρικο Μοσχοφίλερο μέσα στην αγαπημένη του δεκάδα.

Έτσι, την επόμενη φορά που θα βρεθείτε απέναντι σε μια φιάλη Ελληνικού λευκού κρασιού που δεν είναι από το 2015, αλλά από μια παλαιότερη εσοδεία, δώστε της μια ευκαιρία. Μπορεί να σας εκπλήξει ευχάριστα. Μην νιώθετε ότι κάνετε χάρη στην φιάλη. Μάλλον στον εαυτό σας θα την κάνετε.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ | ΤΗΣ ΘΑΛΕΙΑΣ ΚΑΡΤΑΛΗ | τεύχος 1

Δεν είναι δύσκολο να κάνεις τον Στέλλιο Μπουτάρη να μιλήσει για το κρασί. Το πάθος του γι’ αυτό που κάνει είναι εμφανές από τις πρώτες του κιόλας κουβέντες.

Μεγαλωμένος μέσα στην οικογενειακή δουλειά, την εταιρεία Ιωάννης Μπουτάρης & Υιός ΑΕ, που ξεκίνησε από τον προπάππου του Γιάννη, ήξερε ότι θα ασχοληθεί με το κρασί, επέλεξε όμως να σπουδάσει Μαθηματικά και Οικονομικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οινοποιός, λοιπόν, και όχι οινολόγος ή αμπελουργός, με όραμα να χτίσει κάποια στιγμή ένα «σούπερ» οινοποιείο για να ικανοποιήσει την κρυφή του αγάπη για την αρχιτεκτονική. Το πρώτο λιθαράκι έχει ήδη μπει, όπως μαρτυρούν οι πυρετώδεις εργασίες επέκτασης του οινοποιείου που διεξάγονται αυτή την εποχή στο Κτήμα Κυρ-Γιάννη, στη Νάουσα. Ο Στέλλιος εκπροσωπεί μαζί με τον αδελφό του Μιχάλη την πέμπτη γενιά μιας από τις παλαιότερες οικογένειες οινοποιών στην Ελλάδα. Βαριά η κληρονομιά, όμως ο ίδιος τη θεωρεί ευχή, αφού στο «κρασί θέλεις μια συνέχεια, μια δυνατότητα να κοιτάς πολύ στο μέλλον». Το κρασί το έμαθε στην Αγγλία, όταν παράλληλα με το Master του στο LSE απέκτησε και το Diploma του WSET, και από τότε μέχρι σήμερα κάθε μέρα μαθαίνει…

– Υπάρχει ένας ρομαντισμός γύρω από την εικόνα του οινοποιού ο οποίος έχει καλλιεργηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Πού σταματά, όμως, ο ρομαντισμός και πού αρχίζει η σκληρή πραγματικότητα;

Είναι μια δουλειά που δεν αποφέρει εύκολα χρήματα. Αργεί πολύ κανείς να βγάλει λεφτά από το κρασί.

Θέλει χρόνο, υπομονή,συνέχεια, συνέπεια και πολύ προσωπική εργασία.  Δεν είναι τυχαίο ότι ελάχιστες πολυεθνικές εταιρείες έχουν ασχοληθεί με το κρασί. Φυσικά και έχει ρομαντισμό, δεν θεωρώ ότι είμαστε επιχειρηματίες, βλέπουμε τους εαυτούς μας και ως καλλιτέχνες. Επιπλέον, σε παγκόσμιο επίπεδο πολλοί οινοποιοί έχουν μπεί πια στο star system, αυτοπροβάλλονται και ο κόσμος το θέλει αυτό, θέλει να γνωρίζει τον άνθρωπο πίσω από το κρασί.

 

– Το γεγονός ότι το κρασί έχει τη δυνατότητα να παλαιώνει, ότι ένας οινοποιός μπορεί να δοκιμάσει αυτό που έφτιαξε σήμερα μετά από 10 – 20 χρόνια δεν του δίνει μια άλλη αύρα;

Βέβαια, έχει μια αύρα ιδιαίτερη, κλείνει μέσα του και το παρελθόν, και το μέλλον… Το κρασί κρύβει μέσα και πολλή ματαιοδοξία. Όλοι οι οινοποιοί είμαστε ματαιόδοξοι. Έχεις το όνομά σου πάνω στο τραπέζι, δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι οινοποιοί βάζουν το όνομά τους στην ετικέτα.

– Πού τοποθετείς το ελληνικό κρασί στον παγκόσμιο οινικό χάρτη;

Είμαστε δυστυχώς πολύ πίσω ακόμη, αν και τα πέντε τελευταία χρόνια έχουν γίνει τεράστια βήματα. Αν το δούμε σε αριθμούς, αποτελούμε το 1% της παγκόσμιας παραγωγής και μόλις το 0,2% των παγκόσμιων εξαγωγών. Παρότι το κρασί πράγματι ξεκινά από τους αρχαίους χρόνους, εμείς δεν έχουμε καμιά παράδοση στο κρασί όπως είναι σήμερα.

Tι εννοείς ακριβώς;

Πριν από τη δεκαετία του ’60 υπήρχαν ελάχιστα εμφιαλωμένα κρασιά. Ο Μπουτάρης ήταν από τις πρώτες εταιρείες μαζί με την Αchaia Clauss, τον Καμπά, τον Τσάνταλη και τον Κουρτάκη.

