Weingut Bründlmayer | της Πηνελόπης Κατσάτου, #13

 Στο Weingut Bründlmayer, που βρίσκεται σε μια πανέμορφη περιοχή 70 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Βιέννης, το Langenlois, φθάσαμε δύο μέρες μετά τα Χριστούγεννα. Στο κτήμα μόλις είχε αρχίσει το κλάδεμα και το οινοποιείο ήταν κλειστό. Ωστόσο στην πόρτα μάς περίμενε χαμογελαστός ο Andreas Wickhoff MW, γενικός διευθυντής του. Ανεβήκαμε μια ανεμόσκαλα πάνω από τις δεξαμενές, απ’ όπου η θέα ήταν εντυπωσιακή.

Το δάσος του Waldviertel λειτουργεί σαν ένα φυσικό φράγμα που προστατεύει τα αμπέλια στην κοιλάδα του Kamp από τους παγωμένους νοτιοδυτικούς ανέμους. Τα πετρώδη εδάφη μαζεύουν ήλιο το πρωί, κυρίως τις μεγάλες περιόδους ηλιοφάνειας του φθινοπώρου, ενώ το βράδυ δροσίζονται από τον φρέσκο αέρα του δάσους. Ο συνδυασμός αυτός χαρίζει στα κρασιά της περιοχής τον μοναδικό χαρακτήρα τους, με την έντονη και καθαρή ορυκτότητα που τα διακρίνει. «Ήταν ένας θερμός χειμώνας», μας λέει ο Andreas Wickhoff, «τουλάχιστον έως τώρα [σ.σ.: η αλήθεια είναι ότι τις μέρες που ακολούθησαν άλλαξαν τα πράγματα]. Συνολικά τον περασμένο χρόνο είχαμε στην περιοχή 3 βαθμούς πάνω, τεράστια διαφορά για εμάς. Για την ακρίβεια, ήταν η πιο ζεστή χρονιά που είχαμε ποτέ».

Παντού βλέπουμε φωτοβολταϊκά πανέλα, που παρέχουν αυτάρκεια ως προς την ηλεκτρική ενέργεια. Σε υψόμετρο 235 μ., το οινοποιείο ακολουθεί τους κανόνες της βαρύτητας, ενώ τα κρασιά του έχουν οργανική πιστοποίηση. Έως έναν βαθμό εφαρμόζουν και βιοδυναμικές μεθόδους. Όμως, όπως μας λέει ο Andreas, «η βιο- δυναμική προσέγγιση έχει δογματικό χαρακτήρα και θρησκευτικά στοιχεία, που δεν ταιριάζουν απόλυτα με τη φιλοσοφία του συγκεκριμένου οινοποιείου».

«Το κρασί μάς λέει τα πάντα για το έδαφος, το κρύο ή τη ζέστη, την καταιγίδα και τη βροχή, αλλά και για τους ανθρώπους που ασχολούνται από την αρχή με αυτό», λέει ο Willi Bründlmayer, ιδιοκτήτης και επικεφαλής αυτής της ξεχωριστής ομάδας, του Weingut Bründlmayer. Στο πλευρό του η γυναίκα του Edwige, ο Thomas Klinger και ο Andreas Wickhoff Master of Wine, ο οποίος πριν αναλάβει τα ηνία του Κτήματος δούλεψε πολλά χρόνια σε premium οινοποιεία στην Αυστρία. Ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο προωθώντας τη δουλειά του, ενώ έχει εργαστεί και ως σομελιέ στην Ιταλία, στη Γαλλία και στις ΗΠΑ. Σήμερα, ζει στην περιοχή με τη γυναίκα του και τα δύο του παιδιά.

Μου δείχνει τον καλύτερο αμπελώνα τους, στην κορυφή ενός λόφου. Είναι ο Heiligenstein, ο διασημότερος για την παραγωγή Riesling σε ηφαιστειογενή εδάφη. Πράγματι, τα εδάφη του είναι τα παλαιότερα στην περιοχή, με άμμο 250 εκατομμυρίων χρόνων. Όλα τα άλλα αμπελοτόπια του Κτήματος είναι νεότερα. Στις πλαγιές ωριμάζουν οι καλύτεροι εκπρόσωποι της ποικιλίας Riesling, αποκομίζοντας ό,τι καλύτερο μπορούν από το έδαφος, για να συνεχίσουν την πρόοδό τους στο μπουκάλι, που θα τα μετατρέψει στα δυνατά ξηρά κρασιά που έχουν πανάρχαιες ρίζες. Από τον λόφο αυτόν, όπως μου λέει, έχουν περάσει από πάνω του όλες οι αλλαγές κλίματος που έχει δει η περιοχή. Λίγο πιο κάτω είναι το αμπελοτόπι Lamm, διάσημο για την ποικιλία Grüner Veltliner.

Andreas Wickhoff MW, γενικός διευθυντής του Weingut Bründlmayer.

Το Weingut Bründlmayer είναι μέλος του Österreichische Traditionsweingüter, τα μέλη του οποίου δεσμεύονται να αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο τα χαρακτηριστικά της περιοχής, του εδάφους, του κλίματος και των ποικιλιών στα κρασιά τους. Για να αναδείξουν λοιπόν και να προστατεύσουν την εντοπιότητά τους, δημιούργησαν το δικό τους appellation, το οποίο ονόμασαν Kamptal. Σε γενικές γραμμές, μόνο κρασιά από Grüner Veltliner και Riesling μπορούν να φέρουν στην ετικέτα τους την ονομασία Κamptal και μόνο αμπελώνες αυτών των ποικιλιών μπορούν να χαρακτηρίζονται Erste Lage (First Growth). Ο χειρωνακτικός τρύγος ξεκινά τον Σεπτέμβριο και τελειώνει τον Δεκέμβριο. Ένας αμπελώνας μπορεί να τρυγηθεί δύο και τρεις φορές προκειμένου να πάρουν ό,τι καλύτερο. Τα σταφύλια διαχωρίζονται και μεταφέρονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο οινοποιείο και σε ειδικές πρέσες με μικρή αντίσταση, όπως μας λέει χαρακτηριστικά, «μόλις 1 bar, όσο δηλαδή μια χειραψία μεταξύ δύο φίλων». Για να διατηρήσουν τα αρώματά τους, παραμένουν σε δροσερές και όχι κρύες δεξαμενές ή βαρέλια. Ανάλογα με την ποικιλία, παραμένουν από 3 έως 18 μήνες.

To οινοποιείο ανακαινίζεται, οι χώροι του είναι σε εξαιρετική κατάσταση, αλλά δεν είναι επισκέψιμο· μόνο κατά περίπτωση και μετά από ραντεβού. Ωστόσο, υπάρχει ένα εστιατόριο στην πόλη όπου όσοι το επιθυμούν μπορούν να δοκιμάσουν τα περίφημα κρασιά του Κτήματος, αφού διαθέτει ένα μεγάλο κελάρι και με παλαιότερες χρονιές.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

Bründlmayer Blanc de Blancs extra Brut reserve Φρέσκο πράσινο μήλο και μπριός κυριαρχούν στο περίπλοκο μπουκέτο, δίνοντας μια έντονη φρεσκάδα, αλλά και πολύ φινετσάτη οξύτητα, έντονο σώμα και δροσερή επίνευση.

Bründlmayer Brut rosé Από Pinot Noir, Zweigelt και St. Laurent, ποικιλίες που καλλιεργούνται νοτιοδυτικά, με λίγη περισσότερη ζέστη, το κρασί βάσης οινοποιείται ξεχωριστά για κάθε ποικιλία. Ελαφρύ χρώμα σολομού, με έντονα αρώματα από κεράσια και φράουλες. Αρκετά έντονη οξύτητα, αλλά και μεταλλικότητα.

Pinot Noir Blauburgunder 2015 Αυτό το Pinot Noir είναι φτιαγμένο από ώριμα σταφύλια σε δύο από τα top αμπελοτόπια, τα Dechant και Käferberg. Έντονο ρουμπινί χρώμα και αρώματα από κεράσια και μούρα, φρούτα του δάσους, φρουτώδες και κομψό. Νεαρές τανίνες και οξύτητα, έντονη επίγευση. Τυπικό Pinot, ταιριάζει τέλεια με κυνήγι, ψητό κρέας, πάπια, μαγειρευτά και φρέσκα τυριά.

Riesling Heiligenstein Beerenauslese 2013 Από τον αρχαίο διάσημο αμπελώνα του Zöbinger Heiligenstein, το χαρακτηριστικό αυτό Riesling, νεαρό σε ηλικία, έχει πολλά στοιχεία βοτρύτη, τα οποία όμως δεν καλύπτουν την ποικιλία του. Αχλάδι και βερίκοκο κυριαρχούν, ενώ υπάρχει πολύ καλή σχέση γλυκύτητας και οξύτητας. Ταιριάζει ιδανικά με φρουτώδη επιδόρπια και φρέσκα τυριά.

Rosé Zweigelt 2018 Από την ποικιλία Zweigelt, το κρασί αυτό ξεχειλίζει από κόκκινα φρούτα –κεράσια και φράουλες– και έχει μέτριο σώμα και καλή επίγευση. Ιδανικό απεριτίφ, ταιριάζει με καπνιστό σολομό ή τάπας.

Kamptal terrassen Grüner Veltliner 2017 Τυπικότατο Grüner Veltliner της περιοχής, το συγκεκριμένο είναι ένα blend από διαφορετικά αμπελοτόπια και έχει απ’ όλα: λουλούδια, φρούτα με έντονη οξύτητα, ξηρούς καρπούς, έντονο σώμα, οξύτητα, αλλά και πολύ έντονη μεταλλικότητα. Ιδανικά συνοδεύει θαλασσινά, λευκά κατσικίσια τυριά, αλλά και ασιατικά πιάτα.

Kammerner lamm Grüner Veltliner 2017 Το διάσημο αυτό αμπελοτόπι έχει νότιο προσανατολισμό, με αποτέλεσμα να είναι ένα από τα πλέον θερμά σημεία στην περιοχή που δίνουν στο συγκεκριμένο κρασί μεγάλη συμπύκνωση και ωριμότητα που θυμίζουν Βουργουνδία. Έντονα αρώματα τζίντζερ, λάιμ, μήλου και ανανά, αλλά και βαρέλι που ίσα το καταλαβαίνεις. Αυτό όμως που το χαρακτηρίζει είναι η μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης.

Zöbinger Heiligenstein riesling 2017 Το αμπελοτόπι του τυπικού αυτού Riesling είναι, εκτός από το παλαιότερο της περιοχής, μάλλον και το πιο εντυπωσιακό του Κτήματος. Κλασικό, πεντακάθαρο, δροσερό, γεμάτο από λεμονάτες γεύσεις, εντυπωσιάζει με τα αρώματα μυρωδικών, όπως θυμάρι. Έχοντας μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης, ταιριάζει με όλα τα είδη θαλασσινών, αλλά και κοτόπουλο ή τηγανητό χοιρινό, συνηθισμένα πιάτα της ασιατικής κουζίνας. g

● Τα κρασιά του Weingut Bründlmayer εισάγει στην Ελλάδα η Αίολος Α.Ε

BAROLO | κείμενο Θάλεια Καρτάλη και Πηνελόπη Κατσάτου | #12

Tη δεκαετία του ’60 και στις αρχές του ’70 οι κάτοικοι του Piemonte στην Ιταλία είχαν ένα κοινό όνειρο: να αφήσουν τα χωριά τους και την αγροτική εργασία και να βρουν μια θέση στη Fiat ή στη Ferrero*. Σήμερα, τα πράγματα μάλλον έχουν αλλάξει εντελώς, αφού η γη πωλείται σε αστρονομικές τιμές και όλη η οικονομία της περιοχής κινείται γύρω από αυτούς τους «απλούς» αγρότες και τα περίφημα Barolo τους, που πωλούνται αρκετές εκατοντάδες ευρώ.

Φτάσαμε στο Piemonte, στη βορειοδυτική γωνιά της Ιταλία, στη σκιά των Άλπεων, ανάμεσα στα σύνορα της Γαλλίας και της Ελβετίας, την εποχή της τρούφας. Μείναμε στο Barolo, ένα μικρό χωριό με μεγάλο όνομα, περιτριγυρισμένο από βουνά, κοιλάδες, ποτάμια, ομίχλη και αμπελοτόπια που κυριολεκτικά εισβάλλουν στους κήπους των σπιτιών. Το Barolo και το Barbaresco -από την ποικιλία Nebbiolo-, τα διάσημα πλέον κρασιά που συναγωνίζονται κατά πολλούς τις Βουργουνδίες, ταιριάζουν ιδανικά με τη μοναδική κουζίνα της περιοχής. «Τρως το φαγητό και μετά ξεπλένεις το στόμα σου με το κρασί μας», λένε χαρακτηριστικά οι ντόπιοι, περιγράφοντας συγχρόνως ίσως έναν από τους πλέον ιδανικούς συνδυασμούς κρασιού και υψηλής κουζίνας παγκοσμίως. H «επανάσταση» του μοναδικού αυτού κρασιού έγινε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και αρχές του ’80, όταν μια ομάδα από νέους καλλιεργητές-παραγωγούς επέβαλε νέες τεχνικές στο Βarolo. Η ιστορία ξεκινά όταν ο Elio Altare επισκέπτεται τη Βουργουνδία, ζηλεύει τον πλούτο των κτημάτων και συνειδητοποιεί ότι η φτώχεια του Barolo οφείλεται στο ότι δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις μοντέρνες παλέτες. Αποφασίζουν λοιπόν με τα περίφημα Barolo Boys αφενός να δώσουν έμφαση στο φρούτο στον αμπελώνα, αλλά και να αντικαταστήσουν με γαλλική δρυ τα  έως τότε παραδοσιακά μεγάλα βαρέλια (botte). Η διαμάχη αυτή κράτησε μέχρι τις μέρες μας και στην περιοχή εξακολουθούν να υπάρχουν δύο σχολές: των μοντερνιστών και των παραδοσιακών του Barolo, oι συγκρούσεις των οποίων έχουν γίνει γνωστές ως «Πόλεμοι του Barolo». Τα κλασικά Barolo απαιτούσαν, παραδοσιακά τουλάχιστον, δεκαετή παλαίωση για να δαμάσουν τις τανίνες τους. Σήμερα, ωστόσο, ορισμένοι παραγωγοί κινούνται προς τα πιο «διεθνή» στιλ, με μειωμένους χρόνους ζύμωσης. Έτσι έχουμε ένα πιο φρουτώδες και πιο προσιτό στιλ, το οποίο είναι έτοιμο για κατανάλωση σε πολύ πιο πρώιμο στάδιο της ζωής του. Όμως αρκετοί πιστεύουν ότι αυτές οι αλλαγές στον τρόπο οινοποίησης διαφοροποιούν πολύ τον κλασικό χαρακτήρα του Barolo. Η συζήτηση, από ό,τι καταλάβαμε, δεν θα τελειώσει ποτέ, ωστόσο οι δύο πλευρές φαίνεται ότι έχουν «βάλει νερό στο κρασί τους» και αποδέχονται πλέον έως έναν βαθμό οι μεν τους δε. Όλοι όμως όσους συναντήσαμε και συνομιλήσαμε -είχαμε τη χαρά να επισκεφθούμε μερικά από τα πιο γνωστά ονόματα της περιοχής- έχουν έναν κοινό τόπο: επαναλαμβάνουν σχεδόν εμμονικά ότι είναι αγρότες και όχι παραγωγοί-σταρ.

PODERI ALDO CONTERNO

 Πρώτη στάση το Poderi Aldo Conterno, στη μαγική Bussia (εξ ου και το θρυλικό κρασί Granbussia) στο Monforte της Alba, που βρίσκεται στην καρδιά της περιοχής του Barolo. Μας υποδέχεται θερμά ο Giacomo Conterno, ως γνήσιος Ιταλός, σε ένα παλάτι για τα δικά μας δεδομένα, σε ένα σπίτι όμως για την οικογένεια που μετράει παράδοση πέντε γενεών. Tον 19ο αιώνα, οι πρόγονοί του μετανάστευσαν στην Αργεντινή, αλλά λίγα χρόνια αργότερα επέστρεψαν στην Ιταλία. Ο Giovanni Conterno άρχισε να βοηθά τον πατέρα του Giuseppe στη μικρή οικογενειακή φάρμα στο Monforte, παράγοντας το τοπικό κρασί. Με τον καιρό αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να μπουν πιο δυναμικά στο παιχνίδι και έτσι το 1920 εμφιαλώθηκε το πρώτο Barolo. Οι γιοι του Giacomo, Giovanni και Aldo, συνέχισαν την παράδοση και το 1969 αποφάσισαν, αφού είχε επιστρέψει ο Aldo από την Καλιφόρνια –που στάθηκε καθοριστική στην πορεία του–, να τραβήξει ο καθένας τον δρόμο του. Σήμερα, την οικογενειακή παράδοση συνεχίζουν οι Franco, Stefano και Giacomo από την πλευρά του Aldo. «Είμαστε αγρότες και όχι lifestyle παραγωγοί κρασιού», επαναλαμβάνει σχεδόν εμμονικά ο Giacomo, καθιστώντας σαφές ότι η σχέση με τη γη είναι θέμα υπερηφάνειας για την οικογένειά του. Οι τρεις cru αμπελώνες Romirasco, Cicala και Colonnello, με προσανατολισμό νότιο-νοτιοδυτικό, εκφράζουν σε όλα τα επίπεδα τη μοναδικότητα του εδάφους, που αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά του Νebbiolo με τον καλύτερο τρόπο, και έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, κάτι που θα αντιληφθείς αν είσαι τυχερός και δοκιμάσεις τα Βarolo το ένα δίπλα στο άλλο.

Από άποψη και όχι από ανάγκη διαχειρίζονται τα σταφύλια αποκλειστικά και μόνο από τα 25 εκτάρια του αμπελώνα τους – χωρίς να αγοράζουν από άλλους παραγωγούς–, που βρίσκεται σε υψόμετρο 350-400 μ. και με εδάφη ασβεστολιθικά, με άμμο και πηλό, που θυμίζουν αυτά της Βουργουνδίας. Ενώ, όπως μας λέει χαρακτηριστικά ο Giacomo, θα μπορούσαν να είχαν παραγωγή που θα έφτανε τις 500 χιλιάδες φιάλες, αρνούνται πεισματικά και περιορίζονται στις 80 χιλιάδες ετησίως –αριθμός-έκπληξη– για πολλούς και διάφορους λόγους.«Kατ’ αρχάς», μας διευκρινίζει, «είναι ο δικός μου τρόπος να δείχνω ότι επιλέγω πολύ προσεκτικά και μόνο το καλύτερο. Εμφιαλώνουμε μόνο ό,τι πιστεύουμε ότι είναι σωστό και καλό από τη μητέρα φύση, γεγονός που μας καθιστά και κατά κάποιον τρόπο οργανικούς. Πολλοί μας λένε ότι είμαστε ανόητοι, για τον μικρό αριθμό που παράγουμε. Σε αυτούς απαντώ ότι η ελευθερία μου είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μου – το ίδιο ισχύει και για τα αδέλφια μου. Εξάλλου για μένα ο καλύτερος τρόπος να καταλάβει κάποιος ότι είναι ελεύθερος είναι να μπορεί να πει όχι». Ακολουθώντας πιστά την οικογενειακή παράδοση σε όλα τα επίπεδα, τα κόκκινα κρασιά τους δεν φιλτράρονται και δεν περνούν από διαύγαση.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

Bussiador 2012 Ένα Chardonnay από διαφορετικά αμπελοτόπια στην Bussia και χαρακτηριστικό της περιοχής του Langhe. Χειρωνακτικός τρύγος στις πρώτες δέκα μέρες του Σεπτεμβρίου. Το κρασί παραμένει τρεις ή τέσσερις μέρες σε ανοξείδωτες δεξαμενές και, όταν αρχίσει η αλκολική ζύμωση, μεταφέρεται σε βαρέλι για δώδεκα μήνες και μετά πάλι σε δεξαμενή. Με καλή δομή και έντονο σώμα, ορυκτότητα, υψηλό αλκοόλ και δυνατότητα παλαίωσης. Aρώματα από κίτρινα φρούτα, μπαχαρικά και βανίλια συνυπάρχουν με μια εντυπωσιακή φρεσκάδα.

