Τα φυσικά κρασιά, όπως μπορεί ο καθένας να τα ορίσει, είναι ένα σημαντικό κομμάτι της αγοράς του ποιοτικού κρασιού, που καταναλώνεται από όσους είναι συναισθηματικά εμπλεγμένοι με το κρασί. Είναι σαφέστατα ένα μικρό κομμάτι της αγοράς, αλλά είναι σημαντικό, και το πιθανότερο είναι να παραμείνει τέτοιο, ίσως και μεγαλύτερο τα επόμενα χρόνια.
Κανένας δεν μπορεί συνεπώς να το αψηφήσει. Οι μικροί Έλληνες οινοπαραγωγοί καλά θα έκαναν να σκεφτούν προσεκτικά την όποια βιαστική καταδίκη αυτής της προσέγγισης, ειδικά αν στοχεύουν σε αύξηση των εξαγωγών. Δυστυχώς, τα ελληνικά κρασιά ακόμη συναντούν αναχώματα στις εξαγωγικές τους προσπάθειες, αλλά οι εισαγωγείς (και οι έμποροι λιανικής, και οι εστιάτορες) που εστιάζουν στα φυσικά κρασιά είναι πολύ πιο ανοιχτοί σε εξωτικές προελεύσεις – μην ξεχνάμε ότι τα φυσικά κρασιά είναι ο βασικός λόγος που η Γεωργία έχει μπει στα οινικά σαλόνια. Ίδιες ευκαιρίες δίνουν και τα vegan κρασιά, αλλά αυτό αξίζει ένα ολόκληρο άρθρο αυτής της στήλης.Ας πάμε όμως και στο «αλλά». Όσο πιο σημαντικό γίνεται το φυσικό κρασί, τόσο ο προσδιορισμός «φυσικό» καπελώνει τα υπόλοιπα στοιχεία ενός συγκεκριμένου κρασιού και γίνεται αυτοσκοπός. Αυτό οδηγεί σε ελευθεριότητα, η οποία κάποιες φορές είναι επικίνδυνη. Είναι το κρασί στη φιάλη κατά 35% λάσπη; Έχει οξείδωση; Έχει κάνει πάρτι ο Βρετανομύκητας από τις Βρυξέλλες με την Dekkera anomala (και ποιος θα της έλεγε όχι…); Αν το κρασί είναι «βιομηχανικό», τότε γρήγορα στην πυρά. Αν όμως το κρασί είναι φυσικό, ε τότε αλλάζει. Φυσικό, άρα τέλειο! Το απίστευτο είναι πως αυτή η ελευθεριότητα υποστηρίζεται από το καταναλωτικό κοινό. Κυρίως γιατί το φυσικό κρασί έγινε μόδα, και έτσι άτομα έρχονται κοντά του χωρίς να έχουν κατανόηση του θέματος. «Αν δεν είναι θολό, δεν μου πρέπει». Το βλέπουμε συχνά και σε άλλους τομείς, όπως η μοντέρνα τέχνη, όπου είναι εύκολο να δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος: η μη εύκολα προσπελάσιμη φόρμα δημιουργεί δυσκολία στο να ξεχωρίσεις την ποιότητα, έτσι η είσοδος στην αγορά χαμηλής ποιότητας έργων γίνεται πιο εύκολη, αρκεί να μένουν πιστά στη φόρμα, και αυτά τα έργα σαγηνεύουν οπαδούς που μπορούν μόνο να αναγνωρίσουν τη φόρμα.
Και; Πρόβλημα; Ίσως ναι… Όπως είπε πρόσφατα ο Steve Kirkham, ο Beverage Director της ιδιωτικής λέσχης RaC στο Λονδίνο, από αυτές στις οποίες πληρώνεις αρκετές χιλιάδες λίρες κάθε χρόνο, «πολλοί νέοι μπαίνουν στο κρασί μέσω του φυσικού κρασιού, πίνουν μερικά εξαιρετικά κρασιά, αλλά και πολλά τραγικά, μετά από λίγο καιρό φτάνουν σε κορεσμό, γνωρίζουν τις craft beers, που δεν είναι natural, αλλά artisan, πίνουν και γοητεύεται το στόμα τους, και σύντομα αφήνουν το κρασί για να πίνουν microζύθους που μυρίζουν σαν Sauvignon Blanc από τη Νέα Ζηλανδία. Και τότε γιατί έκαναν όλο αυτόν τον κύκλο και δεν άρχισαν από το να πίνουν Sauvignon Blanc από τη Νέα Ζηλανδία και να μείνουν εκεί;». Το genre των φυσικών κρασιών, έως έναν βαθμό, δίνει αβάντες στους ερασιτέχνες. Το λάθος, η ασυνέχεια, η ασυνέπεια, η τεμπελιά όχι μόνο ανέχονται, αλλά και μερικές φορές είναι λόγος πανηγυρισμών. Κάτι που είναι κρίμα, κυρίως για τους παραγωγούς φυσικών κρασιών που κάνουν κρασάρες, με ατελείωτες ώρες εργασίας και κορυφαία ενσυναίσθηση απέναντι στην οινοποιητική επιστήμη. Και φτάνουμε στο σημείο όπου χρειάστηκα τρία άρθρα για να φτάσω. Σε θεωρητικό υπόβαθρο, το απόλυτο φυσικό κρασί είναι αυτό στο οποίο ο άνθρωπος που το παράγει βγαίνει εκτός εικόνας. Θα μιλούσαν ο Τόπος, ο Καιρός, το Σταφύλι, το Terroir, η Πανίδα, η Φύση, βρε παιδί μου, και ο Άνθρωπος δεν θα έπαιζε καν τον ρόλο της μαμής. Θα έβλεπα έναν κατάλογο φυσικών κρασιών να μην αναγράφει παραγωγούς παρά μόνο συντεταγμένες του GPS του αμπελιού, γιατί μόνο αυτό έχει σημασία. Ο οινοπαραγωγός έκανε απλώς καλά αυτό που απαιτούμε από έναν δημιουργό φυσικού κρασιού: τίποτα. Η φύση είναι υπέροχη. Πολλοί οινοποιοί τη βίασαν επανειλημμένα (αν και αυτό το επιχείρημα το χρησιμοποιούν οι παραγωγοί φυσικών κρασιών, ενώ αφορά τη βιολογική και βιοδυναμική καλλιέργεια, που είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα). Όμως, όλο αυτό το παιγνίδι αφήνει εκτός ένα από τα πιο υπέροχα πράγματα που δημιούργησε η Μητέρα Φύση: το ανθρώπινο μυαλό. Ο ήχος των κυμάτων ή των πουλιών είναι σαφέστατα ευλογία, αλλά, αν είχα να επιλέξω αυτόν ή τη μουσική του Chopin, θα διάλεγα τα «Νυχτερινά» του, γιατί με ηρεμούν και με αγγίζουν σε πολλά παραπάνω επίπεδα. Και με διαβεβαιώνουν πως ο Άνθρωπος έχει μεγαλείο. Εκεί έξω υπάρχουν χιλιάδες λαμπερά οινικά μυαλά, που ελευθερώνουν πάνω από όλα την ψυχή τους από αγκυλώσεις χαμηλής παρεμβατικότητας και απλώς προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο κρασί που μπορούν, για να σπρώξουν τις αισθήσεις μας παραπάνω, όχι παραπέρα. Η απεξανθρωποποίηση του κρασιού, αν συμβεί, θα είναι ένα από τα πιο θλιβερά πράγματα που θα έχουν συμβεί σε αυτό.