Τη δεκαετία του ’60 υπήρχαν πέντε μεγάλες εταιρείες που ήλεγχαν το ελληνικό κρασί. Ο καταναλωτής ζητούσε brands – Καμπά, Δεμέστιχα, Lac de Roches, και οι εταιρείες αυτές αυτό κατάφεραν να δώσουν στο μοντέρνο καταναλωτή της εποχής,που διψούσε για καταναλωτικά brands. Ακολούθησε μια δεύτερη επανάσταση τη δεκαετία του ’90, όταν βγήκαν οι μικροί παραγωγοί, και θεωρώ ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα γίνει μία ακόμη επανάσταση που θα βασίζεται στον αμπελώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτήν τη στιγμή τα ελληνικά λευκά κρασιά είναι καλύτερα από τα ερυθρά και έχουν μεγαλύτερη επιτυχία στη διεθνή αγορά από τα κόκκινα. Τα λευκά βασίζονται περισσότερο στο οινοποιείο και λιγότερο στον αμπελώνα και γι’ αυτό είναι πιο εύκολο να γίνουν. Τα ερυθρά βασίζονται σε παλιούς καλούς αμπελώνες κι εκεί έχουμε ακόμη δρόμο μέχρι τα αμπέλια που φυτευτήκανε την προηγούμενη δεκαετία να γίνουν 30 ετών! Επιπλέον, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 τα φθηνά ελληνικά εστιατόρια που είχαν δημιουργηθεί στο εξωτερικό ζητούσαν φθηνό κρασί. Παρότι είχαμε πολλές εξαγωγές την εποχή εκείνη, δεν μπορέσαμε να μπούμε στις κύριες αγορές γιατί κινηθήκαμε μέσα από ένα δίκτυο «εθνικού Ελληνικού» χονδρεμπορίου. Κι επίσης, ας μη γελιόμαστε, δεν υπήρχε και η ποιότητα.

– Τι πιστεύεις ότι έχει αλλάξει σήμερα;

Έχουμε πια μια τρομερή εξωστρέφεια. Θεωρώ ότι η κρίση μάς έχει κάνει καλό. Ως οινοποιοί δείξαμε μια τρομακτική ωριμότητα, κοιτάξαμε προς τα έξω πολύ γρήγορα, φτιάξαμε καλύτερα κρασιά, βελτιώσαμε τις τιμές μας, δουλέψαμε μαζί κι έτσι το ελληνικό κρασί άρχισε να μπαίνει στη διεθνή αγορά. Η επόμενη πρόκληση είναι η μία παλέτα να γίνει δύο, τρεις… Είμαι αισιόδοξος ότι μέχρι το 2025 θα έχουμε διπλασιασμό των εξαγωγών μας, θα φθάσουν τα 140 εκατομμύρια από 70 που είναι σήμερα.

Eλληνικές ή ξένες ποικιλίες;

Αυτήν τη στιγμή οι εξαγωγές μας βασίζονται σε ελληνικές ποικιλίες και πιστεύω ότι αυτές θα τραβήξουν το άρμα. Δεν θα έλεγα ποτέ ότι δεν πρέπει να οινοποιούμε ξένες ποικιλίες, το Cabernet Sauvingon είναι ο βασιλιάς, όπως και να το κάνουμε. Εκείνο που χρειαζόμαστε όμως είναι αυτό που λέμε icon wine, ένα κρασί από ελληνική ποικιλία, που θα πουλιέται 200 ευρώ και θα έχει ζήτηση.

– Το ελληνικό κρασί συχνά κατηγορείται ότι είναι ακριβό. Ποια είναι η γνώμη σου;

Δεν θα έλεγα ότι είναι ακριβό. Λέω πάντα ότι στην Ελλάδα το φθηνό είναι ακριβό και το ακριβό φθηνό. Δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να έχουμε καλά φθηνά κρασιά, αν και με την κρίση έχουμε βελτιωθεί, βρίσκεις σήμερα καλά κρασιά στα 3 ευρώ. Υπάρχουν, όμως, και ελληνικά κρασιά που θα μπορούσαν να πωλούνται και 200 ευρώ. Τώρα έχουν αρχίσει να βγαίνουν κάποια ακριβά κρασιά ώστε να ανοίξει η ψαλίδα.

– Η κατανάλωση έχει μειωθεί στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης;

Δεν έχει μειωθεί, έχει αλλάξει. Ο κόσμος δεν βγαίνει όπως έβγαινε, αλλά συνεχίζει να πίνει κρασί στο σπίτι. Δεύτερον, η κατανάλωση έχει μετακινηθεί από την ταβέρνα, που σήμερα δυσκολεύεται λόγω κρίσης, στο all day bar. Αυτή η κατηγορία μαγαζιών έχει επενδύσει στο κρασί κι από εκεί που δεν είχες κανένα κρασί στο ποτήρι, τώρα έχεις τέσσερις με πέντε επιλογές. Γενικά, το κρασί έχει γίνει μόδα.

– Το βλέπουμε αυτό και από τα wine bars που έχουν ξεφυτρώσει στην πόλη. Υπάρχει, όμως, μέλλον ή είναι κι αυτό μια τάση που θα περάσει;

Πιστεύω ότι έχει μέλλον. Εντάξει, κατά την άποψή μου, λίγα είναι τα πραγματικά wine bars. Wine bar σημαίνει πολλά κρασιά με το ποτήρι, μεγάλη επιλογή, καλό σέρβις από προσωπικό με γνώσεις πάνω στο κρασί και σχετικά μικρή κουζίνα. Πολλά είναι στην πραγματικότητα εστιατόρια. Είναι όμως ένα πολύ καλό φαινόμενο, το οποίο έχει επεκταθεί και στην επαρχία και μας έχει βοηθήσει πολύ.