Barbera d’Alba Conca Tre Pile 2015 Barbera από την Conca Tre Pile στην Bussia. Χειρωνακτικός τρύγος αρχές Οκτωβρίου. Επιβάλλεται σύμφωνα με τον Giacomo να μείνει σε επαφή με τις φλούδες οπωσδήποτε για οκτώ με δέκα μέρες. Ο καλύτερος τρόπος, δε, να διαχειριστείς την οξύτητα της ποικιλίας είναι να αναδείξεις το φρούτο. Αφού παραμείνει για μερικούς μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές, μεταφέρεται στο βαρέλι επίσης για λίγους μήνες. Με έντονο φρούτο και υψηλή αλλά όχι ενοχλητική οξύτητα, συνοδεύει εξαιρετικά λιπαρά φαγητά και ιδιαίτερα χοιρινό. Γήινες γεύσεις, αρώματα μπαχαρικών, αλλά και βιολέτας. Εντυπωσιακή η φρεσκάδα του, παρά το υψηλό αλκοόλ.

Barolo Bussia Colonnello 2014 Nebbiolo από διαφορετικά αμπελοτόπια της Bussia. Χειρωνακτικός τρύγος στα μέσα Οκτωβρίου. Επιβάλλεται η επαφή με τη φλούδα για περίπου τριάντα μέρες σε δεξαμενές, ενώ το νεαρό κρασί πρέπει να μεταγγιστεί αρκετές φορές πριν μπει στα βαρέλια, όπου θα παραμείνει για εννέα μήνες (μικρά και μεγάλα). Δαμάσκηνο και κόκκινα φρούτα σε συνδυασμό με δέρμα, βότανα και γλυκόριζα. Γεμάτο σώμα και έντονες τανίνες. «Δύσκολη χρονιά το 2014, αλλά είμαστε για τα δύσκολα», λέει ο Giacomo.

Barolo Bussia Cicala 2014 Νebbiolo από τον αμπελώνα Cicala στην Βussia. Χειρωνακτικός τρύγος στα μέσα Οκτωβρίου. Τα αμπέλια 50 ετών. Επαφή με τη φλούδα για περίπου τριάντα μέρες σε δεξαμενές, ενώ το νεαρό κρασί θα παραμείνει στο βαρέλι για 28 μήνες. Tα εδάφη είναι πιο τραχιά στην περιοχή αυτή, με αποτέλεσμα οι ρίζες τους να μπαίνουν βαθιά στη γη και να απορροφούν περισσότερα στοιχεία. Ένα εξαιρετικά δυνατό Barolo, με άγρια μούρα, μαρμελάδα, αρώματα βιολέτας και αποξηραμένα λουλούδια, όλα σε ένταση. Έντονες και οι τανίνες του. Εξαιρετικά περίπλοκο, με πολύ φινετσάτο τρόπο.

Barolo Bussia Romirasco* 2014 Νebbiolo από το αμπελώνα Romirasco στην Βussia. Χειρωνακτικός τρύγος, στα μέσα Οκτωβρίου. Τα αμπέλια 55 ετών. Επαφή με τη φλούδα για περίπου 30 μέρες σε δεξαμενές, ενώ το νεαρό κρασί θα παραμείνει στο βαρέλι για 30 μήνες. Έντονο μπουκέτο από κόκκινα φρούτα και μαρμελάδα, μπαχαρικά, μπαχαρικά μπαχαρικά, βότανα και πίσσα. Πολύ δυνατό σώμα και ακόμα μεγαλύτερη επίνευση. Παράγουν 4.300 φιάλες ενώ έχουν δυνατότητα 26 χιλιάδες.

Barolo Granbussia 2006 Το εμβληματικό κρασί του κτήματος αλλά και ένα από τα πλέον διάσημα κρασιά της περιοχής. Ένα blend από τα τρία μεγάλα αμπελοτόπια του κτήματος Romirasco, Cicala, και Colonnello, σε ποσοστό 70%-15% και 15%, παράγεται μόνο σε χρονιές που είναι οι καλύτερες, σε πολύ μικρή διάθεση και παραμένει στο κελάρι τουλάχιστον 9 χρόνια πριν βγει στην αγορά. Χρειάζεστε τίποτε άλλο; Παράγουν 3000 φιάλες ενώ έχουν δυνατότητα 30 χιλιάδων. Δύσκολα το περιγράφεις αλλά μάλλον το βασικό του χαρακτηρι- στικό είναι η απίστευτη ισορροπία. Έχει προηγηθεί παραμονή 33 μηνών σε βαρέλι. Πλούσιο και γεμάτο, με φρούτα δέρμα, σοκολάτα και γλυκά μπαχαρικά έχει μία αρμονία που πραγματικά εντυπωσιάζει. Νιώθεις τη γη μετά τη βροχή σε αυτό το κρασί. Το γεγονός ότι το δοκιμάσαμε στο «σπίτι» του μας έκανε να το απολαύσουμε ακόμα περισσότερο. «Θέλω όσοι πίνουν αυτό το κρασί να έχουν μία πλήρη εικόνα της κουζίνας και της περιοχής μας ή αλλιώς Autumn in a bottle», μας λέει κλείνοντας ο Giacomo, περιγράφοντας ο ίδιος μτον καλύτερο τρόπο το δημιούργημά του. Mille grazie Giacomo.

 

ΕLIO ALTARE

H Silvia Altare, ως γνήσια Ιταλίδα, μας υποδέχεται με μια ζεστή αγκαλιά και μας χαρίζει από μία μπλούζα που γράφει «Barolo Bitches». Ξεκαρδισμένη στα γέλια, μας λέει ότι ο χασάπης του χωριού είπε στη μητέρα της ότι οι μπλούζες αυτές γράφουν «οι πόρνες του Barolo» και ότι η ίδια τράβηξε πολλά μέχρι να της εξηγήσει ότι δεν σημαίνει κάτι τέτοιο. Όλα αυτά την ώρα που σερβίρει κρασί για δοκιμή σε τρεις Καλιφορνέζους που έχουν προηγηθεί. Όταν δε ένας από αυτούς τη ρωτάει αν μπορεί να βρει παλαιότερες χρονιές, του λέει: «Οι παλιότερες χρονιές είναι μόνο για την οικογένεια, θα πρέπει να με παντρευτείς πρώτα». Μας εξηγεί ότι μόλις το 2006 άρχισε να φυλάσσει κρασιά για να δημιουργήσει μια «βιβλιοθήκη», έτσι ώστε να υπάρχει σημείο αναφοράς τα ερχόμενα χρόνια. Δυστυχώς, τα προηγούμενα χρόνια για οικονομικούς λόγους δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν κάτι ανάλογο.

«Όταν ήμουν μικρή, έβλεπα τους δικούς μου να δουλεύουν στα κτήματα και έλεγα ότι ποτέ δεν θα το κάνω», μας λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια η Silvia. Μόνη της –ο πατέρας της, ο θρυλικός Elio Altare έχει βγει στη σύνταξη και η αδελφή της ζει στη Γερμανία– «τρέχει» την οικογενειακή επιχείρηση. Δεν σπούδασε οινολόγος ή κάτι σχετικό. Ωστόσο έχει δουλέψει σε μεγάλα οινοποιεία στην Καλιφόρνια, στη Γαλλία και στην Αυστραλία. «Μερικές μέρες δεν ξέρω αν είναι μέρα ή νύχτα, Σάββατο ή Κυριακή. Ο παππούς μου, Giovanni, ήταν αγρότης αλλά, όπως οι περισσότεροι παραγωγοί της εποχής, πουλούσε τα σταφύλια του. Το 1950 έγινε η πρώτη εμφιάλωση. Ήταν ένα ενδιαφέρον κρασί, αλλά δεν είχε συνειδητοποιήσει τότε ότι μπορεί να πουλήσει τα κρασιά του ή να γίνει διάσημος γι’ αυτά. Η πρώτη ετικέτα του πατέρα μου, Elio, κυκλοφόρησε το 1974. Ο πατέρας μου ανήκε στη γενιά που άρχισε να βλέπει όλη την ιστορία του κρασιού στην περιοχή με διαφορετικό τρόπο. Ήταν εξάλλου η πρώτη γενιά που σπούδασε. Και δεν εννοώ Πανεπιστήμιο, απλώς Δημοτικό, αλλά τουλάχιστον ήξεραν να υπογράφουν. Οι προηγούμενοι έβαζαν ένα “χ” για υπογραφή». «Η περιέργεια όμως για τα πράγματα έγινε φιλοδοξία και ο πατέρας μου πήγε στη Γαλλία, για να δει πώς κάνουν το κρασί. Η γιαγιά μου, γνήσια Ιταλίδα,άρχισε να κλαίει και να χτυπιέται και να λέει: “Παιδί μου, πού πηγαίνεις τόσο μακριά;”. “Μα, μητέρα”, της λέει ο μπαμπάς μου, “η Γαλλία είναι μία ώρα από εδώ”»

H τεράστια αλλαγή της περιοχής, έρχεται στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με αρχές του ’80, όταν μια παρέα πέντε νέων ανθρώπων άρχισε να δημιουργεί κάτι που ονομάστηκε αργότερα «επανάσταση»: το όνομα της περιοχής. Χωρίς να έχουν ακριβές πλάνο για το τι πρόκειται να κάνουν, απλώς προσπαθώντας να βελτιώσουν τη ζωή τους, βρέθηκαν στον σωστό τόπο τη σωστή στιγμή. Η παρέα των πέντε φίλων –οι Domenico Clerico, Paolo Scavino, Luciano Sandrone και μόνο μία γυναίκα, η Chiara Boschis– άρχισε να μεγαλώνει, έγιναν δέκα και σιγά σιγά το Barolo έγινε αυτό που βλέπουμε σήμερα: περίπου 600 οινοποιεία. «Όλοι τώρα θέλουν να κάνουν κρασί, o πατέρας μου αγόρασε το πρώτο του τρακτέρ το 1978. Mέχρι τότε όργωνε με τα βόδια. Τα Βarolo boys θα μπορούσαν να είχαν γίνει εκατομμυριούχοι, όμως επέλεξαν να μην το κάνουν». Περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι τον χρόνο επισκέπτονται το οινοποιείο, με τέσσερις φορές περισσότερες ζήτηση για επισκέψεις, ενώ οι τιμές των κρασιών τους έχουν εκτοξευθεί. Την εποχή που ξεκίνησαν, θυμάται ο μπαμπάς της ότι υπήρχαν μήνες που πουλούσαν ένα μπουκάλι κρασί σε κάποιον που ερχόταν τυχαία από το Τορίνο. Το Elio Altare από δέκα εκτάρια παράγει 60.000- 80.000 φιάλες ετησίως, όσες ακριβώς παρήγε πριν από 30 χρόνια στο ξεκίνημα, και αυτή αποτελεί μια συνειδητή επιλογή. Στα 350 μ. υψόμετρο ο παππούς της, Giovani, αγόρασε έναν ενιαίο αμπελώνα, σπάνιο για την περιοχή, και επιπλέον κτήματα διάσπαρτα σε άλλα χωριά.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

Dolcetto d’Αlba 2017 Aπό αμπέλια 40 ετών και αμμώδη εδάφη, το κρασί αυτό παραμένει σε επαφή με τις φλούδες για τρεις μέρες και σε δεξαμενές περίπου δέκα μήνες. Γεμάτο από κεράσια, κυρίως μαύρα, και με πολύ απαλές τανίνες και μέτριο σώμα, είναι πολύ εύκολο να καταναλωθεί ακόμα και καλοκαίρι. Ταιριάζει εξαιρετικά με τη βαριά τοπική κουζίνα, καθώς, όπως λένε οι Ιταλοί, ξεπλένει το στόμα από το φαγητό.

Barbare d’Αlba 2017 Από αμπέλια 30 ετών, με επαφή με φλούδες για τέσσερις μέρες και πέρασμα από γαλλική δρυ για πέντε μήνες, το κρασί αυτό είναι γεμάτο από αρώματα μαύρου κερασιού και βιολέτας. Ζεστό, γεμάτο σώμα, με ωραία οξύτητα και μακρά επίγευση, ταιριάζει ιδανικά με τυριά και αλλαντικά της περιοχής.

Larigi Langhe Rosso 2013 To ίδιο όνομα με το αμπελοτόπι της έχει αυτή η εξαιρετική Βarbera που ωριμάζει σε νέα γαλλική δρυ για 18 μήνες, αλλά μπορείς να την πιεις και μετά από 30 χρόνια. Έντονο μοβ κόκκινο χρώμα και επίσης έντονα φρούτα, κυρίως κόκκινα μούρα, με έντονες αλλά όχι επιθετικές τανίνες και ευχάριστη οξύτητα. Ήταν το πρώτο κρασί στο οποίο ο Elio πειραματίστηκε με τα βαρέλια, το 1983.

Langhe DOC La Villa 2013 Βarbera και Νebbiolo μαζί σε blend που ωριμάζει σε νέα γαλλική δρυ για 18 μήνες. Πολύ έντονο ρουμπινί χρώμα και φρέσκα φρούτα, δαμάσκηνα και μούρα. Επίσης, άρωμα από τριαντάφυλλο, έντονες,αλλά όχι επιθετικές τανίνες, ευχάριστη οξύτητα από την Βarbera.

Barolo DOCG Arborina 2014 Νebbiolo από έναν αμπελώνα που φυτεύτηκε το 1948 από τον παππού Giovani και από έναν νεότερο του 1989. Σε μια χρονιά δύσκολη για την περιοχή, με χαλάζι και βροχές, το κλασικό αυτό Barolo μένει σε γαλλική δρυ για 24 μήνες. Πολύ έντονες ρουμπινί αποχρώσεις, φρέσκια μύτη από ροδοπέταλα και λουδούδια. Πολύ ντελικάτο κρασί με έντονες, αλλά όχι ενοχλητικές τανίνες.

Barolo DOCG Cerretta Vigna Bricco Riserva 2012  Νebbiolo από την περιοχή της Serralunga, από αμπελώνα 15 ετών. Tο κλασικό αυτό Barolo μένει σε γαλλική δρυ για 24 μήνες. Πολύ έντονες ρουμπινί αποχρώσεις, φρέσκια μύτη με ώριμα φρούτα και αρώματα από δέρμα, ταμπάκο, γλυκόριζα. Τα μπαχαρικά και ιδιαίτερα το πιπέρι είναι πολύ έντονα.

G.D. VAJRA / LUIGI BAUDANA

Ξεκινώντας το επόμενο πρωί από το Barolo για το χωριό La Morra, ένα πυκνό πέπλο ομίχλης ανεβαίνει από την κοιλάδα καλύπτοντας τους αμπελώνες στις πλαγιές των λοφίσκων. Η εικόνα είναι μαγευτική. «Το Nebbiolo έχει πάρει την ονομασία του από τη λέξη “nebbio” [σύννεφο]», θα μας εξηγήσει λίγο αργότερα ο Ιsidoro Vajra, καλωσορίζοντάς μας στο οινοποιείο της οικογένειάς του. Μαζί του, η γλυκιά Μάγια, η Γιαπωνέζα από το Κιότο, η αγάπη της οποίας για το κρασί την έφερε στο Βarolo όπου τώρα εργάζεται. Ξεκινώντας την ξενάγησή μας στο οινοποιείο, πρώτος σταθμός είναι μια δεξαμενή όπου ζυμώνεται ένα Νebbiolo εντελώς διαφορετικά από ό,τι έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα. «Χρησιμοποιούμε τη μέθοδο της ανθρακικής διαύγασης για την παραγωγή ενός φρέσκου Nebbiolo. H συνταγή βρέθηκε στις σημειώσεις του Thomas Jefferson, ο οποίος, όταν επισκέφθηκε την περιοχή, δοκίμασε το κρασί, ένα πολύ πιο ελαφρύ και τραγανό Nebbiolo απ’ αυτό που ξέρουμε σήμερα. Είναι ένα κρασί που δεν παλαιώνει, χρησιμοποιούμε τα σταφύλια από τα τα νεότερα αμπέλια για την παραγωγή του», μας εξηγεί η Μάγια. «Είναι ο τρόπος με τον οποίο οι κάτοικοι της περιοχής οινοποιούσαν το κρασί τους το 1700».

Όπως και όλα τα άλλα οινοποιεία που επισκεφθήκαμε, έτσι και το G.D. Vajra είναι μια αμιγώς οικογενειακή επιχείρηση με μικρές διάσπαρτες ιδιοκτησίες στους αμπελώνες της περιοχής του Barolo και του Barbaresco, όλες στα μεγαλύτερα υψόμετρα, γεγονός που τους κάνει να ξεχωρίζουν από άλλα οινοποιεία. Τα κελάρια φιλοξενούν παραδοσιακά μεγάλα βαρέλια botte, καθώς και γαλλικά δρύινα barrique, αφού η φιλοσοφία της οινοποιίησης βασίζεται στη χρήση και των δύο. Tα Barolo παλαιώνουν για έξι μήνες σε botta και στη συνέχεια μεταφέρονται στα barrique, όπου παραμένουν για τρία χρόνια. Εδώ και τρία χρόνια η οικογένεια απέκτησε ένα ακόμη οινοποιείο, το Luigi Baudana, στη Serralunga. «Είναι ένα γκαράζ στο μέγεθος αυτού του δωματίου», μας λέει ο Isidoro.

Εκεί, όλη η δουλειά γίνεται στο αμπέλι. Συνεργαζόμαστε στενά με τον Luigi, από το 2008 ο αδελφός μου Giusepe κάθε απόγευμα πάει στο οινοποιείο και δουλεύει μαζί του». Τα πρώτα χρόνια, και πριν επισημοποιηθεί η αγορά, τα δύο αδέλφια ήταν αναγκασμένα, για να μη δει κανένας στην περιοχή ότι δούλευαν μαζί με τον Luigi, να δρουν υπό άκρα μυστικότητα, καθώς οι επίδοξοι αγοραστές του μικρού οινοποιείου ήταν πολλοί. Ο Luigi όμως είχε ήδη αποφασίσει πού θα το δώσει. Eπισήμως το πρώτο κρασί του Luigi Baudana που οινοποιήθηκε από το G.D. Vajra ήταν το 2009. «Στο Piemonte λέμε ότι η σιωπή είναι χρυσός, ειδικότερα αν θέλει κανείς να νοικιάσει ή να αγοράσει έναν αμπελώνα», μας λέει ο Isidοro, κάνοντας λόγο για εξωφρενική άνοδο των τιμών τα τελευταία χρόνια. «Κανείς από την προηγούμενη γενιά δεν θα μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξη αυτή». To wine tasting που ακολούθησε ήταν σαν ένα μίνι μάθημα για τις ποικιλίες της περιοχής του Langhe.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

G.D. Vajra Langhe Riesling 2017 Μία από τις αγαπημένες ετικέτες του πατέρα του Ιsidoro, Aldo, ο οποίος ήταν από τους πρώτους παραγωγούς που φύτεψαν Riesling στο Langhe. Πολύ πιο ξηρό από τα Riesling της Γερμανίας ή της Αλσατίας, οινοποιήθηκε έτσι ώστε να ταιριάζει με την τοπική κουζίνα. Έντονος ορυκτός χαρακτήρας στο στόμα, αλλά φρέσκο και φρουτώδες στη μύτη.

