ΚΙΜΩΝ ΦΡΑΓΚΑΚΗΣ | της Π. Κατσάτου #15

Φωτογραφίες ― Γ. Καπλανίδης

Ο Κίμων Φραγκάκης είναι bon viveur, με την καλή έννοια όμως. Γιατί στη χώρα μας, αυτά τα πράγματα είναι λίγο παρεξηγημένα έως ύποπτα! Όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος, «αν στην Ελλάδα ντύνεσαι ωραία ή πίνεις καλό κρασί, τότε είναι ύποπτο, λες και είσαι κάποιος διεστραμμένος κόμης που θέλει να διαφθείρει αθώα κορίτσια». Δηλώνει μη ειδικός στο κρασί, αλλά είναι εμφανές ότι γνωρίζει πολύ περισσότερα από πολλούς που δηλώνουν γνώστες. Όταν περιγράφει δε τον σοφιστικέ άνδρα του πολύ επιτυχημένου site του, Andro, τον φαντάζεται με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι.

Ο Κίμων Φραγκάκης πήγε στα δεκαοκτώ του για σπουδές στη Γαλλία και επέστρεψε μετά από πολλά χρόνια, και αφού είχε κάνει καριέρα σε εφημερίδες και περιοδικά στην Ελλάδα, για να κάνει μεταπτυχιακό στην Ιστορία, το οποίο, όπως τονίζει, το χρωστούσε στον εαυτό του. Εκεί, ώριμος πλέον, είδε με διαφορετικό μάτι το Παρίσι. Όπως λέει και ο ίδιος, ανακάλυψε μια νέα ζωή, με καλό φαγητό και κρασί. «Στην Ελλάδα είναι διαφορετικά τα πράγματα. Το κρασί είναι το success story των τελευταίων ετών. Ως παιδί θυμάμαι ότι δεν υπήρχε κουλτούρα, στα εστιατόρια σέρβιραν μόνο Lac des Roches και Δεμέστιχα. Τα τελευταία χρόνια, όμως, οι οινοπαραγωγοί έχουν κάνει άλματα σε όλους τους τομείς: στην ποιότητα, στην ανάδειξη των γηγενών ποικιλιών, στο να φέρουν ξένες ποικιλίες και να τις οινοποιήσουν με έξυπνο τρόπο και στιλ, στο branding, στη διανομή.Το ελληνικό κρασί είναι ένα πολύ ωραίο προϊόν, που κρύβει πίσω του πολύ ωραίες και διαφορετικές ιστορίες ανάλογα με την περιοχή. Σίγουρα δεν είμαι ειδικός του κρασιού. Ωστόσο, έχω εντρυφήσει σε κάποια πράγματα που αφορούν αυτόν τον τομέα, όπως για παράδειγμα τι κρασί πίνουμε με το burger. Σε ένα άκρως διασκεδαστικό βίντεο που γυρίσαμε με τον Κωνσταντίνο Λαζαράκη, δοκιμάσαμε πέντε burgers και τα συνδυάσαμε με Ξινόμαυρα, Σαμπάνιες, Ρετσίνες… κόλαση. Βγάλαμε πολλά συμπεράσματα, όπως π.χ. ότι, όταν έχεις burger με κοτόπουλο πανέ, μια Σαμπάνια είναι όνειρο. Από την άλλη, ένα vegan burger που έχει μέσα σησαμέλαιο ταιριάζει με μια ευγενή Ρετσίνα, όπως το Δάκρυ του Πεύκου. Είναι εξαιρετικό επίσης το μοσχαρίσιο burger με Ξινόμαυρο ή ένα που περιείχε και αρνί και μύριζε λίγο πασχαλιά· σε έκαναν να… βελάξεις από ευχαρίστηση».

Επομένως, ακολουθείς κανόνες;

Οι κανόνες είναι ένα πολύ καλό βοήθημα για όσους δεν έχουν προσωπικό στιλ ή γούστο, όπως και στο ντύσιμο. Και δεν το λέω σε καμία περίπτωση υποτιμητικά, γιατί μας αφορά όλους, έχουμε υπάρξει και εμείς νέοι, και οι κανόνες είναι μπούσουλες. Όταν όμως έχεις καταλήξει, τότε τους σπας. Δεν τους καταργείς, αυτό είναι ανοησία. Σεβόμαστε τους κανόνες, αλλά όπου θέλουμε τους σπάμε, χωρίς να δίνουμε λογαριασμό. Θα ήθελα να τηρούνται οι κανόνες στο ποτήρι και στο πιάτο ξεχωριστά και όχι ανάμεσά τους. Δηλαδή, μου αρέσει να πίνω ένα καλό κρασί που δεν του έχουν «αλλάξει τα φώτα» με βαρέλια και διάφορα ή θέλω να φάω ένα καλό ψάρι χωρίς χιλιάδες γαρνιτούρες ή σάλτσες. Αυτά που δεν αντέχω είναι τα παρδαλά fusion. Δεν θα σου πω όμως ότι είσαι φάουλ, αν με καλέσεις να δοκιμάσω ένα ψάρι με ένα Ξινόμαυρο.

Έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια τα πράγματα στην ελλάδα σε σχέση με το κρασί;

Τα ελληνικά εστιατόρια, τα πολυτελή κυρίως, πρέπει κατ’ αρχάς να σερβίρουν ελληνικό νερό. Από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε, πριν φτάσουμε στο κρασί. Τρελαίνομαι όταν βλέπω γαλλικό και ιταλικό νερό!!! Το χύμα κρασί είναι πληγή. Ενώ θα πρέπει ο εστιάτορας να θέλει να σου πουλήσει το εμφιαλωμένο, που είναι και το ακριβό, αντίθετα σου πουλάει το χύμα, γιατί φοροδιαφεύγει. Και επίσης δεν σκοτίζεται να ψάχνει, να φτιάχνει και να ανανεώνει λίστες κ.λπ. Αν πας στο τελευταίο χωριό στην Ιταλία, έχει και χύμα, αλλά έχει και πολλά εμφιαλωμένα, γιατί είναι στην κουλτούρα τους. Δεν λέω ότι θέλω να πάω σε ταβέρνα και να έρθει ο σομελιέ, θα ξενερώσω. Θέλω να έχει χύμα. Ωστόσο, αν είμαι π.χ. στη Νεμέα, που ξέρω ότι έχει καλό κρασί, και παραγγείλω κόκορα με χυλοπίτες, να μου πει ο εστιάτορας: «Φίλε, έχω και αυτά τα τέσσερα κρασιά από την περιοχή». Είναι τρομερό αυτό; Πρέπει να εκπαιδευτεί ο κόσμος να ζητάει κρασί. Όπως γίνεται στη Σαντορίνη, όπου παντού διαθέτουν τα εξαιρετικά κρασιά τους, και επειδή τα ζητάει ο κόσμος, αλλά κυρίως από υπερηφάνεια. Οινικός πατριωτισμός.

Aπό τη μία πλευρά υπάρχει το Andro, ένα site για άνδρες, και από την άλλη δημιούργησες το Ladies run. Γιατί; είχες τύψεις ότι απέκλεισες τις γυναίκες;

Μετά από πολλά χρόνια στο Status, θέλησα να φτιάξω ένα ανδρικό site. Ήξερα όμως ότι θα το διαβάζουν πολλές γυναίκες, όπως επιβεβαιώθηκε και από τα νούμερα, καθώς είναι πιο έξυπνες και γενικότερα διαβάζουν περισσότερο. Οι άνδρες έχουν στο μυαλό τους αυτοκίνητα, αθλητικά και γυμνό, και δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Εμείς έχουμε λίγο αυτοκίνητο, λίγα αθλητικά και καλαίσθητο γυμνό, και όχι κάθε πικραμένη που τσιτσιδώνεται. Έχουμε, αντίθετα, πολλούς άνδρες που είναι σοφιστικέ και γυναίκες που αγαπούν τον κόσμο των ανδρών. Το ladies Run είναι αποκλειστικά για γυναίκες. Ξεκίνησε πριν από το site, όταν αποφάσισα ότι πρέπει να κόψω το κάπνισμα, γιατί θα γινόμουν πατέρας και θα άρχιζα να τρέχω. Για να μη βαριέμαι, δήλωνα συμμετοχή σε μικρούς αγώνες, αλλά και στα 40 χλμ. του Μαραθωνίου, και έτσι αρχικά ασχολήθηκα με το Spetses Run, το οποίο και σχεδίασα, αλλά στη συνέχεια αποχώρησα. Και μετά έφτιαξα το ladies Run. Ο λόγος ήταν ότι, εκτός από την τάση που υπάρχει παγκοσμίως, γνώ- ριζα ορισμένες εξαιρετικές γυναίκες από διαφορετικούς χώρους, μητέρες, γυναίκες που δούλευαν στην πυροσβεστική, ηθοποιούς, οι οποίες όλες είχαν ένα κοινό: ότι έτρεχαν, παρά τις υποχρεώσεις τους. Ξεκίνησα από ένα blog, όπου συγκέντρωσα εκεί κάποια ονόματα, και όταν έφτιαξα μια «μαγιά», ανακοίνωσα τον αγώνα, ο οποίος είναι sold out κάθε χρόνο. Έχουμε δώσει πάνω από 25.000 ευρώ στον Δεσμό, σε charities που δεν είναι κοσμικά. Μετανάστριες, φυλακισμένες γυναίκες είναι αυτές με τις οποίες ασχολούμαστε. H επόμενη ημερομηνία φέτος είναι 20 Οκτωβρίου.