– Υπάρχει, πιστεύεις, οινική παιδεία στον καταναλωτή;

Οχι, ο Ελληνας καταναλωτής είναι ακόμη brand oriented. Θα πιει χύμα ή θα πιει κάποιο brand. Tώρα σιγά σιγά αρχίζει να αλλάζει, λίγο οι σχολές, λίγο οι γευστικές δοκιμές, τα social media, όλα βοηθούν στη βελτίωση της οινικής παιδείας. Βέβαια, τι εννοούμε «οινική παιδεία»; Εννοούμε να ταιριάξω το κρασί μου με αυτό που τρώω, να πιω ένα καλό κρασί την Κυριακή, να έχω μια γνώση γι’ αυτό που πίνω. Δεν μπορώ να ζητήσω από τον καταναλωτή να ξέρει τη διαφορά μεταξύ του Ξινόμαυρου της Νάουσας και εκείνου της Γουμένισσας. Είναι πολύ εξειδικευμένο. Αυτό που θέλει ο καταναλωτής είναι να πιει ένα νόστιμο κρασί, να ξέρει τι πίνει και να το ευχαριστιέται. 

H πιο δύσκολη στιγμή στο κτήμα;

Όταν αντίκρισα το κομμένο αμπέλι. Κάποιος με ένα τσεκούρι κατέστρεψε ένα ολόκληρο αμπέλι Chardonnay. Δεν μάθαμε ποτέ ποιος και γιατί.

Η πιο όμορφη στιγμή;

Όταν αγόρασα 80 στρέμματα χωράφι κολλητά στο κτήμα, από την κόρη του ιδιοκτήτη από τον οποίο είχε αγοράσει ο πατέρας μου το κτήμα το 1968. Και όταν φυτέψαμε το καινούργιο αμπέλι.

Αγαπημένη ετικέτα;

Οι Δύο Ελιές. Το πρώτο κρασί που έκανα χωρίς την έγκριση του πατέρα μου.

Ο ήρωάς σου στην πραγματική του ζωή;

Ο πατέρας μου.

Με ποιο φυσικό ταλέντο θα ήθελες να είσαι προικισμένος;

Θα ήθελα να μαγεύω όταν μιλάω, να είμαι καλός ομιλητής

Αγαπημένο motto;

«Το σπίτι όσο χωρείς, το χωράφι όσο θωρείς».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΝΑΟΥΣΑ | ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ | τεύχος 1

Δυναμισμό, φρέσκες ιδέες και όρεξη για δουλειά συναντήσαμε στα πρόσωπα της νέας γενιάς οινοποιών στο σύντομο ταξίδι μας στη Βόρεια Ελλάδα. Γνωρίσαμε από κοντά την dream team του Ξινόμαυρου και σας την παρουσιάζουμε.. 

ΚΤΗΜΑ ΚΑΡΥΔΑ

«Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει» είναι το σύνθημα πατέρα και υιού Καρυδά. Δικαιώνονται δε από τα εξαιρετικά κρασιά τους αλλά και την εκρηκτική χημεία που έχουν μεταξύ τους, καθώς είναι πραγματικά απόλαυση να τους βλέπει κανείς να συνομιλούν. Εκφραστικοί και οι δύο, αστειεύονται, πειράζουν ο ένας τον άλλο, και στα μάτια αλλά και στα λόγια τους βλέπεις την αγάπη για τον τόπο και το κρασί τους. Ο αμπελώνας Καρυδά είναι σαν να έχει ξεπηδήσει από πίνακα ζωγραφικής, σε σημείο που να θεωρείται αξιοθέατο των επισκεπτών της περιοχής.

«Η διαφωνία φέρνει καλύτερα αποτελέσματα σε όλα», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο πατέρας Κωνσταντίνος Καρυδάς, ένας από τους πρώτους Έλληνες χιονοδρόμους, ο οποίος έλαβε μέρος σε δύο Ολυμπιακές αποστολές χιονοδρομίας, το 1964 και το 1968, ενώ ο γιος του Πέτρος συμπληρώνει γελώντας: «Τελικά, εμείς σε όλα τα βρίσκουμε και σε όλα διαφωνούμε». Είναι σίγουρο, πάντως, ότι έχουν βρει τη μαγική συνταγή για το κρασί τους . Πολυτεχνίτης ο μπαμπάς, άρχισε να ασχολείται με τα αμπέλια το 1979, ενώ το ’90 ξεκίνησε η οινοποίηση και εμφιάλωση. Ο Πέτρος, γραφίστας, λέει ότι ποτέ δεν φαντάστηκε ότι θα ασχοληθεί με το κρασί, αλλά η ζωή τα άλλαξε όλα και τώρα όχι μόνο ασχολείται, αλλά έχει και το μεγάλο κομμάτι της ευθύνης, με μια μικρή αλλά σημαντική βοήθεια από οινολόγο. Με μόνο δύο ετικέτες, 12.500 χιλιάδες φιάλες το Κτήμα Καρυδά και 700 μόνο το Συλλεκτικό Κτήμα Καρυδά, παντρεύουν παλιές και νέες μεθόδους οινοποίησης και επικεντρώνουν τις δυνάμεις τους στο να κρατήσουν ψηλά τον πήχυ της ποιότητας, που είναι και το δυσκολότερο κομμάτι, όπως λέει ο Πέτρος. Η κρίση τους έχει επηρεάσει. Ωστόσο, όπως λένε χαρακτηριστικά, «στο εξωτερικό καλύτερα δεν γίνεται να πάμε». Δεκαπέντε χρόνια δραστηριοποιούνται με επιτυχία στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών. Κτήμα Καρυδά βρίσκεις σε 28 πολιτείες, από τη Χαβάη έως τη Νέα Υόρκη και από τη Φλόριντα έως το Σιάτλ.