Luigi Baudana Dragon 2017 Βlend Sauvignon Blanc, Chardonnay και Νascetta – μια τοπική ποικιλία η οποία φυτεύτηκε για πρώτη φορά το 2008. Φρέσκο, με αρώματα βανίλιας (χωρίς να έχει περάσει από βαρέλι), τα οποία οφείλονται στη Nascetta. Η ετικέτα του, στην οποία απεικονίζεται ένας δράκος, συμβολίζει την αρχή της συνεργασίας των δύο οινοποιείων σε μια οικονομικά δύσκολη εποχή, το 2007.

G.D. Vajra Dolcetto D’alba Coste e Fossati 2017 Ένα κρασί από το «ασχημόπαπο» της περιοχής, το Dolcetto, μια ερυθρή ποικιλία με έντονες τανίνες αλλά χαμηλές οξύτητες, η οποία ταιριάζει τέλεια με τα πιο κλασικά πιάτα της ιταλικής κουζίνας, πίτσα ή πάστα με ντομάτα. Φρουτώδης χαρακτήρας, με αρώματα κερασιού και βιολέτας, πίνεται νεαρό, έχει ωστόσο δυναμικό παλαίωσης. Το «εύκολο», καθημερινό κρασί του Piemonte.

Barbera d’Alba 2016 Mια κλασική Barbera, ένα blend από διαφορετικά αμπελοτόπια στη La Morra, τo Barolo, το Νovello και το Sinio. Aρώματα ρίγανης σ’ ένα κρασί με υψηλές οξύτητες, αλλά απαλές τανίνες, χαρακτηριστικό της ποικιλίας, προερχόμενο από μια εξαιρετική χρονιά.

Κyé Freisa 2015 Mία ακόμη έκπληξη της γευστικής δοκιμής, ένα ερυθρό κρασί από μια τοπική ποικιλία που κινδύνεψε με εξαφάνιση και τώρα καλλιεργείται σε ένα ελάχιστο ποσοστό του αμπελώνα. Kάποια τεστ DNA έχουν δείξει ότι πιθανόν να είναι ο «πατέρας» του Nebbiolo. Ρουμπινί χρώμα με αρώματα κόκκινων φρούτων, καπνού, λευκού πιπεριού. Παραμένει για δύο χρόνια στο βαρέλι.

Nebbiolo 2017 Ένα κρασί που μόλις κυκλοφόρησε στην αγορά, φρέσκο, φρουτώδες, από νεαρά κλήματα, τα οποία, σύμφωνα με τον Vajra, αποτελούν τον προάγγελο του Barolo, αλλά λόγω του νεαρού της ηλικίας τους οινοποιούνται ως απλό Nebbiolo.

Albe Barolo 2017 Ένα κρασί που δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη στην αγορά, από μια εξαιρετική σοδειά, με πολύ μαλακές τανίνες χάρη στην εξαιρετική ωρίμαση του φρούτου. Είναι ένα blend από τρία διαφορετικά αμπελοτόπια με αμμώδη εδάφη, που χαρίζουν επίσης πιο μαλακές τανίνες. Θα είναι εξαιρετικό σε 10 χρόνια, αλλά πίνεται πολύ ευχάριστα και τώρα.

Barolo 2015 Bricco Delle Viole Single vineyard Βarolo από το διάσημο αμπελοτόπι του Bricco delle Viole, το οποίο εξαιτίας του υψομέτρου και της μεγάλης διαφοράς θερμοκρασίας ανάμεσα στην ημέρα και τη νύχτα παράγει σταφύλια εξαιρετικά συμπυκνωμένα. Χρειάζεται τουλάχιστον μία δεκαετία.

Luigi Baudana Barolo 2015 Eξαιρετικό Barolo από τον βιοδυναμικό αμπελώνα του Luigi Baudana και συγκεκριμένα από το αμπελοτόπι Cerretta, στη Serralunga. Μαλακές τανίνες, γλυκό, πιπεράτο στόμα, εξαιρετική συμπύκνωση, ένα πολύ ιδιαίτερο κρασί μιας μικρής παραγωγής – μόνο 3.000 φιάλες τον χρόνο–, που όμως χρειάζεται τον χρόνο του στη φιάλη για να μπορεί κανείς να το απολαύσει όπως πρέπει. Š

CERETTO

Ανεβαίνοντας τον μικρό λόφο στα δεξιά του κεντρικού δρόμου που οδηγεί προς την Alba, μέσα από ένα υπέροχο φθινοπωρινό τοπίο βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εντυπωσιακό κτίριο που δεσπόζει στην κορυφή του San Cassiano. Μία από τις πιο «ταπεινές» ιδιοκτησίες του πρώτου βασιλιά της Ιταλίας, Vittorio Emanuele II, σήμερα στεγάζει τις εγκαταστάσεις του μεγαλύτερου σε όγκο παραγωγής οινοποιείου του Piemonte. Διασχίζοντας τον φιλόξενο χώρο υποδοχής, αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι τα μεγέθη εδώ είναι πολύ διαφορετικά από ό,τι έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα. Πάνω από ένα εκατομμύριο φιάλες τον χρόνο, με το μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγής να επικεντρώνεται στην τοπική λευκή ποικιλία Arnais, ένα κρασί που, παρά το απλό του προφίλ, είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ιταλία. Μια τεράστια γυάλα, που περικλείει την ξύλινη εξέδρα που κρέμεται στην κυριολεξία πάνω από τα αμπέλια, συμβολίζει το εσωτερικό μιας ρώγας σταφυλιού – μια μοντέρνα παρέμβαση που συνυπάρχει τέλεια με την κλασική αρχιτεκτονική του υπόλοιπου κτιρίου. Παρά το μέγεθός της –στις δραστηριότητές της συμπεριλαμβάνονται δύο εστιατόρια στην Alba, παραγωγή σοκολάτας κ.ά.– πρόκειται για μια οικογενειακή επιχείρηση η οποία ξεκίνησε στη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 από τον Ricardo Ceretto, ο οποίος οινοποιούσε αρχικά σταφύλια που αγόραζε από τους τοπικούς παραγωγούς. H δεύτερη γενιά, αποτελούμενη από τους γιους του Ricardo, Bruno και Μarcelo, έστρεψε την προσοχή της οικογένειας στην αμπελοκαλλιέργεια, προκαλώντας μεγάλη απογοήτευση στον πατέρα, ο οποίος δεν ήθελε σε καμία περίπτωση τα παιδιά του να γίνουν… αγρότες.

Και σήμερα συνεχίζει η τρίτη γενιά, αποτελούμενη από τους Federico, Roberta, Alessandro και Lisa. Η αδιαφορία του προηγούμενου ιδιοκτήτη της Tenuta Monsarto Bernardina, όπως ονομάζεται το οινοποιείο, στέρησε για μερικά μέτρα την ένταξη των αμπελώνων που το περιβάλλουν στην ονομασία προέλευσης του Barolo. Στο portfolio του οινοποιείου, ωστόσο, συναντάμε έξι ετικέτες της διάσημης ονομασίας προέλευσης, προερχόμενες από ιδιόκτητους αμπελώνες σε μερικά από τα καλύτερα σημεία της περιοχής. Η φιλοσοφία της οινοποίησης αποτελεί ένα πάντρεμα της παράδοσης με τη χρήση των παραδοσιακών botte, σε συνδυασμό με μικρά γαλλικά δρύινα βαρέλια που εισήγαγε ο Αlessandro Ceretto, o oποίος είναι και ο υπεύθυνος για την παραγωγή. Τα κρασιά παλαιώνουν στα εντυπωσικά κελάρια του Vittorio Emanuele, τα οποία έχουν διατηρηθεί στην αρχική τους μορφή.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

Βlange 2017 Langhe Doc Arneis Το δημοφιλέστερο κρασί του οινοποιείου, ένα δροσερό, εύκολο κρασί, με αρώματα αχλαδιού και πράσινου μήλου, ιδανικό για απεριτίφ.

Bernardina Nebbiolo di Alba 2016 Σε αυτό το κρασί η ιδέα είναι η δημιουργία ενός πολύ φρέσκου Nebbiolo, με αρκετή πολυπλοκότητα, έντονο άρωμα τριαντάφυλλου, υψηλές τανίνες και οξύτητα με μεγάλο δυναμικό παλαίωσης, καθώς το 2016 ήταν μια πολύ καλή χρονιά.

Barolo 2014 Ένα blend από τα τρία καλύτερα αμπελοτόπια του οινοποιείου. Aρώματα τριαντάφυλλο, κεράσι και νότες τρούφας ένα κρασί που πίνεται πολύ ευχάριστα τώρα αλλά θα ανταμείψει όποιον το γευτεί σε μερικά χρόνια

Barbaresco Bernatot 2015 Single vineyard Βarbaresco, με έντονο τραγανό φρούτο, κομψό και στρογγυλό. Το έδαφος στο συγκεκριμένο αμπελοτόπι εί- ναι παρόμοιο με αυτό της Serralunga στο Barolo.

Βarolo Brunate 2012 Ένα επίσης single vineyard Βarolo, ένα διάσημο αμπελοτόπι 28 εκταρίων, από τα οποία τα 5 εκτάρια ανήκουν στο Ceretto και τα υπόλοιπα μοιράζονται σε άλλα 20 οινοποιεία. Θεωρείται το πιο αρωματικό και κομψό Barolo. Παρόμοια εδάφη με αυτά του Barbaresco. Εκπληκτική μύτη με αρώματα γαρίφαλου και γλυκών μπαχαρικών, βανίλιας και καπνού.

Barolo Bricco Rocche 2006 Εκπληκτική σοδειά που έχει εξελιχθεί εξαιρετικά, κρασί με έντονα αρώματα βρεγμένων φύλλων, με υψηλή οξύτητα. Single vineyard από ένα μικρό αμπελοτόπι κοντά στο χωριό Castilleno Faglieto, το οποίο ανήκει εξ ολοκλήρου στην οικογένεια Ceretto.

PIO CESARE

Tελευταίος σταθμός της επίσκεψής μας στο μαγευτικό Barolo ήταν το οινοποιείο Pio Cesare, το τελευταίο που έχει απομείνει στην καρδιά της πρωτεύουσας του Piemonte, Αlba. Πίσω από τη βαριά πόρτα της εισόδου μάς περίμεναν ένα εντυπωσιακό κελάρι και ο χώρος παραγωγής, στεγασμένα όλα σε ένα κτίριο στο οποίο η οικογένεια Cesare οινοποίησε τα πρώτα της κρασιά το 1881.Είναι χτισμένο σε ερείπια της Ρωμαϊκής εποχής – μπορεί ακόμη να δει κανείς τμήματα ενός αρχαίου τείχους. Στο κελάρι φιλοξενούνται φιάλες από τις πρώτες εμφιαλώσεις, το 1916. Η φιλοσοφία του οινοποιείου βασίζεται στην παραδοσιακή «συ- νταγή» του Barolo: ένα blend από τα καλύτερα αμπελοτόπια, το οποίο παλαιώνει στα παραδοσιακά μεγάλα βαρέλια botte και η παραγωγή κυμαίνεται γύρω στις 170.000 φιάλες ετησίως.

Oι αμπελώνες είναι όλοι ιδιόκτητοι και αποτελούνται από 70 εκτάρια στην περιοχή του Barolo, 22 στο Barbaresco και κάποια εκτάρια ανάμεσα στα δύο. «Το κρασί δεν είναι βιολογικό, είναι Pioλογικό», είναι η χαριτωμένη απάντηση που μας δίνεται στην ερώτηση αν οι αμπελώνες είναι βιολογικοί ή βιοδυναμικοί. «Αυτό σημαίνει ότι ακολουθούμε αυτό που μας έδωσε η φύση και βεβαίως, όταν απαιτείται να βοηθήσουμε με κάποιον τρόπο, το κάνουμε. Ακολουθούνται πολλές πρακτικές της βιολογικής καλλιέργειας, το οινοποιείο ωστόσο δεν είναι επισήμως πιστοποιημένο βιολογικό ή βιοδυναμικό. Η συνέχεια της οικογενειακής παράδοσης μοιάζει να μετράει ιδιαίτερα, όπως φανερώνει και η απόφαση του σημερινού ιδιο- κτήτη, Pio Cesare, να παραμείνει στο ίδιο σημείο όπου ο προ προπάππους του έκανε τις πρώτες του οινοποιήσεις.

Και αυτό παρά το τεράστιο κόστος που απαιτούσε η επέκταση του οινοποιείου, η οποία, δεδομένου ότι βρίσκεται στο κέντρο της παλαιάς πόλης της Alba, έπρεπε αναγκαστικά να γίνει προς τα υπόγεια. Το ίδιο μας αποκαλύπτει και η επιμονή του Pio Cesare στη χρήση των botte, αγνοώντας την τάση που επικράτησε πριν από μερικά χρόνια για αντικατάστασή τους με μικρά γαλλικά δρύινα βαρέλια.

ΔΟΚΙΜΑΣΑΜΕ

Pio Cesare Βarolo 2014 Κρασί προερχόμενο από τις πέντε διαφορετικές περιοχές του Βarolo, οι οποίες του χαρίζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ένα Barolo κλασικού στυλ, κομψό, με πολύ καλή δομή, αρμονία και ισορροπία.

Pio Cesare Barbaresco 2014 Ένα επίσης κλασικό Barbaresco από δύο διαφορετικές περιοχές του Barbaresco, με αρώματα ώριμων φρούτων και ελαφρώς πιπεράτο χαρακτήρα, και έντονες αλλά κομψές τανίνες.

 

INFO

  • Πρωτεύουσα του Piemonte (που σημαίνει «τα πόδια του βουνού») είναι η Alba.
  • Τα διάσημα κρασιά Barolo και Barbaresco παίρνουν την ονομασία τους απο δύο χωριά του Piemonte και προέρχονται από την ποικιλία Nebbiolo.
  • «Το Barolo είναι ο βασιλιάς και το Barbaresco είναι η βασίλισσα», λένε οι Ιταλοί προσπαθώντας να περιγράψουν τις διαφορετικές εκφράσεις της ποικιλίας Nebbiolo στα δύο κρασιά.
  • To 1896, το Υπουργείο Γεωργίας της Ιταλίας όρισε ως παραγωγική ζώνη του Barolo τις κοινότητες των La Morra, Castiglione Falletto, Serralunga d’Alba και το βόρειο μισό του Monforte d’Alba.
  • Στις περιοχές La Morra και Barolo το έδαφος χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση ασβεστόλιθου Tortonian marl, που βοηθά να γίνουν τα Barolo πιο αρωματικά και φρουτώδη.
  • Στις περιοχές του Μοnforte και της SerraLunga τα ελβετικά εδάφη δίνουν ένα πιο δομημένο στιλ που απαιτεί χρόνο για να ωριμάσει.
  • Παραδοσιακά, τα Barolo αποτελούσαν blend απο διαφορετικά αμπελοτόπια, σήμερα εμφανίζονται ολοένα και περισσότερες single vineyard ετικέτες.
  • Οι αμπελώνες του Βarolo ακολουθούν ατύπως το σύστημα χαρακτηρισμού grand cru, αντίστοιχο με αυτό της Βουργουνδίας.
  • Για να αποκτήσουν το όνομα Barolo, τα κρασιά πρέπει να ωριμάσουν τουλάχιστον για 36 μήνες πριν βρεθούν στο ράφι, εκ των οποίων οι 18 πρέπει να είναι σε βαρέλια. Για τα Riserva, ο συνολικός χρόνος ωρίμασης φθάνει τους 60 μήνες.
  • Με την πάροδο του χρόνου, οι τανίνες των Barolo μαλακώνουν και επικρατούν αρώματα γης, τρούφας και μαύρης σοκολάτας.
  • Η περιοχή έχει ηπειρωτικό κλίμα με παρατεταμένο καλοκαίρι και φθινόπωρο, που ευνοεί την παραγωγή υψηλής ποιότητας κρασιών.
  • Τα DOCG αποτελούνται απο 11 χωριά: Barolo, Castiglione Falletto, Serralunga d’Alba, Cherasco, Diano d’Alba, Grinzane Cavour, La Morra, Monforte d’Alba, Novello, Roddi and Verduno.

Κρασί, λευκή τρούφα ή σοκολάτα;

Η Έφη Κότσαπα, ιδιοκτήτρια του εστιατορίου Chefi ταξίδεψε στο Piemonte και μοιράζεται μαζί μας την εμπειρία της.

“Αυτό το ερώτημα με οδήγησε σε ένα ταξίδι μοναδικό, στο Piemonte της βόρειας Ιταλίας, μόλις δύο ώρες από το Μιλάνο, όπου γίνεται κάθε φθινόπωρο το International Alba White Truffle Fair, το φεστιβάλ τρούφας. Με επίκεντρο την Alba, όλη η περιοχή «ντύνεται» με τρούφες. Osterie, trattorie, ristoranti, όπου και να πας, έχουν πιάτα με Tartufo bianco. Το ντόπιο φρέσκο ζυμαρικό είναι το tajarin και το tajarin al tartufo bianco είναι ο βασιλιάς των πιάτων. Η βασίλισσα είναι το carne cruda (raw veal tartare) al tartufo bianco. Μόνο οι Ιταλοί φτιάχνουν ένα «σκέτο μακαρόνι» και σου σερβίρουν ένα «σκέτο ωμό κρέας» που είναι απλώς θεϊκά. Στα πιάτα αυτά σου τρίβουν την τρούφα πάνω από το πιάτο σου. Άρωμα μεθυστικό. Γεύση που τρελαίνει. Και φέτος είναι μια πολύ καλή χρονιά για την τρούφα, τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα, και στη μισή τιμή από πέρυσι. Στα 5 ευρώ ανά γραμμάριο υπήρχε αρκετή και καλή τρούφα για όλους. Το φεστιβάλ διοργανώνεται για 88η φορά και από 6 Οκτωβρίου έως 25 Νοεμβρίου η Alba και τα χωριά γύρω από αυτήν (Barbaresco, Barolo), αλλά και τα αμέτρητα οινοποιεία, γιορτάζουν και συμμετέχουν. Η αποθέωση είναι κάθε Σάββατο και Κυριακή στο κέντρο της Alba, όπου περίπτερα εκθέτουν και πουλάνε τρούφα, λάδι τρούφας, βούτυρο τρούφας, ζυμαρικά με τρούφα, τυριά με τρούφα και ό,τι δεν μπορεί να χωρέσει ο νους σας… με τρούφα. Όσο και να με ενθουσίασαν τα κρασιά και το φαγητό, καθώς και τα περίπτερα που ένα ένα πρόσφεραν γεύσεις που ακόμη ονειρεύομαι, η ανακάλυψη της γαστρονομικής μου εμπειρίας ήταν η Gianduja dolce al cioccolato con biscotto alle nocciole. Δεν ξέρω πώς να την περιγράψω. Μόνο να σας πω ότι το Piemonte φημίζεται και για τα φουντούκια του – εκεί άλλωστε έχει γεννηθεί η gianduja. Επίσης, στην Alba βρίσκεται και το εργοστάσιο της Ferrero Rocher. Οπότε μεταξύ Barolo και τρούφας, η ανακάλυψη για μένα ήταν αυτή η σοκολατένια μπάρα χρυσού”.