Γιατί όλοι ασχολούνται με το ντύσιμό σου;

Γιατί αυτό στην Ελλάδα είναι ύποπτο. Σε ευχαριστώ που το λες. Αν στη χώρα μας ντύνεσαι ωραία ή πίνεις καλό κρασί, τότε είναι ύποπτο, λες και είσαι κάποιος διεστραμμένος κόμης που θέλει να διαφθείρει αθώα κορίτσια. Πιστεύω ότι πρέπει να έχεις κατ’ αρχάς αυτοσεβασμό και να σέβεσαι και τους άλλους, και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είσαι ευπρεπής, τότε ναι. Εδώ, για χρόνια θεωρούσαμε cool το να πηγαίνουν κάτι τύποι με μουσταρδί πουλόβερ σε τελετές απονομής βραβείων και με μίζερο ύφος να τα παραλαμβάνουν  και ήταν μαγκιά. Αυτό, εξάλλου, ζήσαμε και σε πολιτικό επίπεδο. Όπως δεν πιστεύω ότι είναι μαγκιά να βάζεις ένα καλό κρασί σε ένα ακατάλληλο ποτήρι, απλώς για να το παίξεις άνετος. Έχω φίλους που λένε ότι δεν πειράζει. Αυτό είναι αντεστραμμένος σνομπισμός, όπου προσπαθεί ο άλλος να το παίξει απλός και λαϊκός, αλλά έτσι χάνεται η ουσία.

Γιατί χρησιμοποιούμε περίπλοκες εκφράσεις όταν μιλάμε για τέχνη ή για κρασί;

Η επιτήδευση με την περίπλοκη ορολογία όταν μιλάμε για κρασί επιστρατεύεται όταν θέλει κάποιος να κρύψει την ανεπάρκειά του. Πέφτουμε όλοι στην παγίδα αυτή. Υποστυλώνουμε ουσιαστικά αυτό που θέλουμε να πούμε με δυσνόητες εκφράσεις, γιατί δεν μπορούμε να το πούμε απλά ή φοβόμαστε ότι είναι λάθος. Πέρα από κάποιους τεχνικούς όρους, που είναι φυσικό να χρησιμοποιούμε, όλη αυτή η επιτήδευση είναι περιττή.

Ο άνδρας του Andro τι πίνει;

Παλιά, το πρότυπο του άνδρα macho ήταν το hard λίκερ. Mε κίνδυνο να στενoχωρήσω τους φίλους μου, θα πω ότι ο άνδρας του Andro, με το όραμα του άνδρα που έχει ποιότητα ζωής και δεν είναι ο νεόπλουτος που κάνει φιγούρα, και είναι καλός μπαμπάς και χρήσιμος στην κοινωνία, έχει το κρασί ως το τέλειο ποτό του, γιατί έχει όλα αυτά. Το κρασί έχει κουλτούρα, έχει εντοπιότητα
και είναι κάτι που απολαμβάνεις με παρέα, με καλό φαγητό. Ο άνδρας ο δικός μας είναι κοσμοπολίτης, αλλά γουστάρει πολύ αυτό που γίνεται με το ελληνικό κρασί, γιατί είναι τόσο ωραίο στην εποχή μας να ξαναδούμε ποιοι είμαστε. Η αλήθεια είναι ότι, αν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα σε ένα Sauvignon με πολύ έντονα αρώματα ή ένα Cabernet, που είναι τόσο πληθω- ρικό με βαρέλια όσο η Πάμελα Άντερσον, απέναντι σε ένα κομψό γαλλικό κρασί, θα διαλέξω το δεύτερο, χωρίς όμως να σημαίνει ότι τα απορρίπτω. Ξινόμαυρο, Pinot noir, Ασύρτικο, ειδικά της Σαντορίνης με την έντονη ορυκτότητα. Και λίγο βαρελάκι δεν με πειράζει, μου αρέσει το ανακάτεμα με τις οινολάσπες, αλλά δεν θέλω και πολλές φιοριτούρες. Σπάνια πίνω γλυκά κρασιά, αλλά μου αρέσει πολύ ο όψιμος τρύγος, όταν δηλαδή ένα κρασί έχει μια πολύ ελαφριά αίσθηση ευγενούς σήψεως. Επίσης, τα μεταλλικά και τα αφρώδη κρασιά. ●

O Κίμων Φραγκάκης μιλάει πολύ, μεταξύ άλλων, γι’ αυτά που αγαπάει –το καλό φαγητό και το κρασί δηλαδή– κάθε πρωί στον Pepper 96,6, από τις 8 έως τις 10, με τη Ματούλα Κουστένη. Μην τους χάσετε…