ΚΤΗΜΑ ΦΟΥΝΤΗ

Στο Κτήμα Φουντή δεν έχει κανείς αμφιβολία για τη δυναμική παρουσία της νέας γενιάς. Οση ώρα συζητάμε με τον Νίκο Φουντή και την κόρη του Γεωργία, μπαινοβγαίνουν γαμπροί και κόρες, όλοι αναπόσπαστο κομμάτι του κτήματος. «Οι γαμπροί μου με εκτιμούν περισσότερο από τις κόρες μου», μας λέει χαριτολογώντας ο κ. Φουντής, ο οποίος ξεκίνησε το οινοποιείο το 1992 αρχικά ως χόμπι, αφού η βασική του ενασχόληση ήταν μέχρι τότε η καλλιέργεια ροδάκινου και μήλου. Έκτοτε το κτήμα, το οποίο παράγει κυρίως Ξινόμαυρο, μεγάλωσε, τα κτήματα μετατράπηκαν σε αμπέλια, η παραγωγή από τις 2.500 φιάλες έφτασε τις 80.000 και εξελίχθηκε σε μια προσοδοφόρο οικογενειακή επιχείρηση. Η κόρη του Γεωργία ξεκίνησε να δουλεύει στο κτήμα το 2003 και, έχοντας σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων, ασχολείται σήμερα πιο πολύ με το οικονομικό κομμάτι. Διαφορές μεταξύ τους δεν υπάρχουν, αφού όλοι συμφωνούν ότι η οινοποίηση είναι μία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το Ξινόμαυρο. «Η φιλοσοφία του οινοποιείου, την οποία συνεχίζουμε κι εμείς, είναι ότι το Ξινόμαυρο προορίζεται για παλαίωση, οπότε ακολουθούμε την κλασική μέθοδο οινοποίησης», υποστηρίζει η Γεωργία. Τόσο η Νάουσα όσο και το Κτήμα Φουντή είναι κρασιά που προορίζονται για παλαίωση, γεγονός που έχει εκτιμηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια και στη διεθνή αγορά. «Αυτήν τη στιγμή έχουμε κρασί του ’96 το οποίο έχει άλλα έξι-επτά χρόνια περιθώριο τουλάχιστον», τονίζει ο κ. Φουντής. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού, υπό την καθοδήγηση του οινολόγου του κτήματος και ανιψιού του κ. Φουντή, Δημήτρη Ζιάννη, ο οποίος σπούδασε Οινολογία στη Γαλλία. Στόχος της Γεωργίας είναι να φυτευτούν κι άλλα αμπέλια, χωρίς ωστόσο να χαθεί ο έλεγχος, να μην ξεφύγουν σε ποσότητα εις βάρος της ποιότητας. «Αν δεν έχεις καλή πρώτη ύλη, όσο καλά μηχανήματα, όσο καλό οινολόγο κι αν έχεις, το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι ποιοτικό», συμφωνεί ο πατέρας της.

ΚΤΗΜΑ ΔΑΛΑΜΑΡΑ

Λίγο πριν κλείσει τα 30, ο Κωστής Δαλαμάρας έχει ήδη από το 2011 αναλάβει τα ηνία του Κτήματος Δαλαμάρα από τον πατέρα του. Έκτακτες συνθήκες εμπόδισαν τον Γιάννη Δαλαμάρα να παρευρεθεί στη συζήτησή μας, η απάντηση όμως στο ερώτημά μας για το ποια είναι η σχέση μεταξύ των δύο γενεών είναι απολύτως ξεκάθαρη. Έχει παραχωρήσει πλήρως την ευθύνη στον γιο του και ο ίδιος ασχολείται πια αποκλειστικά με το αμπέλι. Με σπουδές Οινολογίας και Αμπελουργίας στην Beaune της Βουργουνδίας, ο Κωστής συνεχίζει μια παράδοση 150 ετών, αφού το κτήμα ξεκίνησε το 1840, παίρνοντας τη σημερινή του μορφή το 1990. Με την επιστροφή του Κωστή από τη Γαλλία, άρχισε η εφαρμογή νέων τεχνικών οινοποίησης και δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στο αμπέλι και κυρίως στον τρύγο. «Όποιος έρχεται να κάνει εδώ τρύγο δεινοπαθεί», μας λέει γελώντας. Στόχος του είναι η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου οικοσυστήματος στο κτήμα και η πλήρης κατάργηση των σκευασμάτων, ακόμη και των βιολογικών. Επηρεασμένος από το κίνημα για την παραγωγή φυσικών οίνων, που γνώρισε από κοντά στην Αλσατία και την Καταλονία της Ισπανίας, ο Κωστής Δαλαμάρας είναι αποφασισμένος να συνεχίσει να δίνει έμφαση στην παραγωγή ποιοτικών κρασιών, «κρασιών που ικανοποιούν πρώτα εμάς, όχι τις αγορές». Το Ξινόμαυρο είναι η βασική ποικιλία του κτήματος, με τον «Παλιοκαλιά» να αποτελεί τη ναυαρχίδα ανάμεσα στις ετικέτες που παράγονται. Φιλοδοξεί να φθάσει στις 50.000 φιάλες ετησίως από τις 30.000 που παράγονται σήμερα, αλλά όχι παραπάνω, καθώς αυτό θα είχε επιπτώσεις στην ποιότητα. Ως νέος άνθρωπος, όμως, έχει ήδη απογοητευθεί από την πολιτεία, που όχι μόνο δεν στηρίζει, αλλά δημιουργεί επιπλέον δυσκολίες στους οινοπαραγωγούς με αποφάσεις όπως η πρόσφατη για τη θέσπιση φόρου, η εφαρμογή της οποίας αποτελεί «μνημείο ανικανότητας», όπως χαρακτηριστικά λέει.