Cephalonia | text by Thalia Kartali & Penelope Katsatou | Photography by Giorgos Kaplanidis, issue 10

According to Greek mythology, the island of Cephalonia (kefalonia in Greek) owes its name to Kefalos, who defeated the Televoes and became the island’s first inhabitant. It is said that kefalos planted a grapevine from mainland Greece, from where he originally came, and this is how the island’s long history in winemaking began

During Venetian rule, the wine produced on Cephalonia was exported on a regular basis to Europe. A series of earthquakes which hit the island in 1953 caused major destruction and many deaths; many of its inhabitants were forced to leave the island and start a new life elsewhere. Many emigrated to the United States and Australia. Today, Cephalonia has 3 PDO level appellations and is considered one of the most promising winemaking areas in Greece, producing some very interesting wines from indigenous varieties, the most famous of which is Robola, a white variety which produces a dry white wine with high acidity and a mineral character. Most of the island’s vineyards are in the mountainous areas of the central and southern part of the island. Thanks to the efforts of a dynamic group of winemakers, Cephalonia has the potential to become a great wine tourism destination (it is, in any case, already well-known as a vacation spot for general tourism), granting its visitors the opportunity to taste wines from indigenous varieties found only here. Grape visited five of the six main producers on the island and discovered − apart from beautiful landscapes − different approaches to winemaking, ranging from biodynamic winemaking following a more traditional approach to more technologically innovative modern methods; all of the wineries, however, revealed the amazing potential of these unique indigenous varieties.

View of Melissani Lake, Kefalonia – Greece

Sites
ThE VILLAGE OF ASSOS

A very picturesque village, thanks to both its traditional architecture and its colorful, narrow alleyways. It’s located on the neck of a small peninsula with a winding road that leads to a castle with magnificent 360° views.

THE VILLAGE OF FISCARDO

A former fishing village that has been transformed into a popular cosmopolitan resort without losing its quintessential island charm.

HISTORICAL AND FOLKLORE MUSEUM OF ThE CORGLALENIOS lIBRARY

A lovely museum nearly hidden under a public library, this establishment houses exhibits of island life, including costumes and old photos of life dating from before the earthquake in 1953. It offers a real sense of everyday life and the living standards of the people of Cephalonia over the past few hundred years.

MELISSANI AND DROGARATI CAVES

Melissani Lake, a hauntingly beautiful sort of “cenote, ” or sinkhole within a cave, is a unique phenomenon created by the erosion of calcerous rocks. The Drogarati Cave, discovered 300 years ago, is filled with stalactites and stalagmites.

ThE ARCHAEOLOGICAl MUSEUM OF ARGOSTOLI

The museum displays artifacts from prehistory up to Roman times in an interesting and informative format.

MONASTERY OF AGHIOS GERASIMOS

Passing through the vineyards of Mount Ainos (and very close to the Orealios Gaea Winery), you’ll find a monastery dedicated to the patron saint of the island. The interior is tranquil and beautifully decorated, while the monastery’s church houses the holy relics of the saint himself.

Activities

SWIMMING

Enjoy the crystal-clear beaches of the island: Kimilia, Emblisi and Myrtos beaches in the north, Petani Beach in the west and Makris Gialos Beach in the south.

BOAT TRIPS AND CRUISES

Choose one of the local boat tours for a fun day out on the water. Boats usually stop in three different locations for sightseeing and swimming opportunities.

Wine and Food

BEST LOCAL FOOD INGREDIENTS

Fava bean spread • Octopus in wine sauce • Marinated anchovies Fresh grilled fish • Feta from Cephalonia • Thyme and spruce honey • Strapatsada (eggs with tomatoes) • Bourbourelia, a soup made with mixed beans • Kreatopita, a meat pie • Bakaliaropita, a cod pie • Rabbit stew • Riganada: bread slices with oregano and local feta cheese • Mandola: a sweet delicacy made of almonds and sugar • Pastokidono (or Komfeto): quince bars, enriched with roasted almonds and honey

A SELECTION OF CEPHALONIA WINES TO TRY

WHITE: Orealios Gaea; San Gerasimo, Robola of Cephalonia • Gentilini; Robola of Cephalonia • Sklavos Estate; Vino di Sasso • Melissinos-Petrakopoulos; Robo- la of Kefalonia • Orealios Gaea; Robola of Kefalonia Barrel • Gentilini; Wild Paths, Robola of Cephalonia • Foivos Wines; Pan- drosos (Tsaousi, Vostilidi, Musca- tel, Muscat) • Haritatos Vineyard; Moscato

RED: Gentilini; Notes Red • Haritatos Vineyard; Mademoiselle Haritatou Mavrodafni • Gentilini; Eclipse Mavrodafni • Orgion; Mavrodafni 2016 • Gentilini; Syrah 2011 • Haritatos Vineyard; Mavrodafni

SWEET: Foivos Wines; Methyse PDO Mavrodafni of Cephalonia 

Main Grape Varieties

ROBOLA: the island’s main white variety. It is a citrus-scented grape that grows in the limestone and gravel soils responsible for its characteristic minerality. It is found in the designated Robola zone, in the central part of Cephalonia, in vineyards whose elevations range from 350m to 750m.

MAVRODAFNI: A red grape variety which used to be vinified exclusively for the production of sweet wines. Today, dry wines that are made from it are full bodied, with aromas of red fruit and licorice.

TSAOUSI: A white variety which produces wines with sweet citrus aromas.

OTHER VARIETIES: Moscato, zakynthino and Vostilidi.

Climate and Soils

Conditions are generally mild, but heavy rainfalls and high humidity may result in fungal diseases such as mildew and botrytis. Most vineyards are bush trained. The soils are limestone and gravel in the mountainous areas (mainly in the Robola zone), while in the area around lixouri, where Mavrodafni grows, soils are mainly clay.

Cephalonia wine route

Sclavos Winery

Evriviadis Sclavos in his cellar.

Arriving in Lixouri by sea, we made Sclavos Winery, located just a few kilometers from the port, our first stop. Having already tasted some wines from here in a series of tastings in Athens, we were intrigued by the personality they projected and were very eager to meet the man behind the bottles. Evriviadis Sclavos has become something of a local legend. A softspoken man, dedicated to the biodynamic approach of vinegrowing and winemaking, Sclavos doesn’t like to speak about himself but loves to talk about his vines. Being one of the most passionate producers of natural wines in Greece, he is dedicated to continuing the winemaking tradition of his family, but he’s also not shy about introducing new methods and carrying out whatever experimentation is required to enable him to produce highquality wines.

The family’s first vineyard in Cephalonia was planted in 1919, by Sclavos’ grandfather, who had left Odessa to return to the country, and the island, of his own grandfather’s birth. Ironically, that man, Sclavos’ great-great grandfather had emigrated to czarist Russia in the 1860s to establish a winery there. Today, the vineyard around the winery in Cephalonia, a 6-hectare parcel of land, is itself surrounded by olive groves and cypress trees; It is a truly beautiful spot, imbuing its visitors with a sense of calm and serenity.

“All of the natural surroundings contribute to the evolution of the vines,” explained Sclavos, stressing the fact that there is absolutely no human intervention with the natural environment. The vines are natural bush vines trained via the “gobelet” pruning method. The winery owns a total of 32 hectares, including a parcel of the original vineyard planted by his grandfather, which is cultivated following the practices of biodynamic farming .The average yield figures for all of the wines here rarely rise above 30 hl/ha, with some going as low as 16 hl/ ha. The vines, which are not irrigated, benefit from the unique limestone terroir of the Robola Zone in eastern Cephalonia under the slopes of Mt. Ainos, and from the limestone, clay, and sandstone soils of the Paliki peninsula. The main variety cultivated here is Mavrodafni, a red variety which has been used in Greece, mainly in the area of Patras, to produce sweet wines. It was Sclavos who proved the immense potential of Mavrodafni, being the first producer in Greece to make a dry wine, one with a dense color and mature red fruit aromas, from this variety. Other indigenous varieties are cultivated as well, including Vostilidi, Ζakinthino and Tsaousi.

Inside the winery, the biodynamic calendar hanging on the wall indicates whether it is a good day for wine tasting or not. For us, it turned out that the day was perfect to taste the wines. The winery’s young and very talented oenologist Evaggelia Moraiti told us that the calendar provides vital information during the different winemaking processes that produce all their wines, a total of 10. She also pointed out that, because the winery believes in intervening as little as possible in the natural process of winemaking, they use sulfites only when it is absolutely necessary, employ only natural yeasts for the fermentation process, and do not filter the majority of their wines.

The winery produces about 70,000 to 10,000 bottles per year, 50% of which are currently exported to markets abroad, including the United States, Canada, Japan, France and the U.K. “For us, the production of natural wines is not a marketing tool. It is a philosophy we truly believe in,” Sclavos told us. As we strolled between the fermentation tanks, we stopped to try two different versions of Robola, one from the higher altitude vineyard and one from lower down. The versatility of this variety, which Sclavos compares to Assyrtiko and even Riesling, was immediately evident. As we proceeded to the winetasting area, Sclavos showed us a map of Cephalonia; pointing to the peninsula of Paliki, he told us that Odysseus, Homer’s home sick hero, came from this part of Cephalonia instead of the presentday island of Ithaka. “This area used to be an island”, he said. “This is the orginal Ithaka.” It was a theory we would hear several times during our stay on the island.

WINE TASTING

Some of the wines produced by Sclavos winery.

At the tasting, we tried a Zakynthino 2016, a dry white wine from the slopes of Aenos, vinified according to the principles of natural winemaking, unfiltered and without the use of sulfites; and a Vino di Sasso 2017, the winery’s Robola and one of the most interesting vinifications of Cephalonia’s most famous variety. This Robola is a deep and complex wine, with apricot aromas and some hints of petrol.

We also sampled an Οrgion 2015, the winery’s signature wine, a red made from 100% organically farmed Mavrodafni, grapes; this was a wine with excellent fruit concentration and aromas of mature red fruit as well as some meaty notes. We ended with a Synodos 2016, the winery’s second red wine, an organic, unfiltered wine resulting from the covinification of red Mavrodafni and the white grape Vostilidi (sourced from 40-year-old bush vines). A terroirdriven wine, this selection features black cherry and plum aromas.

Kehrionas, lixouri 28200 T: (+30)26710 91930, (+30) 694 600 0748 Visits by appointment

Κtima Ηaritatou

The haritatos’ family haritos (left), Ioanna (center) and Costas, with their four- footed friends.

The road which was to lead us to our next destination was closed; a victim of the last big earthquake which rocked the island in 2014, it is still under repairs. Instead, our helpful GPS took us down a series of picturesque back roads which eventually brought us to a small well hidden paradise in the area of Monopolata. A white-haired man with a broad smile greeted us as we pulled up, introducing himself as Costas Haritatos. Moments later, he was joined by an elegant white haired lady; this was his sister, Ioanna Haritatou. When Haritos Haritatos, a pharmacist who went on to study oenology in order to help out the new family business, arrived as well, we were in the presence of the members of the Haritatos family who decided five years ago to turn the family-owned property into a wine-producing unit.

The family’s roots can be traced back to AD 1400, when the island was ruled by the Venetians. “The family property has never changed hands; it’s always been owned by our family” explained Ioanna. The old farmhouse is an important part of the family’s long history. For 200 years it has stood here, despite earthquakes which have, unfortunately, not left it unscarred. A beautiful, well-tended garden surrounds the house, hosting all kinds of Mediterranean plants. The 120-acre holding is a fully-functioning farm, with the vineyard playing a central role. Olive groves, walnut trees, fig trees, mulberry trees, cherry trees and a small forest of cypresses cover much of the land. We saw chickens, ducks and geese, as well as a number of dogs, all moving about happily in typical farmyard fashion. It was easy to imagine all the happy moments the Haritos family and their guests had shared in these marvelous surrounding.

“Five years ago, we decided to start producing our own wine from our grapes,” Ioanna said. “Until then, we’d been selling them to other wine producers in the area.” It was a decision that really changed their lives. They’d had very different careers; Ioanna had served as a press attaché in Greek embassies around the world, spending many years living abroad; Costas had just returned from Rome, where he had spent the previous 20 years; and Haritos, who lived on Cephalonia, had been a pharmacist. Today, they are dedicated to reviving this historic farm.

On the grounds of the family home.

The vineyards have been planted with two of the island’s three main indigenous varieties, Mavrodafni and Moscato, and the family follows the principles of organic farming. A small amount of the lesser-known white variety of Vostilidi has been planted as well; it’s used to produce the winery’s newest addition, Hariton, which was bottled for the first time this year. They work closely with oenologist Christos Peppas on the production of the winery’s four wines. This is a boutique winery, producing around 40,000 bottles annually. It is currently open to visitors by appointment; in the near future, the winery will also have a selling point for its wines and will host organized tours and wine tastings.

Sitting in the estate’s lovely garden, we tasted all four wines; a Ktima Haritatou 2014, a red made from 100% Mavrodafni; a Mademoiselle Haritatou 2016, a fresh red also made from Mavrodafni; a Hariton 2017, 100% Vostilidi; and a Ktima Haritatou White 2017, an aromatic wine made from 100% Moscato.

Kladata, lixouri 28200 T: (+30) 697 344 6352, (+30) 697 610 8768

Gentilini Winery

Established in the 1980s by Spiros Kosmetatos, Gentilini Winery is responsible for making Robola famous both in Greece and abroad. The winery owes its name to Kosmetatos’ paternal grandmother Mariana Gentilini, the last noblewoman in her line. (Her ancestor Marino Gentilini, an Italian army engineer, was commissioned by the Venetian Senate in 1593 to build the extensive Assos fortifications on Cephalonia. He eventually married and settled here, and his name was inscribed in the Libro d’Oro of noble families.

In 1929, Gerassimo Cambitzi opened one of England’s first wineries, Isleworth Wineries, a little outside London. Thirty-five years later, his grandson, Spiros Kosmetatos, planted his first vineyard of local and classic white grape varieties on Cephalonia. Having studied the latest techniques to identify the oeno- logical processes best suited to the climate, soil and varieties of the area, Kosmetatos released the first commercial vintage of Gentilini in 1984, simultaneously in Athens and London. At the time, he was a pioneer in fine winemaking in Greece, paving the way for those boutique wineries that followed.

Petros Markandonatos Sales and Exports / Co- Owner.

Today, the winery has passed to the next generation. Spiros’ daughter, Mariana, and her husband, Petros Markandonatos, took over the estate in 2002. A highly energetic man, with a strong vision of how to make Robola the next signature Greek white wine variety (after Assyrtiko), Markandonatos divides his time between Cephalonia and abroad, mainly Australia, where he is co-operating with Pulmora Estates, a winery that is planning to produce Robola wines in the Barossa Valley.

Markandonatos came straight from the airport to welcome us to the estate. He’d arrived a day ahead of schedule just to meet us, and he was pleased to take us around the 10-hectare vineyard, planted mainly with Mavrodafni, which is organically farmed. “With the latest additions, this is becoming a very significant Mavrodafni vineyard,” he explained proudly as we walked up towards the family house, which stands a top a hill and enjoys breathtaking views of the seashore. Back in the openair tasting area, we noticed a couple of American visitors enjoying their wine, engaged in a lively conversation with Markandonatos’ niece, Nora, who’s responsible for organizing the visits. “We welcome about 4,000 visitors per year,” Markandonatos explained, “all either by appointment or as walkins − no tour groups − and give them a short tour of the estate and production area, as well as tasting flights of Robola and the winery’s other selections.

“This is a small, boutique winery and we’d like to keep it that way. We don’t want to add any more buildings; that would spoil the really beautiful natural surroundings. “Mariana, his wife, is in charge of the winery’s management, while he’s responsible for the production, sales and exports. The team is completed by oenologist Alexandros Doukas, head winemaker, and young oenologist Theodoris Theodoridis. The winery produces nine wines for a total of 120,000 bottles, a large percentage of which is for export, mainly to the United States and Australia. We tried Notes 2017, an easy-drinking white wine. It’s a blend of Tsaousi and Sauvignon Blanc, a modern version of the first wine that was vinified by the company in 1984. We then moved on to a Robola of Cephalonia 2017, a fresh, crisp white wine, with all the minerality of a typical Robola, before sampling a Wild Paths 2016, made from Robola grapes sourced from the oldest vineyard in the Robola Zone. This is a complex white wine which expresses the minerality and acidity of the variety. We finished up with a Gentilini Rosé 2017, a rosé wine from Moschofilero, and an Eclipse 2016, a red wine made from Mavrodafni, with aromas of red fruit and licorice, which matures for at least 12 months in French barriques and American barrels.

Minies 20100
T: (+30) 693 271 8730 gentilini.gr

Oreallios Gaea (Robola Cooperative of Cephalonia)

View of Oreallios Gaea winery.

Located in the heart of the Robola Zone, the Cooperative of Cephalonia is the largest production unit on the island, with a total annual production of 500,000 bottles. It was established in 1982 with the participation of 60 grape growers. Vinification took place outdoors until 2006, when the new winery was built and new equipment was brought in. Today, the cooperative has 300 members, all growers in the Robola Zone (which covers the Valley of Omala). The vineyards begin at an elevation of 450 meters and reach 800 meters.

The climate of the area is characterized by long rainfalls during the winter months -this phenomenon can extend into spring and early summer, sometimes disrupting maturation − and there are occasional heat waves. The greatest asset of the area is the wide diurnal range, with warm temperatures during the day and really cool nights. The wines produced are characterized by the natural acidity of the Robola grape and by minerality coming from the limestone and gravel soils. A small part of the production goes through barrel ageing; the majority is bottled fresh. The winery is open to visitors, and approximately 70,000 to 80,000 people come to the site each year to enjoy a short tour and wine tasting sessions. A new area for wine tasting is currently being built and is expected to begin operating by the end of July. The company is also preparing a new brand, Oreallios Gaea, under which it will market all its wines. The vinification process is supervised by the cooperative’s chief oenologist, Kostas Nodaras, while the cooperative’s general manager is Costas Bazikos, a chemist by training, who was kind enough to offer us the tour and organize the wine tasting.

The winery’s most popular selection is its Robola of Cephalonia with a characteristic bottle. This is a typically light easy drinking expression of Robola and a bestseller with those who wish to take a souvenir from the island home with them. We also tasted the barrel-aged version of the same wine, Robola of Cephalonia 2015, a wine with notes of vanilla and honey, with good acidity. Another Robola, San Gerasimo is much more aromatic, coming from the higher altitude vineyards, with good acidity, more fruit concentration and a longer aftertaste. This is a food-friendly wine, and a perfect match with seafood and with the local cuisine. The winery also produces Truth, a Robola from organically farmed vineyards, a wine with stronger notes of botanic aromas (chamomile) and Nouvelle Epoque, a wine produced from the lesser-known white variety Vostilidi, which had nearly become extinct before it was rediscovered and vinified, producing wines with a more tannic taste. This wine comes from newly planted vineyards. The winery’s other options include Linos White, a dry white blend of Moscato and the island’s lesser-known varieties of Ζakinthino and Tsaousi, and Linos Red, a dry red made from 100% Mavrodafni.

 Omala 281 00

T: (+30) 26710 86301  robola.gr

Melissinos Winery

Hidden away in the southern part of the island, Melissinos is the third winery open to visitors in the area of Argostoli. Today, a stone building that was once the summer house of the Solomos family − it was rebuilt after the 1953 earthquake that flattened the area − hosts this small winery, established in 2002.

Melissinos’ Oenologist, Kiki Siameli.

The winery is run by Kiki Siameli, a young oenologist responsible for the production of the winery’s 12 wines. Her approach to vinification is based on a philosophy of intervening as little as possible in the natural winemaking process, and a large portion of the grapes used are sourced from organically farmed vineyards. The small yard at the back of the building, surrounded by olive trees, lemon trees and colorful rose bushes, provided the perfect spot for the wine tasting. Although it was early in the morning, we were more than willing to sample 10 of the winery’s 12 wines, all under the guidance of Kiki, who offered us details regarding the sourcing of the grapes and the vinification techniques used for each selection.

We had the opportunity to compare three different versions of Robola: a Robola 2017, a typical Robola with high acidity and strong minerality, made from grapes sourced from two high-elevation vineyards (700m); a Bio Robola 2017, coming from the best Robola vineyards in the area of Fagias, which yielded a more aromatic version with less minerality; and Νatural 2017, a naturally fermented wine made according to a traditional wine making process. We also tasted a Zakynthino Gold 2017, a dry white made from the indigenous variety Zakynthino, a grape which offers good natural acidity and which, thanks to its high phenolic character, has a great ageing potential. The winery’s two red wines are made from Mavrodafni; the Mavro 2015, a blend from two different vineyards, and the Mavrodafni 2015, a wine produced from grapes sourced from a prephylloxera vineyard, with strong botanic character and very good concentration of the fruit, were both barrel-aged for a year (the latter has a longer ageing potential).

Thiramona 28086
T: (+30) 26710 29716

Foivos Winery

Located in the area of Vouni near Lixouri, Foivos Winery is considered to be the continuation of the Matzavinos Winery, one of the two historic wineries of Cephalonia. In 1999, a new effort began, aiming at developing indigenous varieties of Cephalonia according to the principles of natural winemaking, with the least possible human intervention.

The winery produces 25 different wines, both varietals and blends from the island’s indigenous varieties. The grapes are sourced from organically farmed, privately owned vineyards and from other growers working in cooperation with the winery. The winery is open to visitors. Unfortunately, we didn’t have the chance to visit the winery or taste any of its wines. ●

 

 

Santorini | text by Thalia Kartali & Penelope Katsatou |Photography by G. Kaplanidis | issue 10

One of the Cycladic islands, Santorini (official name Thira) sits in the Aegean Sea. It was known as Strongili (the Round One) until, thousands of years ago, a colossal volcanic eruption caused the center of the island to sink, leaving a caldera (or crater) with towering cliffs along its east side now Santorini’s trademark landscape. The breathtaking views from the caldera and the famous sunsets as seen from the island have made Santorini one of the most recognizable destinations in the world. The island is also the leading producer of Greek white wines, in terms of quality and true character. The soil of Santorini is a mix of volcanic lava, pumice and ash deposits, resulting in vineyards completely free of phylloxera. The number of quality restaurants and top wineries is impressive, which makes it the perfect destination for travelers who are seeking authentic, memorable culinary experiences.

Ancient Sites

ARCHAEOLOGICAL MUSEUM (Fira)

Admire sculpture from the Archaic to the Roman period, as well as vases and clay figurines dating from the Geometric to the Hellenistic periods.

MUSEUM OF PREHISTORIC THERA (Fira)

Take a look at the urban planning and architecture of the ancient city of Akrotiri. One can also find fossils of plants here that flourished before the human habitation of the island, as well as archaeological objects.

ANCIENT THERA (Near kamari)

This is an ancient city on a ridge of the steep 360m-high mountain Messavouno. Visit to check out the Agora, the Basilica Stoa and the theater.

AKROTIRI ARCHAEOLOGICAL SITE

The archaeological site of Akrotiri is one of the most important ones in the eastern Mediterranean. You’ll have the opportunity to walk along the ancient streets and squares of the city, visit dwellings and religious ritual areas and see workshops, cookhouses, facilities for storage and more. Details preserved from the moment the volcanic eruption doomed the city testify to the dramatic termination of life at Akrotiri.

ACTIVITIES HIKING

The trail that connects Fira with Oia offers hikers spectacular views.

SWIMMING

Perissa Beach, Kamari Beach, Perivolos Beach and Vlychada Beach.

WATERSPORTS AND MORE

Waterskiing, jet-skiing, scuba-diving and snorkeling, boat tours and paragliding.

OTHER VISITS

The Tomato Industrial Museum; Santorini Brewing Company; S.M.A.G (Spira Marble Art Gallery)

Wine and Food

BEST lOCAL FOOD INGREDIENTS

Capers • Cherry tomatoes • White eggplants • Fava beans • Hloro tyri (goat cheese) • Dhomato keftedes (tomato fritters) • Meatballs • Kardamides (green herbs) • Peanuts • Honey • Fresh fish and other seafood • Fried cheese in filo pastry covered in honey • Santorini salad (capers and cucumbers • Tomatoes and local cheese)

WORTH VISITING SANTORINI WINERIES

Domaine Sigalas • Estate Argyros • Hatzidakis Wines • Vassaltis Vineyards • Gaia Wines • Boutari Wines • Canava Chrisou – Tselepos • Santo Wines • Venetsanos Winery • Gavalas Winery • Canava Nomikos • Karamolegos Winery and Volcan Wines

Santorini  wine info

KOULOURA

The traditional way of training Santorini’s vines into a basket-like shape in order to protect them from the strong winds and the high summer temperatures.

CANAVA

The term of a traditional winery in the local dialect. Usually rockhewn underground or protected by nearby buildings.

ASSYRTIKO

Santorini’s signature white grape variety, it’s rapidly gaining worldwide recognition. It produces wines of medium aromatic intensity but with strong minerality that is characteristic of the island’s wines and has a great ageing potential.

AIDANI 

A white grape variety used in a blend with Assyrtiko to produce Santorini wines such as Nychteri and Vinsanto. Vinified as a vari- etal, it produces wines of a floral character with aromas of tropica

ATHIRI 

A white grape variety that is also used in the blends of Santorini wines; when vinified as a varietal, it can give wines of a fruity character with medium to low acidity.

MAVROTRAGANO

A very rare red variety from San- torini that was, until recently, at risk of extinction. The variety combines dense red fruit with roasted coffee and smoke, robust tannins and a rich and mineral mouth.

VINSANTO

Santorini’s sweet wine, made predominantly of Assyrtiko, with Aidani and Athiri also participating in the blend. It’s made from lateharvest grapes which dry in the sun for 12-14 days. It ferments and then ages for at least 24 months in oak barrels.

NYCHTERI

Santorini’s traditional wine, made from a blend of Assyrtiko, Athiri and Aidani. Grapes destined for Nychteri were pressed during the night after the harvest, to protect the juice from the heat of the day. Its name is derived from the Greek word “nychta,” which means “night.”

Santorini wine route

 The wine cellar, 12 meters long, in the hatzidakis Winery.

Hatzidakis Winery

Αrriving at the Hatzidakis Winery in the area of Pyrgos, we immediately agree with one another that this is what a winery in Santorini should look like. Carved into the soft but solid volcanic rock that forms the island’s soil, this winery, or “canava” as it is called in the local dialect, consists of a cellar, 12 meters long, where all the winery’s barrels are kept. The rest of the winery was built in 2004 as an addition to the old canava, which was not big enough for the 130,000 bottles that are currently produced and of which 50% are exported to markets around the world. Xaridimos Xatzidakis, who passed away last year, was a passionate man dedicated to getting the best out of what Santorini’s unique grapes have to offer.

In a dark corner, a long wooden table is set up for the tastings; the atmosphere is perfect for the excellent wines we are about to taste. The winery’s signature wine is Assyrtiko de Louros, a wine made from late-harvested grapes from selected vineyards, some of which are 150 years old. Dense and mineral on the palate, with typical acidity and a long aftertaste, this wine pairs perfectly with shellfish, and with white and red meat and mature cheeses. It can age for more than 10 years in the bottle. During our visit, we had also the pleasure of tasting the winery’s main selection, Santorini 2016, a wine (made from 100% Assyrtiko) that undergoes stainless steel fermentation and remains unfiltered, a typical, easy-drinking Assyrtiko.

We also sampled the Nychteri, the traditional wine of Santorini, also 100% Assyrtiko from late harvest over-matured grapes, vinified using more modern techniques and less oak. We could not have left the winery without tasting the Vinsanto, Santorini’s traditional sweet wine, which, at this winery, is made from Assyrtiko and Aidani, spends 14 years in the barrel, has a perfect balance between acidity and sweetness and boasts aromas of apricot marmalade.         hatzidakiswines.gr

Boutari Winery

Boutaris’ state-of-the-art winery.

A pioneer in many ways, Boutaris landed on the island of Santorini in the ’80s, when the now-famous Assyrtiko variety was practically unknown. The state of the art winery has been distinguished as one of the 10 architecural wonders of the wine world and was the first to open its doors to visitors in 1989. Upon his arrival, Boutaris changed the practice of late harvesting and begun vinifying less ripe grapes, causing an uproar among the traditional winemakers.

Since then, the Boutari Winery has been consistently producing good quality Santorini wines, including Assyrtiko, Nychteri and the traditional Vinsanto; the Vincanto is aged for 12 years in the barrel. During our visit to the winery we had the pleasure of tasting a Santorini 2016, made from 100% Assyrtiko, a fresh and crisp dry white wine, with aromas of orange peel and grapefruit, and the winery’s Nychteri 2015, 100% Assyrtiko which has spend seven months ageing in oak, endowing it with its characteristic aroma of honey.

 boutari-santorini.gr 

Gavalas Winery

The old reservoir where the juice from pressed grapes ended up for fermentation.

This is a small family owned winery, one of the oldest on the island. Vagelis Gavalas represents the fifth generation of family winemakers. Together with his father George, he continues the family tradition of winemaking, using the traditional method of stomping the grapes for the production of their signature wine, Vinsanto. This wine ferments and ages for six years in 100year-old barrels, made from oak imported from Russia back when the wine export trade to that country was flourishing. The charming courtyard where the wine tastings take place is next to the cellar and the old “patitiri”, where the stomping used to take place. Here, the visitor can also take a look at an antique press and at wicker baskets used for carrying the grapes so as to get a better idea of the traditional winemaking processes of the island.  gavalaswines.gr

Gaia Winery

Tradition meets modern winemaking technology at the Gaia winery.

It’s difficult to describe what we’re feeling as we approach this winery, right by the water on the beach of Kamari. There is, certainly, a little jealousy of those who get to work here. The industrial stone building dating from the beginning of the 20th century, which today houses the winery and is equipped with all the high-tech equipment for modern winemaking, used to be a tomato canning factory. A charming area in front of the structure serves as the tasting area, so the tastings take place outdoors by the water’s edge. It is truly a marvelous setting for wine tasting! Here, we have the opportunity to try three different versions of Assyrtiko: Thalassitis, Thalassitis Oak Fermented and Assyrtiko by Gaia Wild Ferment, a wine whose production combinestraditional and modern winemaking techniques, with the use of both Inox tanks and new French and American oak barrels in which the wine ferments withthe use of wild yeast.                                                                                                              gaia-wines.gr 

Santo Winery

Breathtaking views from Santo Winery.

A young man with a warm smile welcomes a group of tourists as we walk through the entrance of Santo Wines. A few steps down and we find ourselves in an impressive modern building, crowded with tourists who have come here to taste some of Santorini’s best wines and get to know – and shop for – the island’s delicacies, all displayed in the winery’s large deli shop. The winery was built in 1992 to house the Union of San- torini Cooperatives, whose wines came to be produced under the name “Santo.”

The building itself resembles the island’s traditional stone benches. Surrounded by breath- taking views of the deep blue sea and the volcano, we taste some of the cooperative’s wines, including Santo Sparkling 2014, the first sparkling wine to be made from 100% Assyrtiko grapes from the vineyards of Pyrgos; Santo Rose Sparkling Demi Sec, made with Assyrtiko and Mandilaria, a fresh, cherry-flavored and very summery wine, with a sweet aftertaste which makes an excellent aperitif (it can also accompany meals); and Santorini Asyrtiko Grande Reserve 2014, a wine made from Akrotiri vines that are up to 100 years old; it’s aged for 12 months in oak and an- other 12 in the bottle.

Naturally, we didn’t skip the Santorini Assyrtiko 2016 or the Santorini Nychteri 2016. While sitting in the winery’s veranda overlooking the Aegean, we can’t help noticing the smiles on the face of the numerous tourists, most of who are from Asia, who were enjoying their own tastings in this unique place.

santowines.gr

Estate Argyros

At Estate Argyros, a modern architectural feature designed to remind the visitor of a traditional canava.

Arriving at Estate Argyros, we are treated to a totally different side of Santorini. Here on the other side of the island, there are no dramatic views, only vineyards, symbols of the triumph of life over the widespread death caused by the volcano. Surrounded by the privately owned vineyard, the estate’s winery is a modern building designed to remind the visitor of a traditional “canava. The estate, established by George Argyros in 1903, was passed on through the generations. Today, it is run by Matthew Argyros, the fourth generation of winemakers in his family.

The Estate produces wines (from indigenous varieties) which they create by combining traditional and modern winemaking techniques. The grapes come from ungrafted, phylloxera-free vines, some of which are 150 years old. The winery produces 350,000 bottles a year, 60% of which are exported. Here, Assyrtiko finds its different expressions; unoaked in Santorini Argyros and barrel fermented in Estate Argyros. The estate also produces a varietal Aidani, an elegant fresh fruity wine, and a red wine made from Mavrotragano, the island’s rare red grape variety. The Vinsanto spends 12 years in oak and is made from Assyrtiko, Aidani and Athiri     ●

estate-argyros.com 

 

Oδοιπορικό | ΔΡΑΜΑ | τεύχος 7

Εντυπωσιακά οινοποιεία, κρασιά αξιώσεων, ζεστή φιλοξενία και εξωστρέφεια. Σε αυτές τις φράσεις συνοψίζεται η εικόνα της Δράμας, της πιο νέας, αλλά ίσως της δυναμικότερης οινοπαραγωγού  περιοχής της Ελλάδας. Με παράδοση που χάνεται μέσα στον χρόνο και το νήμα της φαίνεται να κόβεται κάποια στιγμή, για να συνεχιστεί αργότερα, τη δεκαετία του ’90, η περιοχή της Δράμας αποτελεί σήμερα το επίκεντρο της σύγχρονης οινοπαραγωγής στη χώρα μας.   Με επικεφαλής επιτυχημένους επαγγελματίες στον χώρο του μαρμάρου, όπως οι οικογένειες Λαζαρίδη και Παυλίδη, οι άνθρωποι του κρασιού στη Δράμα χαρακτηρίζονται από τη φιλοδοξία τους να  φθάσουν τα κρασιά τους να συναγωνίζονται ισάξια εκείνα των μεγάλων οινοπαραγωγών περιοχών του κόσμου. Τα δείγματα είναι σαφώς ενθαρρυντικά. Με αξιοζήλευτο επαγγελματισμό, υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις και έμφαση στις διεθνείς ποικιλίες, οι οινοπαραγωγοί της Δράμας διεκδικούν με αξιώσεις τη θέση τους στον παγκόσμιο οινικό χάρτη.

Τα αρωματικά λευκά, τόσο από ξένες όσο και από ελληνικές ποικιλίες, αποτελούν το δυνατό χαρτί του δραμινού αμπελώνα. Εδώ άλλωστε «γεννήθηκε» το blend Ασύρτικου με Sauvignon Blanc, ένα από τα πιο επιτυχημένα χαρμάνια λευκού οίνου, το οποίο γνωρίζει μεγάλη επιτυχία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. H απουσία γηγενών ποικιλιών έστρεψε τους παραγωγούς στις διεθνείς ποικιλίες, οι οποίες γνωρίζουν μια νέα έκφραση στην περιοχή της Δράμας. Οι οινοποιοί τολμούν να πειραματιστούν και με λιγότερο  γνωστές στο ευρύ κοινό ερυθρές διεθνείς ποικιλίες, όπως είναι το  ισπανικό Tempranillo, η πορτογαλική Touriga Nacional και το γαλλικό Ugni Blanc, χωρίς ωστόσο να προσπερνούν τις ελληνικές, το Ξινόμαυρο, το Αγιωργίτικο και βεβαίως το Ασύρτικο, το οποίο φαίνεται να έχει βρει εδώ μια δεύτερη πατρίδα.

Οι συνθήκες που δημιουργεί η παρουσία τριών μεγάλων ορεινών όγκων, του Παγγαίου, του Φαλακρού και του Μενίκιου, και το ιδιαίτερο μικροκλίμα, που χαρακτηρίζει όχι μόνο κάθε περιοχή, αλλά και κάθε αμπελοτόπι, σε συνδυασμό με μια ποικιλία εδαφών –κυρίως  ασβεστολιθικά και αμμοαργιλώδη–, βοηθούν ιδιαίτερα την καλλιέργεια αρωματικών λευκών και ερυθρών ποικιλιών, που δίνουν υψηλόβαθμα κόκκινα. Πρόκειται για κρασιά μοντέρνα, που μαρτυρούν την άποψη που φαίνεται να μοιράζονται οι περισσότεροι οινοποιοί της Δράμας, ότι η Ελλάδα διαθέτει –με τις κατάλληλες προϋποθέσεις– τη δυνατότητα να συναγωνιστεί ισάξια γνωστές οινοπαραγωγούς περιοχές του κόσμου χωρίς να στηρίζεται αποκλειστικά στις γηγενείς ποικιλίες.

Χωρίς ιδιαίτερη τουριστική ανάπτυξη, παρά το γεγονός ότι διαθέτει αρκετούς ελκυστικούς προορισμούς, όπως τα μοναδικής ομορφιάς σπήλαια, οι αρχαιολογικοί χώροι –στην περιοχή διεξήχθη η περίφημη Μάχη των Φιλίππων– αλλά και  μοναδικές διαδρομές στο Παρθένο Δάσος για τους λάτρεις του βουνού, η Δράμα τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να αυξήσει τον αριθμό των επισκεπτών της, με τη διοργάνωση τόσο της Δραμοινογνωσίας όσο και του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους. Βρεθήκαμε εκεί δύο ζεστές ημέρες του Σεπτεμβρίου, με τον τρύγο να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, γεγονός που μας εμπόδισε δυστυχώς να περιηγηθούμε και στα επτά οινοποιεία της περιοχής, καθώς οι εργασίες  δεν επέτρεψαν σε κάποιους οινοποιούς των μικρότερων κτημάτων να μας δεχτούν. Είχαμε ωστόσο την ευκαιρία να παρευρεθούμε σε νυχτερινό τρύγο στο Κτήμα Παυλίδη, στα Κοκκινόγεια, βιώνοντας μια μοναδική εμπειρία, και να επισκεφτούμε τα τέσσερα μεγαλύτερα οινοποιεία της περιοχής του Δοξάτου και της Αγοράς. Εντυπωσιαστήκαμε από τις εγκαταστάσεις, τα μεγέθη των οινοποιείων –που είναι χτισμένα κυρίως από μάρμαρο που παράγεται στην περιοχή–, συναντήσαμε ανθρώπους επαγγελματίες, με πάθος γι’ αυτό που κάνουν και όραμα να οδηγήσουν τη Δράμα στην κορυφή των οινοπαραγωγών περιοχών της Ελλάδας,  διεκδικώντας παράλληλα μια υψηλή θέση ανάμεσα στις διάσημες περιοχές του κόσμου.

ΚΤΗΜΑ ΠΑΥΛΙΔΗ

Σε απόσταση 17 χιλιομέτρων από τη Δράμα, περιτριγυρισμένο από  200 στρέμματα ιδιόκτητου αμπελώνα και με έναν ιδιαίτερα φροντισμένο περιβάλλοντα χώρο, βρίσκεται το οινοποιείο του Κτήματος Παυλίδη. Οι γραμμές του, λιτές και αυστηρές, σέβονται απόλυτα το περιβάλλον και θυμίζουν στον επισκέπτη ότι βρίσκεται σε μια περιοχή η οποία παράγει μάρμαρο, το βασικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του κτιρίου.