 

ΚΤΗΜΑ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ

Η ομορφιά και ο δυναμισμός της Νανάς Χρυσοχόου μάς άφησαν άναυδες, αφού με τεράστια ευκολία -ή τουλάχιστον έτσι έδειχνε- τα έβγαζε πέρα με ένα μωρό δύο μηνών, έκανε μετρήσεις για θειώδη και μιλούσε σε δύο ενοχλητικές δημοσιογράφους από την Αθήνα.

Το 1977 ο Κείμης Χρυσοχόου παντρεύεται την Μπέττυ και ξεκινούν μαζί την ιστορία του Κτήματος Χρυσοχόου. Την παράδοση και το μεράκι των γονιών συνεχίζουν σήμερα τα τρία παιδιά: η Κατερίνα, που σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων, η Νανά, απόφοιτος ΤΕΙ Λογιστικής και σχολής Αμπελουργίας και Οινολογίας (Ιταλία), καιο Γιάννης που εργάζεται σε διάφορα τμήματα του κτήματος . Το οινοποιείο είναι χτισμένο σε απόλυτο παραδοσιακό στυλ. Κάνοντας μια μικρή ξενάγηση στους χώρους του, συναντάμε την αίθουσα παραγωγής και εμφιάλωσης των παραγόμενων οίνων,συνεχίζουμε σε μια ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα γευσιγνωσίας κρασιού και καταλήγουμε σε μια εξαιρετική συλλογή της οικογένειας από αντικείμενα σχετικά με το κρασί, όπως καράφες, ανοιχτήρια, ποτήρια κ.τ.λ.Σ’ έναν κλειστό και ελάχιστα φωτισμένο χώρο διατηρούνται φιάλες οίνου που παράχθηκαν από το 1960 κι έπειτα και αποτελούν κειμήλια της εταιρείας, ενώ από τις εγκαταστάσεις του οινοποιείου δεν θα μπορούσε να λείπει το «ΚΕΛΑΡΙ», ένας ολοκαίνουργιος χώρος που συνδυάζει τη μαγεία της πέτρας μ’ αυτήν του ξύλου. Η Νανά Χρυσοχόου, μεταξύ άλλων, είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τον τομέα παραγωγής και οινοποίησης, το λογιστήριο και τις συμφωνίες με τους πελάτες.

«Οι γονείς μου δεν παρεμβαίνουν ποτέ στις δικές μου αρμοδιότητες, έχουν παραδώσει τα ηνία και ο ρόλος τους είναι πλέον συμβουλευτικός. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά, καθώς τα πράγματα έχουν αλλάξει τόσο πολύ στην οινοποίηση, που δεν έχουν πλέον την απαραίτητη γνώση. Η πείρα τους, όμως, είναι πολύτιμη και φαίνεται όταν δοκιμάζουμε ένα καινούργιο κρασί».

Το μέλλον όμως πιο είναι;«Παραφέραμε ξένες ποικιλίες», λέει η Νανά Χρυσοχόου. «Καλύτερα τώρα να δώσουμε έμφαση στις γηγενείς». Τα πράγματα δεν είναι εύκολα με την κρίση στην Ελλάδα, αλλά υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από το εξωτερικό, όπου και εξάγουν το 20% της παραγωγής τους. Γερμανία, Ηνωμένες Πολιτείες, Κίνα, Βέλγιο, Αγγλία, Πολωνία Κύπρος, Λουξεμβούργο απολαμβάνουν κρασί από τη Νάουσα, με την υπογραφή του Κτήματος Χρυσοχόου.

ΚΤΗΜΑ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ

Φυσούσε πολύ. Μια καρυδιά έπεσε και αποκαλύφθηκε η ιστορική Σχολή του Αριστοτέλη στη Νάουσα, όπου ο Μέγας Αλέξανδρος μαθήτευσε για περίπου δύο χρόνια, μεταξύ 343 και 340 π.Χ. Το κτήμα ανήκε στην οικογένεια Διαμαντάκου και με τα χρήματα της αποζημίωσης αγοράστηκαν τα αμπέλια που τώρα δίνουν δύο εξαιρετικά κρασιά, τη Νάουσα -από τη γνωστή ξινόμαυρη ποικιλία- αλλά και το λευκό Πρεκνάδι – από το «πρεκνιάρης», που σημαίνει «φακιδιάρης», από τα μαύρα στίγματα που έχει η ρώγα.

Το Πρεκνάδι δίνει κρασιά έντονα αρωματικά, μικρής έως μέσης οξύτητας και υψηλού αλκοολικού τίτλου, ενώ το εμφιαλώνουν ως μονοποικιλιακό, καθώς τα χαρακτηριστικά του είναι πολύ ιδιαίτερα. Το Οινοποιείο του Κτήματος Διαμαντάκου βρίσκεται στην καρδιά του αμπελώνα. Περιλαμβάνει χώρους παραγωγής, εμφιάλωσης και φύλαξης των οίνων, εξοπλισμένους με σύγχρονα τεχνολογικά μηχανήματα.Ο Γιώργος Διαμαντάκος -ο οποίος σπούδασε Οινολογία και έκανε μεταπτυχιακό στην αμπελουργία- μας μιλάει με πάθος για τη δουλειά του αλλά και για τη σχέση με τον πατέρα του.

«Στην αρχή υπήρχε ένταση με τον πατέρα μου, καθώς οι αλλαγές της νέας γενιάς πάντα προκαλούν τριβές – κάτι θα κάνω, κάτι θα πει. Οι παλιοί σαν να θέλουν να κουράζονται. Δουλεύουν πολύ και όχι έξυπνα, επίσης φόρτωναν πολύ το αμπέλι». Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει στο Κτήμα Διαμαντάκου, το οποίο διαθέτει και αποστακτήριο τσίπουρου. Έμφαση δίνεται στο αμπέλι, το οποίο αφήνουν να δουλεύει χαμηλά, μειώνοντας τη στρεμματική απόδοση, ενώ ο τρύγος γίνεται με βάση την ωριμότητα στο κουκούτσι και χρησιμοποιούνται μοντέρνες μέθοδοι οινοποίησης.

«Στόχος μας είναι να βγάζουμε εξαιρετικά κρασιά. Εμείς θέλουμε να μιλάει η γη, το αμπέλι. Κάθε χρονιά είναι διαφορετική και αυτό είναι το ωραίο, μετά ας βάλει ο καθένας το χαρακτήρα του με δεξαμενές και εκχυλίσεις», λέει ο Γιώργος, που αυτή την περίοδο ανακαινίζει το οινοποιείο. Τα επόμενα χρόνια δεν θέλουν να αυξήσουν την παραγωγή, αλλά να ανεβάσουν την ποιότητα και, γιατί όχι, να φύγει ένα κρασί με την υπογραφή τους που να φθάνει τα 30 ή 40 ευρώ, όπως τα ιταλικά.

ΚΤΗΜΑ ΧΑΤΖΗΒΑΡΥΤΗ

Το μήλο κάτω από τη μηλιά… Στην περίπτωση της Χλόης Χατζηβαρύτη τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Η αγάπη του πατέρα της, Βαγγέλη, για το κρασί δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει στην επόμενη γενιά. Με σπουδές Γεωπονίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και μεταπτυχιακά στην Οινολογία και την Αμπελουργία, η 27χρονη Χλόη ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο -αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στο Marlborough της Νέας Ζηλανδίας για τον τρύγο- συλλέγοντας εμπειρίες και γνώση, προτού αποφασίσει να εγκατασταθεί μόνιμα στον οικογενειακό αμπελώνα, στη Γουμένισσα του Κιλκίς. Επιθυμία της είναι να ταξιδέψει στις μεγαλύτερες οινοπαραγωγούς περιοχές του κόσμου, να μελετήσει τα διαφορετικά στυλ κρασιού, τα terroir, τις τεχνικές οινοποίησης, να καταλάβει ποιος είναι ο ανταγωνισμός. Όμως στο μυαλό της βρίσκεται ήδη διαμορφωμένος ο στόχος της για το κτήμα. Για τη Χλόη η βιοδυναμική καλλιέργεια είναι μονόδρομος και αποτελεί για την ίδια τη μεγαλύτερη πρόκληση για το μέλλον. «Πρέπει να υιοθετούμε πρακτικές που βοηθούν την καλλιέργεια, δεν επιτίθενται σε αυτήν», υποστηρίζει.

«Πρέπει να πείσουμε την προηγούμενη γενιά ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει ως προς την αντιμετώπιση των καλλιεργειών». Ο αμπελώνας του κτήματος, ο οποίος σήμερα αποτελείται από 120 στρέμματα, ήταν εξαρχής βιολογικός, αφού και ο Βαγγέλης Χατζηβαρύτης έδωσε από την πρώτη στιγμή έμφαση στην ποιότητα του σταφυλιού, τη γονιμότητα του εδάφους και την προστασία του περιβάλλοντος. Ο πατέρας της την εμπιστεύεται, στηρίζει πολύ την επιθυμία της να ταξιδέψει, είναι ανοικτός στις αλλαγές. Η ιδέα της βιοδυναμικής καλλιέργειας τον βρίσκει σύμφωνο, ο ίδιος όμως θεωρεί ότι θα πρέπει να γίνει σιγά σιγά. Οι προκλήσεις της νέας γενιάς οινοποιών; Είναι πολλές, καθώς είναι αναγκασμένη να κινηθεί μέσα σε ένα οικονομικά δύσκολο περιβάλλον. «Το ελληνικό κρασί πρέπει να αποκτήσει εξωστρέφεια». Στη Γαλλία, όπου σπούδαζε, το ελληνικό κρασί ήταν ο μεγάλος απών, ενώ συχνά αντιμετώπιζε και την ειρωνική στάση των Γάλλων. «Καλά, εσείς βγάζετε ρετσίνα, γιατί θέλεις να γίνεις οινολόγος;» Σε ένα πράγμα πάντως η Χλόη συμφωνεί απόλυτα με τον πατέρα της, ότι το μέλλον του ελληνικού κρασιού βρίσκεται στις γηγενείς ποικιλίες. Το Κτήμα Χατζηβαρύτη εστιάζει την προσοχή του στις ελληνικές ποικιλίες Ξινόμαυρο, Νεγκόσκα, Ροδίτη και Ασύρτικο.