Η αγάπη του Χριστόφορου Παυλίδη –καταξιωμένου επιχειρηματία στον χώρο του μαρμάρου– για το κρασί οδήγησε στις πρώτες φυτεύσεις αμπελώνων στη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 και το 2001 έκανε την εμφάνισή του το πρώτο κρασί του κτήματος, το Κτήμα Παυλίδη. Το 2006 κυκλοφόρησε στην αγορά η σειρά ΤΗΕΜΑ, ερυθρά και λευκά από blends ελληνικών και ξένων ποικιλιών, και ακολούθησε η σειρά EMPHASIS, μονοποικιλιακά ερυθρά και λευκά από διεθνείς ποικιλίες, όπως Chardonnay, Syrah και το ισπανικό  Tempranillo, αλλά και από Ασύρτικο, το οποίο προσφέρει μια διαφορετική έκφραση από εκείνο της Σαντορίνης. Μετά τη βραδινή μας επίσκεψη, κατά την οποία είχαμε τη χαρά να παρακολουθήσουμε τον νυχτερινό τρύγο (βλ… ), την επόμενη ημέρα μάς υποδέχτηκε ο επικεφαλής οινολόγος Παναγιώτης Κυριακίδης, ο οποίος μας ξενάγησε στους πραγματικά εντυπωσιακούς χώρους του οινοποιείου. Υπερσύγχρονες δεξαμενές με εξελιγμένα συστήματα ελέγχου της θερμοκρασίας, αντλίες περισταλτικού τύπου, απολύμανση των δεξαμενών με ειδικούς ατμοποιητές, ώστε να αποφεύγεται η χρήση χημικών, μερικά από τα στοιχεία που μας τράβηξαν την προσοχή στον χώρο της παραγωγής.

Ο αμπελώνας του κτήματος είναι χωρισμένος σε δύο τμήματα, με τα 200 στρέμματα να βρίσκονται στην περιοχή Κοκκινόγεια και σε υψόμετρο περίπου 200 μ., όπου και το οινοποιείο, και τα υπόλοιπα 400 στην Περιχώρα και στον Αγ. Μηνά, σε ελαφρώς μεγαλύτερο υψόμετρο. Η ξενάγησή μας ολοκληρώθηκε με τη γευστική δοκιμή,  όπου είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε μερικά από τα εμβληματικά κρασιά του κτήματος: το λευκό THEMA 2015 από Sauvignon Blanc και Ασύρτικο, με αρώματα εσπεριδοειδών δεμένα αρμονικά με φυτικές νότες ακακίας, το ΤΗΕΜΑ Rosé, ένα ρόδινο ροζέ από Tempranillo με αρώματα φράουλας και φρούτων του δάσους, ιδανικό για να συνοδεύει πιάτα της ελληνικής κουζίνας, το THEMA ερυθρό 2014, από 60% Syrah και 40% Αγιωργίτικο, και το EMPHASIS Syrah 2015, ένα από τα καλύτερα δείγματα ελληνικού  Syrah.

KTHMA ΚΩΣΤΑ ΛΑΖΑΡΙΔΗ

Η επίσκεψή μας στην αμπελουργική ζώνη Αγοράς-Δοξάτου ξεκίνησε  πρωί πρωί, με πρώτο σταθμό το οινοποιείο του Κτήματος Κώστα Λαζαρίδη. Γνωρίζαμε βεβαίως ότι το όνομα Λαζαρίδη –γνωστοί επιχειρηματίες στον χώρο του μαρμάρου– είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη Δράμα και την ανάπτυξη της αμπελουργικής της ζώνης, τίποτα ωστόσο δεν μας είχε προετοιμάσει γι’ αυτό που θα αντικρίζαμε φτάνοντας, καθώς τα μεγέθη εδώ ξεπερνούν ό,τι έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα στις οινικές εξορμήσεις μας. Ένα κτιριακό συγκρότημα 15.000 τετραγωνικών, έργο του αρχιτέκτονα Γιάννη Νάνου ο οποίος έχει σχεδιάσει και την περίφημη ετικέτα του  Αμέθυστου, στεγάζει τις υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις παραγωγής, τις υπόγειες κάβες όπου φυλάσσονται πάνω από 800 βαρέλια, το αποσταγματοποιείο για την παρασκευή τσίπουρων, αποσταγμάτων σταφυλής και ούζων, καθώς και τους χώρους υποδοχής των επισκεπτών. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με έργα Δραμινών καλλιτεχνών –ορισμένοι εκ των οποίων έχουν φιλοτεχνήσει τις ετικέτες του κτήματος– δίνοντας μια διαφορετική νότα στον χώρο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μας είχαμε τη χαρά να γνωρίσουμε τους δίδυμους γιους του Κώστα Λαζαρίδη, οι οποίοι φροντίζουν για τη συνέχεια μιας ιστορίας που ξεκίνησε γύρω στο 1979, με τη φύτευση του πρώτου γραμμικού αμπελώνα από τον Κ. Λαζαρίδη. Σήμερα, στα 2.300 στρέμματα ιδιόκτητου αμπελώνα καλλιεργούνται  λευκές και ερυθρές ποικιλίες, με έμφαση στο Sauvignon Blanc, στο Ασύρτικο, στο Merlot και στο Cabernet. Δοκιμάσαμε τον Αμέθυστο Λευκό 2016, Sauvignon Blanc και Ασύρτικο, διάσημο πλέον χαρμάνι της Δράμας, το Domaine Costa Lazaridi Rosé, ρόδινο ροζέ από Merlot που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία, καθώς και τα δύο ερυθρά της σειράς Château Julia, Merlot και Refosco/Αγιωργίτικο. Ιδιαίτερος ο Αμέθυστος Cava 2013, 100% Cabernet Franc, κρασί  που έχει παραμείνει 18 μήνες στο βαρέλι και έχει ωριμάσει στη φιάλη, διαθέτοντας μεγάλο δυναμικό παλαίωσης.

CHÂTEAU NICO LAZARIDI

Περνώντας τη μεγαλόπρεπη είσοδο του Κτήματος Nico Lazaridi,  βρεθήκαμε μπροστά σε ένα κτίριο το οποίο, παρά το εντυπωσιακό του μέγεθος, είναι πλήρως εναρμονισμένο με το περιβάλλον. Το  οινοποιείο, έκτασης 6.000 τ.μ., είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μη «βεβηλώνει την κορυφογραμμή», παρότι είναι χτισμένο σε λόφο, όπως μας τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Φρειδερίκος Λαζαρίδης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Περιλαμβάνει τους χώρους παραγωγής με υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις, το κελάρι στο οποίο μπορούν να αποθηκευτούν έως και 500 βαρέλια, αίθουσα γευσιγνωσίας, όπου στο μέλλον θα σερβίρεται και ειδικό μενού με έμφαση στο food and wine pairing, και βεβαίως την αίθουσα όπου φιλοξενείται η μόνιμη έκθεση «Μαγικό Βουνό» με τα έργα των καλλιτεχνών που έχουν φιλοτεχνήσει όλες τις ετικέτες του γνωστού κρασιού από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε μέχρι σήμερα. Η ιστορία του κτήματος ξεκίνησε τη δεκαετία του ’80, όταν οι Νίκος και Κώστας Λαζαρίδης, επίσης γνωστοί από τον κλάδο του μαρμάρου, αποφάσισαν να δουν το χόμπι τους για το κρασί επιχειρηματικά, στήνοντας την πρώτη οινοποιητική εταιρεία στον νομό Δράμας. Από τις αρχές του ’90, όταν οι δρόμοι των δύο αδελφών χώρισαν, η Nico Lazaridi εξακολούθησε να επεκτείνεται, φθάνοντας σήμερα να διαθέτει έναν ιδιόκτητο αμπελώνα 600 στρεμμάτων στην περιοχή της Αγοράς γύρω από το οινοποιείο, ένα δεύτερο οινοποιείο στην Πιέρια Κοιλάδα, στους πρόποδες του Παγγαίου, και ένα τρίτο στα σκαριά, στη Μύκονο. Η συζήτησή μας με τον Φρειδερίκο Λαζαρίδη, γιο του Νίκου, κατά τη διάρκεια της ξενάγησής μας μας αποκάλυψε έναν άνθρωπο με πολύ ξεκάθαρο όραμα και στόχους. Με παραγωγή που φθάνει τις 450.000 φιάλες στα κρασιά παλαίωσης και τις 600.000  στα entry level και μεσαίας παλαίωσης, που παράγονται στο οινοποιείο της Καβάλας, η εταιρεία έχει θέσει ως στόχο την αύξηση των εξαγωγών στο 40% του τζίρου της από το 30% όπου βρίσκεται σήμερα, προωθώντας παράλληλα τη δημιουργία συγκεκριμένων ζωνών αμπελοκαλλιέργειας, βασισμένων στο σύστημα ονομασιών προέλευσης της Βουργουνδίας. Εμβληματικό κρασί της Nico Lazaridi είναι βεβαίως το Μαγικό Βουνό, καθώς και τα δύο κρασιά της σειράς Perpeteus, ένα λευκό μονοποικιλιακό από Semillon και ένα ερυθρό χαρμάνι Sangiovese και Cabernet Sauvignon. 

ΤΕΧΝΗ ΟΙΝΟΥ

Η υποδοχή μας από τον Γιάννη Παπαδόπουλο, έναν εκ των δύο ιδρυτών του κτήματος, ήταν ιδιαίτερα θερμή, παρά το γεγονός ότι ο φόρτος εργασίας λόγω τρύγου τού άφηνε μικρά περιθώρια να μας μιλήσει ο ίδιος για την «περιπέτεια» που ξεκίνησε μαζί με τον φίλο του και κατόπιν συνεταίρο του Γιάννη Καλαϊτζίδη, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ‘90, και η οποία ονομάστηκε «Τέχνη Οίνου». Ανέλαβε ωστόσο ο γιος του Άκης, οινολόγος και επικεφαλής της παραγωγής του κτήματος, να μας εξηγήσει πώς ένας πολιτικός μηχανικός και ένας αρχιτέκτονας, με αφετηρία την κοινή τους αγάπη για το κρασί, δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο οινοποιείο το οποίο χωρίζεται στα δύο από έναν δρόμο, αλλά ενώνεται υπογείως με μια εντυπωσιακή δαιδαλώδη κάβα, που μας θύμισε τα κελάρια των οίκων της Champagne. Mε παραγωγή 300.000 φιαλών, που στηρίζεται σε ξένες, τόσο γνωστές όσο και λιγότερο διαδομένες ποικιλίες, όπως το  Nebbiolo, αλλά και σε ελληνικές, ανάμεσα στις οποίες η Μαλαγουζιά,  το Ασύρτικο και το Αγιωργίτικο, το Κτήμα Τέχνη Οίνου μοιάζει να μη φοβάται τους πειραματισμούς. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύουν η απόφαση να καλλιεργήσει για πρώτη φορά στην Ελλάδα την πορτογαλική ποικιλία Touriga Nacional, αλλά και τα φιλόδοξα σχέδια για τη δημιουργία του ορεινότερου αμπελώνα στην Ελλάδα, σε υψόμετρο 1.050 μ., όπου σχεδιάζουν να καλλιεργήσουν Sauvignon Blanc. Η ξενάγησή μας στην κάβα μάς αποκάλυψε ένα εντυπωσιακό κελάρι, το οποίο εκτείνεται και στα δύο κτίρια, ενώνοντάς τα υπογείως με ένα τούνελ. Εδώ φυλάσσονται περίπου 35.000 φιάλες, ενώ σε ένα σημείο του βρίσκεται αυτό που αποκαλούν «αρχείο», όπου διατηρούνται όλες οι παλιές σοδειές, από την πρώτη που κυκλοφόρησε στην αγορά, το 1996, μέχρι τη φετινή. Μονοποικιλιακά και χαρμάνια, με κυρίαρχο και εδώ το επιτυχημένο blend του Sauvignon Blanc με το Ασύρτικο, συνθέτουν την γκάμα της σειράς Τέχνη Αλυπίας, που σημαίνει την τέχνη τού να αφαιρείς τη λύπη μέσω του κρασιού –βασισμένη σε έναν μύθο για τον θεό Διόνυσο– και της πιο premium σειράς Ήδυσμα Δρυός, που οφείλει την ονομασία της στη γλύκα που αφήνει το κρασί που έχει ωριμάσει μέσα σε δρύινα βαρέλια.

ΟΙΝΟΓΕΝΕΣΙΣ

«Ο μεγαλύτερος φίλος μας είναι ο χρόνος». Σε αυτή τη φράση  συνοψίζεται η φιλοσοφία του Κτήματος Οινογένεσις, το οποίο αποτελεί τη νεότερη άφιξη στην αμπελουργική ζώνη της Δράμας.   Το οινοποιείο στεγάζεται σ’ ένα επιβλητικό κτίριο από πέτρα, χτισμένο σε σχήμα Π, με στοιχεία μακεδονικού αρχοντικού, με μια μεγαλόπρεπη είσοδο που θυμίζει κάστρο, και είναι περιτριγυρισμένο από έναν καλαίσθητο κήπο και τους αμπελώνες της περιοχής του Δοξάτου. Αντανακλά τη μεγάλη αγάπη του δημιουργού του, Μπάκη Τσάλκου, για τη Γαλλία και το όραμά του να παντρέψει τη μεγάλη γαλλική παράδοση στην παραγωγή κρασιού με την τεράστια  εμπειρία που διαθέτει ο ίδιος ως οινολόγος. Με 38 τρύγους στο ενεργητικό του, στη Δράμα θεωρείται κάτι σαν θρύλος, αφού στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών έχει συμβάλει σημαντικά στη δημιουργία του δραμινού αμπελώνα. Το 2006, λύοντας τη συνεργασία του με το Κτήμα Nico Lazaridi, προχώρησε στο μεγάλο βήμα δημιουργίας του δικού του κτήματος, το οποίο αποτελεί πλέον την τελευταία προσθήκη στον κατάλογο των οργανωμένων επισκέψιμων οινοποιείων της περιοχής, με παραγωγή γύρω στις 160.000 φιάλες τον χρόνο. Συνοδοιπόροι του στο δύσκολο  εγχείρημα η σύζυγός του Φανή Βογιατζή και ο γιος του Αλέξανδρος,  οινολόγος με καταγωγή και σπουδές στη Γαλλία, ο οποίος επέστρεψε στην Ελλάδα το 2012 και κάνει ήδη τα πρώτα βήματα με την οινοποίηση μιας δικής του ετικέτας, του Thyrsus, ενός πρωτοποριακού blend Μαλαγουζιάς και Viognier, το οποίο είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε μεταξύ άλλων. Ακολουθώντας τη γαλλική παράδοση, τα κρασιά του κτήματος που προορίζονται για παλαίωση  περνούν τουλάχιστον τρία χρόνια «ξεκούρασης» στη φιάλη προτού διατεθούν στην αγορά, γεγονός που τους προσδίδει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μας, εκτός από την ξενάγηση στον χώρο παραγωγής και στα κελάρια, είχαμε τη χαρά να γευτούμε κάποια από τα κρασιά του κτήματος, συζητώντας παράλληλα με τον κ. Τσάλκο, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μας ένα μέρος από την πολύχρονη εμπειρία του τόσο στο αμπέλι όσο και στην οινοποίηση. Δοκιμάσαμε τον λευκό Φεγγίτη του 2015, το κλασικό blend της Δράμας από Ασύρτικο και Sauvignon Blanc,  οινοποιημένο με τις οινολάσπες, με αρώματα εσπεριδοειδών, ιδανικό για να συνοδεύει θαλασσινά, και το Φεγγίτες Ροζέ, ένα ανοιχτόχρωμο ροζέ από Grenache rouge και Cabernet Sauvignon, οινοποιημένο στα πρότυπα του γαλλικού ροζέ, με το χρώμα της φλούδας του κρεμμυδιού. Φύγαμε με την υπόσχεση μιας επόμενης δοκιμής της σειράς Δέκα, ενός λευκού από Sauvignon Blanc, Ugni Blanc και Semillon και του ερυθρού από Merlot και Ξινόμαυρο.

Θάλεια Καρτάλη – Πηνελόπη Κατσάτου

VEGA SICILIA | ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 7

Με αφετηρία το Valladolid, μια πόλη με χαλαρούς ρυθμούς και μακρά ιστορία στη βόρεια Ισπανία, ξεκίνησε μια πανέμορφη οινική εξόρμηση στη Ribera del Duero, την αδιαμφισβήτητη κάτοχο του ερυθρού οινικού θρόνου της Ισπανίας. Είχα τη χαρά και την τιμή να επισκεφτώ το οινοποιείο Vega Sicilia, ίσως τον υψηλότερου κύρους παραγωγό της Ισπανίας με ιστορία από το 1864. Εδώ παράγονται τα θρυλικά Unico και Valbuena 5°, ενώ σε άλλο οινοποιείο της περιοχής η εταιρεία παράγει το εξαιρετικό Alion, αλλά και το Pintia στο γειτονικό Toro. Η ιστορία, ο μύθος αλλά και η ποιότητα των κρασιών αντανακλώνται άμεσα στις τιμές που η αγορά έχει αποφασίσει να τα κοστολογεί και οι οποίες ανέρχονται σε εκατοντάδες ευρώ ανά φιάλη.

Τριάντα πέντε λεπτά οδήγησης χρειάστηκαν από το κέντρο του Valladolid για να φτάσω στην πύλη του οινοποιείου. Με υποδέχτηκε ο μάνατζερ του αμπελώνα και μου πρότεινε να ξεκινήσουμε μαζί μια βόλτα στους ιδιόκτητους ιστορικούς γειτονικούς αμπελώνες. Επισκεφτήκαμε τον γεμάτο εδάφη από κιμωλία αμπελώνα του Unico, στο υψηλότερο σημείο του λόφου, και φτάσαμε μέχρι τα αμμώδη εδάφη του Alion χαμηλότερα. Συνεχίσαμε προς τον ονομαστό, αλλά μικρό στην πραγματικότητα, ποταμό Duero, αλλά και προς τις καλλιέργειες με τις βελανιδιές και τα φελλόδεντρα του οινοποιείου, σε κομμάτια γης που είναι λιγότερο κατάλληλα για καλλιέργεια αμπελώνα.

Τα φελλόδεντρα του Κτήματος συνδέονται με μια μοναδική ιστορία. Το 1999, μόλις μαθεύτηκε ότι κάποιες φιάλες Valbuena 5° του 1994 είχαν πρόβλημα φελλού, ο ιδιοκτήτης Pablo Álvarez ζήτησε να ελεγχθούν οι φιάλες που δεν είχαν ακόμα πωληθεί. Μετά από εντατικό έλεγχο βρέθηκε ότι περίπου οι μισές ήταν πράγματι μολυσμένες με TCA μέσω των φελλών τους. Ο Álvarez πήρε τότε μια δύσκολη απόφαση: απέσυρε όλη τη συγκεκριμένη παραγωγή και εξέδωσε μια ανακοίνωση όπου ανέφερε ότι αποζημιώνει τους καταναλωτές με επιστροφή των χρημάτων τους. Αν και η οικονομική ζημιά ανήλθε σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, ο Pablo Álvarez κατάφερε όχι μόνο να διατηρήσει το κύρος και την αξιοπιστία του Vega Sicilia, αλλά και να στείλει στους πιστούς φίλους του Vega Sicilia ένα μήνυμα αξιοπιστίας και επαγγελματισμού.

Επιστρέφοντας από τα αμπέλια, επισκεφτήκαμε όλες τις αίθουσες του νέου οινοποιείου, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2010 συμπίπτοντας με τους εορτασμούς των 150 χρόνων της Vega Sicilia. Μετά από μια εντυπωσιακή ξενάγηση, καταλήξαμε στο αρχοντικό της οικογένειας, όπου πραγματοποιήθηκε η γευστική δοκιμή τριών κρασιών.