Θάλεια Καρτάλη – Πηνελόπη Κατσάτου

FUNKY GOURMET | ΑΘΗΝΑ | τεύχος 1

Με δύο αστέρια Michelin στη φαρέτρα του, το εστιατόριο Funky Gourmet άνοιξε νέους ανεξερεύνητους ορίζοντες στην αθηναϊκή κουζίνα. Αποδεικνύοντας ότι δεν είναι μόδα που θα περάσει, λειτουργεί από τον Νοέμβριο του 2009 σε ένα ζεστό περιβάλλον στον εναλλακτικό Κεραμεικό, με μενού γευσιγνωσίας εμπνευσμένα από μοναδικά ελληνικά προϊόντα και την εποχικότητά τους, δημιουργώντας μια μοντέρνα ελληνική κουζίνα. To 2007, η Γεωργιάννα Χιλιαδάκη ίδρυσε μαζί με τον Νίκο Ρούσσο την εταιρεία Funky Gourmet. Και οι δυο τους ξεκίνησαν με διαφορετικούς επαγγελματικούς προσανατολισμούς, όμως τους κατέκτησε η μαγειρική και στη συνέχεια σπούδασαν στη σχολή Institute of Culinary Education στο Μανχάταν. Τώρα, δημιουργούν σε μια κουζίνα που από πολλούς χαρακτηρίζεται πρωτοποριακή, avant-garde. Ο επισκέπτης του Funky Gourmet δεν πρόκειται να φάει ένα ωραίο πιάτο και να χορτάσει με την παραδοσιακή έννοια. Τα μενού γευσιγνωσίας που προσφέρουν μπορεί να περιλαμβάνουν κρέας, ψάρι, όστρακα, ζυμαρικά, λαχανικά, φρούτα… ενώ κάθε μενού είναι σαν μια παράσταση με πολλές πράξεις. Ένα παιχνίδι γεμάτο γευστικές εκπλήξεις.

Ακολουθεί μια τέτοια παράσταση…

Κάστανα από το χωριό Ροκφόρ (για 4 άτομα)

Υλικά για το λάδι φουντουκιού

 300 gr ηλιέλαιο

 200 gr φουντούκια

Εκτέλεση

Καβουρδίζουμε τα φουντούκια σε προθερμασμένο φούρνο στους 180° C για 8 λεπτά. Τα χτυπάμε στο μπλέντερ μαζί με το ηλιέλαιο και τα αφήνουμε για ένα βράδυ. Σουρώνουμε και κρατάμε μόνο το λάδι φουντουκιού.

Υλικά για την πούδρα φουντουκιού

46 gr λάδι φουντουκιού

4 gr ζάχαρη άχνη

30 gr malto texturas

80 gr φουντούκια, ψιλοκομμένα και καβουρδισμένα

80 gr κάστανο, ψημένο και ψιλοκομμένο

Εκτέλεση

Σε μια μπασίνα ανακατεύουμε όλα τα υλικά μαζί.

Υλικά για το μείγμα βούτυρο κακάο-σοκολάτα

200 gr βούτυρο κακάο, Valrhona

200 gr σοκολάτα Guanaja, Valrhona

Εκτέλεση

Στο φούρνο μικροκυμάτων λιώνουμε τα δύο υλικά μαζί.

Υλικά για τα εικονικά κάστανα

100 gr ροκφόρ Papillon, μαύρο

λευκή σοκολάτα, Valrhona

Εκτέλεση

Περνάμε το ροκφόρ από σήτα και το στρώνουμε σε ειδικές φόρμες σιλικόνης, περίπου 6 gr. Γεμίζουμε 8 και τις βάζουμε στην κατάψυξη. Μόλις παγώσουν καλά, ενώνουμε ανά 2 μαζί και σβήνουμε τις γραμμές ελαφρώς με το χέρι. Τοποθετούμε σε ξηρό πάγο για να παραμείνουν καλά παγωμένα. Τα καρφώνουμε με ένα ξυλάκι, τα βουτάμε στο υγρό άζωτο και μετά στο μείγμα βούτυρο κακάο-σοκολάτα. Τα αφήνουμε να στεγνώσουν και βάφουμε τη βάση με λίγη σοκολάτα λιωμένη. Αφήνουμε τα κάστανα στο ψυγείο για 2-3 ώρες μέχρι να ξεπαγώσει το τυρί στο εσωτερικό του.

 

Για το σερβίρισμα

Σε ένα πιάτο βάζουμε αρκετή μαρμελάδα βύσσινο. Καλύπτουμε με την πούδρα φουντουκιού. Τοποθετούμε το εικονικό κάστανο πάνω στην πούδρα και σερβίρουμε με ζεστά μπριός αρωματισμένα με βανίλια.

Ο sommelier προτείνει:

Σε αυτό το στάδιο του τυριού θέλουμε να συνδυάσουμε την έντονη και πικάντικη γεύση του ροκφόρ με επικάλυψη σοκολάτας Guanaja με το σώμα και την πολυπλοκότητα ενός Port LBV 2009. Γι’ αυτόν το λόγο έχουμε επιλέξει ένα Port LBV 2009 από το Κτήμα Nieport της Πορτογαλίας, με αρώματα μαύρων φρούτων σε μορφή λικέρ, όπως είναι το crème de cassis, με νότες μαύρης σοκολάτας, κόκκων καφέ και μπαχαριών. Στην παλέτα είναι πλούσιο, με μέτριες τανίνες, υψηλό αλκοόλ και μακρά επίγευση.