Pintia 2012 (100% Tinta de Toro). Το Pintia παράγεται σε ξεχωριστό οινοποιείο στη γειτονική ζώνη Toro. Αρωματικά πολύ συμπυκνωμένη μύτη, με μαύρο φρούτο, μαύρο κεράσι, γλυκόριζα, φρούτα του δάσους, μαύρα μούρα, βύσσινα, λίγο δαμάσκηνο, ορυκτές νότες, βανίλια, φουντούκια και σοκολάτα γάλακτος. Μέτρια οξύτητα, υψηλές, αλλά γλυκές και ώριμες τανίνες. Υψηλό αλκοόλ (14,2%), γεμάτο σώμα, μακρά επίγευση. Το κρασί καλλιεργείται σε 100 εκτάρια με δύο ειδών εδάφη: χαλαζιακά και αμμώδη. Στα αμμώδη εδάφη τα αμπέλια είναι 70-100 ετών και δεν έχουν προσβληθεί από φυλλοξήρα. (Τιμή λιανικής κατά προσέγγιση: 35-50 €. Ετήσια παραγωγή: 250.000 φιάλες)

Alion 2013 (100% Tinto Fino). Η πρώτη ύλη για την ονομαστή αυτή Ribera del Duero προέρχεται κατά 70% από ιδιόκτητους αμπελώνες και κατά 30% από αγορά. Πολύ πιο φίνα και θηλυκή μύτη, με αρώματα που θυμίζουν κόκκινα και μαύρα κεράσια, μούρα, μαύρα φραγκοστάφυλα, βιολέτες, αλλά και ορυκτότητα, ξύσμα μολυβιού, δέρμα, cigar box και ελάχιστες διακριτικές νότες βαρελιού. Μια πραγματικά αιθέρια δύναμη! Υψηλή οξύτητα στο στόμα, υψηλές αλλά λεπτόκοκκες τανίνες, υψηλό αλκοόλ (14%) και γεμάτο στόμα. Το κρασί αυτό παραδίδει μαθήματα φινέτσας, ευγένειας και ισορροπίας. (Τιμή λιανικής κατά προσέγγιση: 50-70 €. Ετήσια παραγωγή: 200.000 φιάλες)

Valbuena 5ο 2012 (100% Tinto Fino). Το κόκκινο φρούτο συνυπάρχει με αρώματα από μεσογειακά βότανα, αποξηραμένα φρούτα (σύκα, δαμάσκηνα), καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς και φρούτα σε αλκοόλ, μαζί με νότες από βαρέλι και καπνό. Εντυπωσιακή και πολύπλοκη μύτη. Το στόμα είναι το καλύτερο όλων, με πολύ πιο στρογγυλή και ευγενική παλέτα, εξαιρετική ισορροπία και υποδειγματική ενσωμάτωση μεταξύ φρούτου, οξύτητας, τανινών και αλκοόλ (14%). Μεταξένιες, απαλές τανίνες και μεγαλύτερη ένταση φρούτου στο στόμα. (Τιμή λιανικής κατά προσέγγιση: 100-130 €. Ετήσια παραγωγή: 180.000 φιάλες)

Δυστυχώς, δεν δοκιμάστηκε το Unico, το οποίο έχει τιμή λιανικής κατά προσέγγιση 300-400 € και η ετήσια παραγωγή φτάνει τις 80.000 φιάλες. Παρ’ όλα αυτά, η επίσκεψη στη Vega Sicilia ήταν μια μοναδική οινική εμπειρία που κάθε οινόφιλος αξίζει να ζήσει!

ΚΤΗΜΑ ΚΑΡΑΝΙΚΑ | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 4

Η Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει συνδεθεί ποικιλοτρόπως σε εγχώριες και ξένες συνειδήσεις με τα αμέτρητα νησιά της, τη ζέστη και την ξενοιασιά του καλοκαιριού. Και πράγματι, κλιματολογικά είναι μια ζεστή χώρα, γεγονός που εξασφαλίζει τη σωστή ωρίμαση των σταφυλιών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως το πλήθος των ψυχρότερων περιοχών της χώρας, οι οποίες χαρίζουν σε αυτά λεπτότητα και φινέτσα. Το κρύο προκύπτει είτε λόγω υψομέτρου σε ορεινές περιοχές, έστω και αν αυτές βρίσκονται νότια, όπως στην Πελοπόννησο, είτε λόγω μεγαλύτερου γεωγραφικού πλάτους, όπως στη Θράκη, στη Δράμα, στην Καβάλα και στο Αμύνταιο Φλωρίνης.

Το Αμύνταιο βρίσκεται σε απόσταση μόλις 40 χιλιομέτρων από τα σύνορα με τη FYROM, σε μια ηπειρωτική περιοχή με δροσιά σχεδόν όλες τις εποχές του χρόνου. Το κλίμα συμβάλλει στην παραγωγή κομψών κρασιών περισσότερο κεντροευρωπαϊκού και λιγότερο μεσογειακού στυλ, με φινετσάτα αρώματα άγουρων φρούτων, φυσικές δροσιστικές οξύτητες και συγκρατημένο αλκοόλ. Εμείς αποφασίσαμε να επισκεφτούμε την περιοχή και το Κτήμα Καρανίκα στη Βεγόρα, τον κορυφαίο ίσως παραγωγό αφρωδών κρασιών στην Ελλάδα, για να μάθουμε περισσότερα. Μας υποδέχτηκαν οι δύο ιδιοκτήτες του Κτήματος, ο Laurens (Λόρενς) Hartmann-Καρανίκα και η Anette (Ανέτ) van Kampen, καθώς και ο γιος τους Joris (Γιόρις). Ασυνήθιστη η ιστορία τους, αλλά άκρως ενδιαφέρουσα.

Η Ελληνίδα μητέρα του Laurens βρέθηκε στην Ολλανδία για σπουδές και εκεί γνώρισε τον πατέρα του Laurens, τον κ. Hartmann. Η Anette, από την άλλη, είναι Ολλανδή και από τους δύο γονείς. Όταν γνωρίστηκαν, εργάστηκαν σε διάφορες εκδοτικές εταιρείες στην Ολλανδία και κάποια στιγμή αποφάσισαν να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο ζωής τους παίρνοντας μια γενναία απόφαση: να ασχοληθούν αποκλειστικά με την παραγωγή κρασιού υψηλής ποιότητας! Για αρκετά χρόνια εκπαιδεύτηκαν ως οινολόγοι και αμπελουργοί, μέχρι που έφτασε η ώρα να ριζώσουν κάπου και να ξεκινήσουν την ενεργό δράση. Στις επιλογές τους ζύγισαν περιοχές όπως η Γερμανία και η Αυστραλία, αλλά τελικά, με δεδομένη τη μισή ελληνική καταγωγή του Laurens και την αγάπη τους για το Ξινόμαυρο, αποφάσισαν να εγκατασταθούν στη Βόρεια Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Αμύνταιο Φλωρίνης. Πρέπει να σημειωθεί ότι η οικογένεια δεν είχε σχέσεις με την περιοχή, η εγκατάστασή τους εκεί ήταν μια καθαρά συνειδητή επιλογή. Η ονομασία «Κτήμα Καρανίκα» προέκυψε από το επίθετο της μητέρας του Laurens (Καρανίκα) και προτιμήθηκε, καθώς οι δημιουργοί του ήθελαν να φέρει ελληνικό όνομα. Ένα Κτήμα που παράγει κρασιά από 43 περίπου στρέμματα ιδιόκτητων αμπελώνων με βασικές ποικιλίες το Ξινόμαυρο, το Ασύρτικο και τη Λημνιώνα.

Η οικογένεια καλλιεργεί αποκλειστικά βιολογικά και βιοδυναμικά, ενώ δεν διορθώνει ποτέ οξύτητες ή τανίνες στο οινοποιείο. Προσπαθούν να πάρουν το τέλειο δυνατόν σταφύλι, ώστε να κάνουν τις ελάχιστες δυνατόν οινολογικές παρεμβάσεις. Ο Laurens κυνηγάει τα παλιά αμπέλια, αφού ο λιγοστός και συμπυκνωμένος καρπός τους χαρίζει στο κρασί δύναμη, όγκο και διάρκεια. Φτάνοντας στο στρογγυλό σαν στέρνα βιοδυναμικό κελάρι του Κτήματος, αντικρίζει κανείς τα βαρέλια παραταγμένα κυκλικά. Εδώ η υγρασία φτάνει στο 90%, χωρίς όμως υπόγεια μούχλα, καθώς το κελάρι είναι χτισμένο με πέτρα, άμμο και ασβέστη και όχι μπετόν, με αποτέλεσμα τη μείωση χρήσης θειώδους κατά 80%.

Μετά την καθιερωμένη βόλτα στο οινοποιείο, καταλήξαμε στο τραπέζι της γευστικής δοκιμής, όπου δοκιμάσαμε επτά κρασιά. Μοιράζομαι τις σημειώσεις μου για τρία εκ των τεσσάρων συνολικά αφρωδών:

  • Karanika Brut Cuvée Spéciale NV (100% Ξινόμαυρο): Η σημαία του οινοποιείου, το λευκό αφρώδες κρασί με την παραδοσιακή μέθοδο παραγωγής που προβλέπει δεύτερη ζύμωση στη φιάλη. Νεανική μύτη από εσπεριδοειδή, πράσινο μήλο, lime και πυρηνόκαρπα φρούτα που μπλέκονται με κομψές, αυτολυτικές νότες μπριός, φρυγανιάς και λεπτών ζυμών. Επίμονος αφρισμός, υψηλή οξύτητα, μεγάλη διάρκεια και ηπειρωτικό νεύρο! Remuage (γύρισμα φιαλών) αποκλειστικά με το χέρι και αρίθμηση για κάθε φιάλη. Σας συμβουλεύω για όσες φιάλες αποκτήσετε να αφήσετε τις μισές στο κελάρι σας τουλάχιστον για τρία χρόνια, καθώς το κρασί αυτό ευνοείται από τον χρόνο.
  • Karanika Brut Rose 2015 (100% Ξινόμαυρο): Εξαιρετικά ελκυστική, αλλά όχι υπερβολική μύτη από γλυκά κόκκινα φρούτα, φράουλα και κεράσι με επίμονο αφρισμό και υψηλή οξύτητα, που ισορροπεί ιδανικά με τα λίγα παραπάνω γραμμάρια υπολειπόμενων σακχάρων. Ιδανικό κρασί για να συνοδεύσει προσούτο, καβουροσαλάτες, όστρακα και αστακούς.
  • Karanika Brut Prestige 2014 (60% Ασύρτικο, 40% Ξινόμαυρο): Κάθε οίκος Σαμπάνιας ονομάζει την πιο σπάνια και εκλεκτή Σαμπάνιά του Prestige cuvée. Cristal, Siècle, Dom Pérignon, Cuvée Sir Winston Churchill είναι μόνο μερικά από τα θρυλικά ονόματα. Έτσι και το Domaine Karanika έχει τη δική του Prestige cuvée, που μάλιστα προέρχεται από χαρμάνιασμα της σπουδαιότερης ίσως ελληνικής λευκής ποικιλίας Ασύρτικο με την –πάλι ίσως– σπουδαιότερη ερυθρή, το Ξινόμαυρο. Πιο πολύ μπισκοτένια μύτη, μπριός, lees, ζυμάρι, μαγιά, ξηροί καρποί και πυρηνόκαρπα φρούτα, όπως ροδάκινο και βερίκοκο. Αρκετά μεγαλύτερη έμφαση στη δομή και λιγότερη στο φρούτο, μάλλον εξαιτίας της 12μηνης παραμονής στις οινολάσπες, αλλά και της ζύμωσης του Ασύρτικου σε βαρέλι. Στόμα στρογγυλό, βουτυρένιο, με υψηλή αλλά πλήρως ισορροπημένη οξύτητα. Μέσα σε αυτό το ποίημα παραγωγής 2.000 φιαλών κρύβεται ένας πραγματικός δυναμίτης! Μια πιθανή τριετής παλαίωση θα δέσει και θα ισορροπήσει το κρασί ακόμα περισσότερο, συμβάλλοντας σε επιπλέον στρώματα πολυπλοκότητας.

Βάσει αποτελέσματος, ο Laurens και η Anette δικαιώθηκαν για την επιλογή τους να εγκατασταθούν και να δημιουργήσουν στο Αμύνταιο. Παράγουν μοναδικά κρασιά, με τα αφρώδη τους να συγκρίνονται ήδη με τα καλύτερα σε διεθνές επίπεδο. Μάλιστα η οικογένεια κομίζει πολύ μεγαλύτερες αξίες από την απλή παραγωγή κρασιών: είναι από τους πιο ενθουσιώδεις υποστηρικτές της βιωσιμότητας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της βιολογικής παραγωγής αλλά και της μείωσης εκπομπών του CO2. Μακάρι αυτές οι έννοιες να μπουν στο καθημερινό λεξιλόγιο όλων των Ελλήνων οινοπαραγωγών και να θεωρούνται από όλους μας αυτονόητες.

Laurens, Anette και Joris, σας ευχαριστούμε πολύ για την εξαιρετική φιλοξενία σας, το πείσμα, την τόλμη σας, αλλά και για τα κρασιά που μας χαρίζετε!

VASSALTIS VINEYARDS | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Ένας νέος, κοσμοπολίτης επιχειρηματίας με κατοχή γης στη Σαντορίνη, δύο νέοι διακεκριμένοι οινολόγοι με εμπειρία στο νησί, οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι και ένας από τους συγκλονιστικότερους αμπελώνες στον πλανήτη. Αυτά ήταν τα συστατικά της επιτυχίας του Vassaltis Vineyards, του νεότερου οινοποιείου της Σαντορίνης.

Η οικονομική κρίση δεν πτόησε τον Γιάννη Βαλαμπούς ιδρυτή τουVassaltis Vineyards. Φαίνεται ότι το μεταπτυχιακό του στη διαχείριση επενδύσεων αλλά και η προϋπηρεσία του σε διάφορους χρηματοοικονομικούς οίκους του εξωτερικού τον θωράκισαν με την απαραίτητη θεωρητική κατάρτιση ενώ η τόλμη και η τύχη που είχε με το μέρος του έπαιξαν επίσης το ρόλο τους. Εξάλλου τύχη δεν θεωρείται να κατέχεις 40 στρέμματα αμπελώνων στη Σαντορίνη, ένα από τα μοναδικότερα –και ακριβότερα- οινοπέδια της Ευρώπης;

Δίπλα του δύο νέοι επιστήμονες που προσέφεραν τις οινολογικές τους γνώσεις αλλά και την εμπειρία που είχαν στο νησί στην αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποίηση. Ο Ηλίας Ρουσσάκης με σπουδές στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Montpellier και ο Γιάννης Παπαοικονόμου με οινοποιητικές εμπειρίες σε Χιλή, Νέα Ζηλανδία και Ροδανό της νοτίου Γαλλίας αποτέλεσαν μια δυναμική ομάδα παραγωγής με επιπλέον όπλο την εμπειρία αμφοτέρων σε κορυφαία Κτήματα της Σαντορίνης όπως των Σιγάλα και Χατζηδάκη. Πολλές εμπειρίες, πολλές εικόνες, πολύ όρεξη, πολύ αγάπη για το κρασί και τη Σαντορίνη. Το αποτέλεσμα; Εκρηκτικό. Ηφαιστιακό. Βασάλτης!

Το πανέμορφο, ολοκαίνουριο κτίριο του οινοποιείου στο Βουρβούλο ακολουθεί τις λιτές γραμμές της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και ολοκληρώθηκε μόλις την άνοιξη του 2016. Είναι πλήρως λειτουργικό και επισκέψιμο, αφού εκτός από αίθουσα γευσιγνωσίας και πωλητήριο υπάρχει επίσης υποδομή για την μελλοντική λειτουργία εστιατορίου. Δίνεται έτσι –ορθώς- μεγάλη έμφαση στον τουρισμό του νησιού, που ξεπερνάει τους 2.000.000 επισκέπτες το χρόνο. Εξάλλου, οι πωλήσεις που προκύπτουν στα οινοποιεία της Σαντορίνης αποτελούν την πιο άμεση και αποτελεσματική διαφήμιση της σπουδαίας δουλειάς τους και της μοναδικότητας του αμπελώνα. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το κρασί της Σαντορίνης τόσο ξεχωριστό;

ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΟΙΝΟΠΕΔΙΟ

Η Σαντορίνη όπως την ξέρουμε σήμερα προέκυψε μετά την δεύτερη μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη στην ανθρώπινη ιστορία το 1.613 π.Χ., με αποτέλεσμα την καταστροφή του Κυκλαδικού πολιτισμού αλλά και του προϊστορικού αμπελώνα. Το νησί κατοικήθηκε ξανά γύρω στα 1.200 π.Χ., οπότε και ξαναδημιουργήθηκε ο αμπελώνας στο νέο ηφαιστειακό έδαφος. Δεν είναι υπερβολή να χαρακτηρίσουμε τον αμπελώνα της Σαντορίνης αμπελώνα “ηλικίας 3.000 ετών”, δεδομένου ότι από τότε μέχρι σήμερα καλλιεργείται χωρίς διακοπή. Το έδαφος είναι ένα εκπληκτικό και σπάνιο μίγμα εδαφών από στάχτη, λάβα και ελαφρόπετρα και χαρίζει στα κρασιά ένα μοναδικό χαρακτήρα ορυκτότητας και αλμύρας. Μάλιστα, το βαθύ αμμώδες έδαφος της Σαντορίνης δημιουργεί εχθρικό περιβάλλον για την ανάπτυξη της φυλλοξήρας και έτσι τα κλήματα της Σαντορίνης είναι από τα λιγοστά αυτόριζα αμπέλια του κόσμου, πολλές φορές με ηλικία άνω των εκατό ετών.

Το πολύτιμο σταφύλι του Vassaltis Vineyards προέρχεται από 290 στρέμματα αμπελώνων. Από αυτά τα 40 είναι ιδιόκτητα (εκ των οποίων 15 στρέμματα φυτεύτηκαν εκ νέου και 25 στρέμματα βελτιώθηκαν), τα 50 είναι νοικιασμένα και καλλιεργούνται από τους ίδιους, ενώ το οινοποιείο δέχεται επίσης την πρώτη ύλη από συνεργαζόμενους αμπελώνες 200 στρεμμάτων. Φυσικά η πρόσβαση σε επιπλέον πρώτη ύλη τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο δύσκολη, κάτι που καθιστά την πλήρωση της δυναμικότητας των 100.000 φιαλών του οινοποιείου αρκετά δύσκολη.

ΤΑ ΚΡΑΣΙΑ

Καθώς οι άνθρωποι του Vassaltis Vineyards γνωρίζουν και σέβονται τον αμπελώνα που υπηρετούν, έχουν δημιουργήσει κρασιά που μεταφέρουν ανόθευτες όλες τις αρετές της Σαντορίνης σε κάθε φιάλη Vassaltis που εμφιαλώνουν. Τα κρασιά Vassaltis δεν κυνηγούν τις οινικές μόδες, τον εντυπωσιασμό και τις γευστικές ευκολίες αλλά την ουσία και την κομψότητα. Κάθε αμπέλι τρυγείται και οινοποιείται ξεχωριστά ώστε να εξερευνηθεί η δυναμική του και στη συνέχεια αναμιγνύεται με τα υπόλοιπα ώστε να προκύψουν κρασιά με ισορροπία και δύναμη.