 

 

ΒΑΣΙΛΑΙΝΑΣ | ΠΕΙΡΑΙΑΣ | τεύχος 1

Το ιστορικό εστιατόριο Βασίλαινας βρίσκεται κοντά στο λιμάνι του Πειραιά. Ξεκίνησε το 1920 από μικρό μπακάλικο με δυο-τρία τραπεζάκια και έκτοτε συνεχίζει να στεγάζεται στο ίδιο κτίριο. Ήδη από το 1928 καθιέρωσε το menu degustation, παράδοση την οποία συνεχίζει μέχρι και σήμερα, προτείνοντας ένα menu 10 πιάτων, το οποίο πλαισιώνεται από μια λίστα κρασιών σχεδιασμένη ώστε να συνοδεύει ιδανικά τη γαστρονομική εμπειρία, καλύπτοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό παραγωγών από τον ελληνικό και τον διεθνή αμπελώνα. Τα πιάτα ετοιμάζει ο 30χρονος chef Άνταμ Κοντοβάς, ένας άνθρωπος που με την επιμονή του και την αγάπη του για τη γαστρονομία κατάφερε μέσα από μια δύσκολη προσωπική πορεία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του. Μεγαλώνοντας σε δύσκολες οικονομικά συνθήκες, ο Άνταμ ξεκίνησε να μαγειρεύει από τα 10 του χρόνια για να καλύψει τις ανάγκες της οικογένειάς του. Δεν άργησε να συνειδητοποιήσει ότι η μαγειρική ήταν η μεγάλη του αγάπη. Μετά την αποφοίτησή του από σχολή μαγειρικής, ολοκλήρωσε τη μαθητεία του κοντά σε γνωστούς chefs στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και ανέλαβε head chef πριν από τέσσερις μήνες στην κουζίνα του Βασίλαινα.

ΤΣΙΠΟΥΡΑ ΦΡΙΚΑΣΕ 

Υλικά

1 τσιπούρα 500 gr

100 gr άγρια χόρτα

25 gr καρότο

25 gr σέλερι

25 gr κρεμμύδι

μυρώνια

εστραγκόν

άνηθος ψιλοκομμένος

αυγοτάραχο σκόνη/ολόκληρο

25 ml λευκό κρασί

ελαιόλαδο

αλάτι

πιπέρι

1 αυγό

χυμός από 2 λεμόνια

Εκτέλεση

Φιλετάρουμε το ψάρι και αφαιρούμε την πέτσα και τα κόκαλα. Στη συνέχεια το τοποθετούμε, αφού το αλατοπιπερώσουμε, σε σακουλάκι vacuum και βγάζουμε όλο τον αέρα. Μαγειρεύουμε στους 52 βαθμούς για 14 λεπτά. Σε ένα κατσαρολάκι σοτάρουμε τα λαχανικά, στη συνέχεια σβήνουμε με το λευκό κρασί και, αφού εξατμιστεί το αλκοόλ, προσθέτουμε ζωμό λαχανικών και μαγειρεύουμε μέχρι να μαλακώσουν τα χόρτα. Έπειτα, κατεβάζουμε με από τη φωτιά και βάζουμε τα μυρωδικά, το χυμό λεμονιού και τελειώνουμε με λίγο φρέσκο ελαιόλαδο.

Για τη μους αυγολέμονο:

Βάζουμε το ζωμό ψαριού να πάρει μια βράση. Κατεβάζουμε από τη φωτιά. Προσθέτουμε τον άνηθο και καλύπτουμε με μεμβράνη ώστε να ενσωματωθούν οι γεύσεις. Σε μια μπασίνα βάζουμε το ζωμό μέσα στο αυγό και ενσωματώνουμε γρήγορα για να μην ψηθεί το αυγό. Το βάζουμε σε ένα σιφόν μαζί με το αγάρ αγάρ και δύο αμπούλες και κλείνουμε το σιφόν.

Για το σερβίρισμα

Σε ένα βαθύ πιάτο τοποθετούμε στη βάση τα χόρτα και περιχύνουμε  με τη μους αυγολέμονο. Βγάζουμε το ψάρι από το σακουλάκι και το τοποθετούμε από πάνω. Ολοκληρώνουμε με δύο φέτες αυγοτάραχο και λίγη σκόνη αυγοτάραχου.

O sommelier προτείνει

H τσιπούρα φρικασέ είναι ένα πιάτο με ιδιαίτερη πολυπλοκότητα. Η πικράδα των χόρτων και η γήινη γεύση τους ισορροπεί από την οξύτητα της συνταγής, ενώ το αυγολέμονο δίνει σώμα στο αέρινα μαγειρεμένο ψάρι. Τέλος, το αυγοτάραχο με τη βουτυράτη γεύση του ολοκληρώνει το πιάτο, που τα έχει όλα: γη και θάλασσα.

Την πολυπλοκότητα αυτή μόνο μια εξίσου πολύπλοκη Σαντορίνη θα μπορούσε να την υποστηρίξει με τον έντονα ορυκτό χαρακτήρα της, το χαμηλής έντασης φρούτο και την ατσάλινη δομή και οξύτητα που προκαλεί τους σιελογόνους αδένες, ισορροπώντας και αναδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά του πιάτου, παραμένοντας όμως ισότιμος πρωταγωνιστής.

To Chardonnay είναι επίσης μια πολύ καλή επιλογή με τον ελαφρώς τοσταρισμένο καπνιστό χαρακτήρα, την πιο βουτυράτη γεύση, το γεμάτο σώμα και την απολαυστική οξύτητα.

 

info |Eστιατόριο Βασίλαινασ

Αιτωλικού 72 και Βιτωλίων, Πειραιάς

Κουζίνα: νέα ελληνική

Chef: Άνταμ Κοντοβά