Αυτή τη στιγμή διατίθενται τέσσερα λευκά κρασιά, ενώ σύντομα αναμένεται και το ερυθρό ξηρό Vassanos από Μανδηλαριά. Τα λευκά κρασιά είναι όλα ξεχωριστά: Το Αηδάνι 2015 με αρώματα λευκόσαρκου ροδάκινου, mango, πεπονιού και τριανταφυλλένιες νότες είναι το πιο εξωστρεφές λευκό της συλλογής. Ο Nassitis (90% Αθήρι και Αηδάνι, 10% Ασύρτικο) του 2015 με αυστηρή, ορυκτή μύτη και πιο ζεστό, τροπικό στόμα προσφέρεται σαν ένα πανέμορφο εισαγωγικό κρασί για τους λιγότερο μυημένους στο Ασύρτικο. Η Santorini (Ασύρτικο) του 2015 είναι μια ατσάλινη, τυπική, ορυκτή Σαντορίνη με μοναδική ισορροπία και διάρκεια και τη γνωστή τονισμένη οξύτητα του Ασύρτικου να καλεί για συνοδεία πελαγίσιων ψαριών και οστράκων. Η περσινή Santorini (Ασύρτικο) του 2014 έχει αναπτύξει ένα μοναδικό χαρακτήρα που θυμίζει Αλσατικά Riesling με ανάμικτες νότες λεμονιού, petrol και καουτσούκ και υψηλή οξύτητα. Τέλος, η Santorini Barrel Aged (Ασύρτικο) του 2015 οινοποιήθηκε με υποδειγματική χρήση του βαρελιού με τις νότες βανίλιας, φουντουκιού και δρυός να βγαίνουν με τη μορφή λιπαρότητας κυρίως στο στόμα, ενώ η μύτη κρατάει τον αυστηρό, ατσάλινο χαρακτήρα του Ασύρτικου. Τέλεια για πιάτα τρούφας, καπνιστού σολωμού και λευκών κρεάτων!

Το ολοκαίνουριο οινοποιείο Vassaltis Vineyards ήρθε σαν καυτή ηφαιστιακή λάβα να ταράξει τα νερά του ελληνικού κρασιού, με τρόπο υποδειγματικό. Η δύσκολη δουλειά των φυτεύσεων, των επενδύσεων και της δημιουργίας έχει ήδη γίνει από τον Γιάννη, την Ηλία και το Γιάννη. Σε εμάς έμειναν τα εύκολα: η απόλαυση των κρασιών τους με τα πολύγωνα πετρώματα Βασάλτη στην ετικέτα, ιδανικά στο υπέροχο οινοποιείο τους στον Βουρβούλο της Σαντορίνης με την μαγευτική θέα προς το αιώνιο Αιγαίο!

ΠΡΟΒΗΓΚΙΑ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΡΟΖΕ | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Λεβάντες, ελαιώνες, ηλιοτρόπια και αμπέλια συνθέτουν το τοπίο στη γη της Προβηγκίας ανάμεσα στις γαλλικές Άλπεις και τη θάλασσα της Μεσογείου.  Την εικόνα συμπληρώνει η Γαλλική Ριβιέρα .Ωστόσο, η ταυτότητα της Προβηγκίας , δεν θα ήταν ποτέ πλήρης χωρίς το γαστρονομικό σήμα-κατατεθέν της, τα διάσημα ροζέ κρασιά της με το απαλό χρώμα της κρεμμυδόφλουδας.

Την επόμενη φορά που θα νοιώσετε τύψεις επειδή χρησιμοποιήσατε τα ροζέ της Προβηγκίας σαν μοντέλο για να περιγράψετε ένα ελληνικό ροζέ, ξανασκεφτείτε το! Η Προβηγκία -η παλαιότερη οινοπαραγωγική ζώνη της Γαλλίας- πάνω από 140 εκατομμύρια φιάλες ροζέ το χρόνο, δηλαδή το 35% ολόκληρης της Γαλλίας και κάτι λιγότερο από 6% της παγκόσμιας παραγωγής. Δεν είναι μόνο η παράδοση δεκαετιών της περιοχής που εξηγεί την εξάπλωση αυτού του υπέροχου και εξόχως ευέλικτου κρασιού αλλά επίσης το θερμό κλίμα που ευνοεί την κατανάλωσή του. Το δε στυλ των ροζέ της περιοχής επιτάσει απαλό χρώμα, ήπια αρώματα –με συνέπεια εξαιρετικά ταιριάσματα με πολλά φαγητά- και λιπαρό σώμα με τη χρήση battonage κατά την οινοποίηση.

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Ο καιρός στην Προβηγκία είναι Μεσογειακός, πολύ παρόμοιος με αυτόν της Ελλάδας. Ήπιοι χειμώνες, πολύ ζεστά καλοκαίρια με ελάχιστη βροχή και υψηλή ηλιοφάνεια. Την διαφορά κάνει ο Mistral (στα ελληνικά Μαΐστρος), ένας βίαιος, παγωμένος άνεμος που μπορεί να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά του. Φυσάει από βορειοδυτικά προς τη Μεσόγειο, και πολλές φορές ξεριζώνει αμπέλια και άλλες καλλιέργειες στο πέρασμά του. Όμως σε αυτόν οφείλονται τα φανταστικά κρασιά της περιοχής καθώς καθαρίζει την ατμόσφαιρα, απομακρύνει τα σύννεφα και τις ασθένειες από τα φυτά, στεγνώνει το αμπέλι από τη βροχή ενώ αφήνει πίσω του ένα καθαρό, φρέσκο αέρα και φωτεινές, ηλιόλουστες μέρες ιδανικές για την σωστή ωρίμανση των σταφυλιών.

OI ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Τα κρασιά της Προβηγκίας είναι σχεδόν πάντα χαρμάνια. Τα λευκά κρασιά φτιάχνονται από αμέτρητους συνδυασμούς των ποικιλιών Rolle, Ugni Blanc, Bourboulenc, Clairette, Marsanne, Roussanne, Grenache Blanc και διεθνών ποικιλιών, ενώ τα ροζέ και τα ερυθρά κρασιά φτιάχνονται από Mourvedre, Grenache Noir, Cinsault, Syrah, Carignan, Counoise, Tannat και Cabernet Sauvignon. Θα τα ανακαλύψουμε δοκιμάζοντας!

Νοικιάζουμε αυτοκίνητο και ξεκινάμε το οδοιπορικό μας από τη Μασσαλία προς τα ανατολικά, με προορισμό το Saint-Tropez με την Κυανή Ακτή στο δεξί μας χέρι. Σαράντα λεπτά οδήγησης χρειάζονται για να φτάσει κανείς στο πετρόχτιστο Domaine du Gros’Nore του Alain Pascal με τον αμφιθεατρικό αμπελώνα και τη θέα προς τη Μεσόγειο. Ο Alain φτιάχνει υπέροχα λευκά, ροζέ και ερυθρά χαρμάνια Bandol από κλήματα 30 ετών με βάση το Ugni Blanc και το Mourvèdre. Σε απόσταση 20 λεπτών βρίσκεται το Domaine de Terrebrune όπου δοκιμάζουμε τα αιθέρια, ανθώδη ροζέ Bandol του Reynald Delille. Διανυκτέρευση στην κοντινή, ιστορική Toulon με πρωϊνή βόλτα στην προκυμαία αλλά και στην ανοιχτή λαϊκή αγορά Cours Lafayette για να κάνουμε χάζι τα πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά της Προβηγκίας.

Από την Toulon μέχρι το Saint-Tropez συναντάμε τρία οινοποιεία που αξίζει να επισκεφτούμε: Clos Mireille – Domaines Ott, Château Léoube και Château de Chausse. Η βόλτα και ο καφές στο λιμάνι του Saint-Tropez είναι απαραίτητα, με το απαράμιλλης ομορφιάς τοπίο και τη γνωστή κοσμοπολίτικη αύρα. Την επόμενη μέρα επισκεπτόμαστε το βγαλμένο από τα παραμύθια Château d’Esclans και απολαμβάνουμε μια μοναδική συλλογή με επίκεντρο τέσσερα ροζέ κρασιά. Από το πασίγνωστο Whispering Angel μέχρι το Garrus, το πανάκριβο (περίπου 100 ευρώ) και εκ των κορυφαίων ροζέ ολόκληρης της Προβηγκίας από ιδιόκτητα αμπέλια 80 χρόνων από τις ποικιλίες Grenache και Rolle.

Από εδώ είτε συνεχίζουμε παραλιακά για Κάννες – Νίκαια – Μονακό, είτε επιστρέφουμε στη Μασσαλία. Την επόμενη μέρα που έχουμε διαθέσιμη για οινοτουρισμό, διαλέγουμε το Mas de Cadenet στο Trets της οικογένειας Négrel και δοκιμάζουμε κρασιά από αμπέλια 35-70 ετών. Μισή ώρα αργότερα βρισκόμαστε και δοκιμάζουμε στο μυθικό Château Vignelaure, ενώ οι λάτρεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής θα αποζημιωθούν πλήρως στο πρωτοποριακό Château La Coste. Επιστρέψτε στη Μασσαλία περνώντας από την Aix en Provence και το tasting room της οικογένειας Perrin του Chateau de Beaucastel από το Ροδανό ώστε να δοκιμάσετε τα κρασιά του διάσημου –λόγω των ιδιοκτητών του Brad Pitt και Angelina Jolie- Chateau de Miraval, αφού το τελευταίο δεν είναι επισκέψιμο.

Επιστροφή στην ιστορική Μασσαλία όπου θα απολαύσουμε το παλιό λιμάνι, το φρούριο, τους καθεδρικούς ναούς, τα μουσεία, την παλιά πόλη… αλλά και την φανταστική της κουζίνα. Μια πόλη που ιδρύθηκε από Έλληνες πριν 2.600 χρόνια, τότε που εκείνοι έφεραν εδώ το αμπέλι και το κρασί.

ΣΤHN KOYZINA ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ

Σε ολόκληρη την Προβηγκία συναντάμε μια κουζίνα που μοιάζει συναισθηματικά με την Ελληνική, αλλά έχει μια δική της ξεχωριστή ταυτότητα. Για τους ψαροφάγους η μπουγιαμπέσα με ποικιλία ψαριών και μυδιών είναι το πασίγνωστο πιάτο της περιοχής και σερβίρεται συνοδεία του rouille, μιας πληθωρικής σάλτσας με βάση το ελαιόλαδο και το σκόρδο. Τα λιπαρά ροζέ κρασιά της περιοχής θα κρατήσουν κόντρα στο πιάτο, ενώ το ήπιο άρωμά τους θα κάνει διάλογο με το σκόρδο. Οι φίλοι του κρέατος πάντως αλλά και τον κόκκινων κρασιών δεν θα μείνουν παραπονεμένοι, αφού το πιάτο με το όνομα Daube περιλαμβάνει τρυφερό μοσχάρι βρασμένο σε κρασί και βότανα. Το Ratatouille λαχανικών, αντίστοιχο με το δικό μας τουρλού αποτελεί εξαιρετικό καλοκαιρινό πιάτο ιδανικό για συνοδεία ροζέ κρασιών, ενώ η πράσινη κρύα ή ζεστή σούπα Soupe au pistou βασισμένη στο βασιλικό καλεί στο ποτήρι μας τα υπέροχα λευκά χαρμάνια από Rolle, Ugni Blanc και άλλες τοπικές λευκές ποικιλίες.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΜΕ;

Αν δεν σας πειράζει η θερινή ζέστη και τα πλήθη των τουριστών, το καλοκαίρι θα σας αποζημιώσει με τις μυρωδιές και το υπέροχο θέαμα της ανθισμένης λεβάντας! Οι ενδιάμεσες εποχές (φθινόπωρο-άνοιξη) πάντως δημιουργούν τις ιδανικές καιρικές συνθήκες για μια αξέχαστη εκδρομή. Η πρόσβαση είναι εύκολη, με απευθείας πτήσεις από την Αθήνα στη Μασσαλία και διάρκεια ταξιδιού λιγότερο από τρεις ώρες.

ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΛΙΓΗΡΑ | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, Dip WSET | τεύχος 1

Επιβλητικά κάστρα, υπόσκαφα κελάρια, αξέχαστα κατσικίσια τυριά και κορυφαία κρασιά, με πιο γνωστά τα Sancerre, Pouilly-Fumé, Muscadet και Vouvray, συνθέτουν ένα μοναδικό μωσαϊκό εμπειριών και ευζωίας, αλλά και αμέτρητους λόγους για να επισκεφθεί κανείς την Κοιλάδα του Λίγηρα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η γαλλική αριστοκρατία επέλεξε την περιοχή εδώ και αιώνες για να παραθερίζει στα μεγαλόπρεπα châteaux της. Πρωταγωνιστής της περιοχής είναι ο ποταμός Λίγηρας, ο μεγαλύτερος της Γαλλίας, που έχει δημιουργήσει εύφορες κοιλάδες στις προσχώσεις του, οι οποίες μαζί με πολλά σπάνια εδάφη πλούσια σε κιμωλία και θαλάσσια απολιθώματα καθορίζουν τη μαγεία της περιοχής αλλά και των κρασιών της!

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Είναι τέτοια η κλιματική, πολιτισμική, γαστρονομική και οινική ποικιλία του Λίγηρα, ώστε οι γενικεύσεις τείνουν να στερούνται ακριβείας. Κοινός παρονομαστής, πάντως, είναι το ψυχρό κλίμα σε ολόκληρη την έκταση της ζώνης, καθώς αποτελεί μία από τις βορειότερες οινικές περιοχές της Ευρώπης. Ο ποταμός πηγάζει από την κεντρική και νότια Γαλλία, ανεβαίνει προς Βορρά στρίβοντας στην πόλη Orleans νοτιοδυτικά του Παρισιού και συνεχίζει δυτικά, μέχρι να περάσει από τη Nantes και να εκβάλει στον Ατλαντικό ωκεανό. Αυτό το δεύτερο, βορειότερο τμήμα του ποταμού, από την Orleans μέχρι τη Nantes είναι η περιοχή στην οποία συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος της οινικής δραστηριότητας. Εμείς θα περιοριστούμε στους ανατολικούς αμπελώνες του Central Loire, νότια των Παρισίων, και στους κεντρικούς αμπελώνες του Touraine και θα υποσχεθούμε στους εαυτούς μας ότι θα επιστρέψουμε σύντομα για να εξερευνήσουμε τόσο την περιοχή Anjou-Saumur όσο και την Pays Nantais δίπλα στον Ατλαντικό!

ΣΤΗ ΜΕΚΚΑ ΤΟΥ SAUVIGNON BLANC

Μόλις δύο ώρες οδήγησης από το αεροδρόμιο Charles de Gaulle των Παρισίων προς τον Νότο χρειάζονται για να φτάσει κανείς στην περιοχή Central Loire, όπου κυριαρχεί το Sauvignon Blanc από τα διάσημα χωριά Sancerre και Pouilly-Fumé. Σε παγκόσμιο επίπεδο η ποικιλία Sauvignon Blanc είναι εντυπωσιακή, πολλές φορές όμως μονοδιάστατη: πίσω από τα πράσινα, πολλές φορές επιθετικά χορτώδη αρώματα δεν κρύβεται κανένα γευστικό βάθος. Αντίθετα όμως στον Λίγηρα, την πατρίδα αυτής της παγκοσμίου κλάσης ποικιλίας, τα κρασιά έχουν έναν αξέχαστο, πολύπλοκο χαρακτήρα, με αρώματα που θυμίζουν εσπεριδοειδή, gooseberries, ορυκτά αρώματα αλλά και βρεγμένο μαλλί. Μάλιστα, τα διάσημα Pouilly-Fumé έχουν και μια αίσθηση από μπαρούτι και τσακμακόπετρα που δεν οφείλεται στο βαρέλι, αφού αυτό δεν χρησιμοποιείται συχνά, αλλά στα σπάνια ασβεστολιθικά εδάφη Kimmeridgian, με υψηλή περιεκτικότητα σε κιμωλία και θαλάσσια απολιθώματα! Τα κρασιά ταιριάζουν ιδανικά με τα γνωστά ντόπια κατσικίσια τυριά Crottin de Chevignol αλλά και πολλά ακόμη, λιγότερο γνωστά, που παράγονται και καταναλώνονται αποκλειστικά στα χωριά τους.

Επισκεφθείτε ενδεικτικά τους κορυφαίους παραγωγούς Grebet Père et Fils, André Dezat et Fils, Domaine Daniel Chotard και David Sautereau, οι περισσότεροι εκ των οποίων εμφιαλώνουν τα λευκά Pouilly-Fumé και Sancerre από Sauvignon Blanc, ενώ κάποιοι προσφέρουν και ροζέ Sancerre από Pinot Noir. Διανυκτέρευση στην κοντινή Bourges, με επίσκεψη στο μοναδικό παλάτι Jacques-Coeur αλλά και στον καθεδρικό ναό St-Etienne με τους κήπους του, ο οποίος είναι ακόμη πιο εντυπωσιακός υπό τα νυχτερινά φώτα «Les Nuits Lumiere» την άνοιξη και το καλοκαίρι.

ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΜΕ ΠΟΔΗΛΑΤΑ

Συνεχίζουμε δυτικά, στην περιοχή Touraine. Αν ο καιρός είναι καλός, αφήστε τα αυτοκίνητα στην πόλη Amboise και νοικιάστε ποδήλατα! Είναι ένας μοναδικός τρόπος να δει κανείς τα κάστρα που παρατάσσονται κατά μήκος του ποταμού, ενώ οι κορυφαίοι παραγωγοί Vincent Careme και Domaine Huet – L’Echansonne του ονομαστού Vouvray είναι σε απόσταση ορθοπεταλιάς! Στον πρώτο θα δοκιμάσετε αξέχαστα λευκά Chenin Blanc στην ξηρή και τη γλυκιά εκδοχή τους, ενώ στον δεύτερο θα γευτείτε αειθαλή γλυκά αριστουργήματα. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να έχετε τη μοναδική εμπειρία κάποιας προπολεμικής εσοδείας της δεκαετίας του 1930, αν βέβαια είστε τυχεροί. Στην περιοχή συναντάμε και τα ομορφότερα κάστρα της περιοχής, που κυριολεκτικά κόβουν την ανάσα.

Πριν από 90 εκατομμύρια χρόνια η περιοχή καλυπτόταν από μια απέραντη θάλασσα και έτσι το σημερινό της έδαφος, το λεγόμενο tuffeau, αποτελείται από συμπιεσμένα θαλάσσια απολιθώματα και άμμο. Το tuffeau εξορύχθηκε για αιώνες και χρησιμοποιήθηκε ως υλικό δόμησης για το χτίσιμο πολλών châteaux. Τα λαγούμια και οι σπηλιές που δημιουργήθηκαν στο υπέδαφος μετατράπηκαν σε σπίτια, κελάρια αλλά και εντυπωσιακά υπόσκαφα οινοποιεία, η επίσκεψη στα οποία αποτελεί για όλους μοναδική εμπειρία ζωής!

Μια ωραία ιδέα είναι να διανυκτερεύσετε στην πόλη Tours, η οποία προσφέρεται για κοσμοπολίτικες βόλτες στην πεζοδρομημένη Rue Nationale, με αμέτρητες επιλογές για τους λάτρεις της γαλλικής κουζίνας. Συνδυάστε το γεύμα σας με τα κορυφαία αφρώδη της περιοχής αλλά και του διπλανού Anjou-Saumur: Rosé d’Anjou, Cabernet d’Anjou και Cremant de Loire. Ταιριάζουν ιδανικά με prosciutto, καβουροσαλάτες, όστρακα, αστακούς και πιάτα ασιατικής κουζίνας, αλλά και με sushi, το οποίο οι Γάλλοι εκτιμούν βαθύτατα και θα το βρείτε εύκολα παντού. Το πρωί αξίζει και ο περίπατος στον πανέμορφο βοτανικό της κήπο Jardin για πικνίκ με τα πασίγνωστα rillettes και άλλες ντόπιες γαλλικές λιχουδιές!

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΜΕ;

Η περιοχή είναι στα καλύτερά της την άνοιξη και το φθινόπωρο. Η πρόσβαση είναι σχετικά εύκολη, αφού το κοσμοπολίτικο Παρίσι προσεγγίζεται εύκολα από παντού. Σε κάθε περίπτωση, η γαστρονομία με τα πατέ, το κυνήγι και τα αξέχαστα κατσικίσια τυριά και τα ντόπια ψάρια της, το κρασί, τα τοπία και η ιστορία της περιοχής αποτελούν εγγύηση για ένα από τα ομορφότερα ταξίδια της ζωής σας!