MOON WALK | του Γ. Μιχαήλου, DiP WSET #15

Επίσκεψη στους Τηνιακούς Αμπελώνες Τ–ΟΙΝΟS

Στέκομαι στην άκρη ενός μικρού υψώματος στην καρδιά του αμπελώνα Clos Stegasta, έξω από το χωριό Φαλατάδος στην Τήνο, έχοντας περιμετρική θέα σε ολόκληρο το νησί. Δεν υπάρχει καλύτερο σημείο για να αντιληφθείς την «αγριάδα» που παρουσιάζει το ανάγλυφο της ενδοχώρας της Τήνου. Μέσα Ιουνίου και σχεδόν αστραπιαία βλέπεις την αντάρα πρακτικά να «αγκαλιάζει» το έδαφος από την απέναντι πλευρά, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την απόκοσμη αίσθηση που σου δημιουργούν τα τεράστια στρογγυλά γρανιτικά βράχια –οι περίφημοι βώλακες– ατάκτως ερριμμένα μέσα στο αμπέλι. Για μια στιγμή νιώθεις σαν να μη βρίσκεσαι στη Γη… Γρήγορα σε επαναφέρει το ευεργετικό κυκλαδίτικο αεράκι, που δίνει ανάσες δροσιάς κάτω από τον διαπεραστικό ήλιο του νησιού.

Αναρωτιέμαι τι αντίκρισε ο Αλέξανδρος Αβατάγγελος πριν από περίπου είκοσι χρόνια στην ίδια θέση που στέκομαι τώρα εγώ. Και όμως, κάποιος που διαθέτει κοφτερή ματιά μπορεί να αντιληφθεί την ανωτερότητα του συγκεκριμένου terroir. Φτωχά εδάφη, υψόμετρο και απότομες πλαγιές –τα δύο τελευταία ευεργετικοί παράγοντες σε ζεστά κλίματα– μαζί με ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως οι ισχυροί άνεμοι, αποτε- λούν βασικά συστατικά ενός αμπελώνα που στοχεύει στη δημιουργία μεγάλων κρασιών. Και όπου κι αν έστρεψα το βλέμμα μου, δεν είδα τίποτε άλλο από γρανιτικά βράχια, άμμο, απότομες πλαγιές και πλινθόκτιστες πεζούλες. «Φτώχεια» παντού και ένα μόνιμο θαλασσινό αγέρι

Το project του T–Oinos είναι εντυπωσιακό, από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς… Έχει μια καταπληκτική ιστορία να διηγηθεί, από Γίγαντες και Τιτάνες να παλεύουν, σύμφωνα με τη μυθολογία, εκεί όπου σήμερα βρίσκονται τα αμπέλια, αφήνοντας ως αποτύπωμα της τρομερής μάχης τους τεράστιους βώλακες, μέχρι και τον σούπερ σταρ οινολόγο Stéphane Derenoncourt να ηγείται του οινοποιείου τα τελευταία δύο χρόνια, ανεβάζοντας τον πήχη στα επίπεδα της… στρατόσφαιρας. Έχει επίσης στοιχεία αυτού που οι Άγγλοι αποκαλούν «heroic winemaking», τονίζοντας με τη φράση αυτή τις δυσκολίες που υπάρχουν στο να ανταποκριθεί ένα τέτοιο terroir στις ανάγκες του αμπελιού, δίνοντας ωστόσο σαν πολύτιμο αντίτιμο το «αποτύπωμά» του στο κρασί, την αίσθηση του τόπου από τον οποίο προήλθε και στοιχεία μοναδικότητας. Πάνω από όλα, όμως, το project χαρακτηρίζεται από την παράτολμη ιδιοφυΐα και την ισχυρή δόση «τρέλας» του ίδιου του ανθρώπινου είδους. Δεν υπάρχει η έννοια του terroir χωρίς τον άνθρωπο, όπως και ποτέ δεν συνάντησα μεγάλο κρασί από έναν συνηθισμένο τόπο… Αρκετές ώρες μετά, βγαίνοντας από το μικρό, βουργουνδέζικης φιλοσοφίας οινοποιείο και έχοντας απολαύσει τη γευσιγνωσία με τον οινολόγο-υπεύθυνο του κτήματος, Θάνο Γεωργιλά, μου φάνηκε πως για μια στιγμή έσβησαν από το μυαλό μου όλα αυτά τα οποία συνεχώς με κάνουν να ανησυχώ για το ελληνικό κρασί… Μπορεί όλες οι παγίδες και οι δυσκολίες στο παρόν και στο παρελθόν του ελληνικού κρασιού να το περιτριγυρίζουν ακόμα, αλλά η αλήθεια είναι πως εκεί μέσα γεύτηκα –αν μη τι άλλο– ένα συναρπαστικό μέλλον.

KEY FACTS

  • Πρώτες φυτεύσεις το 2002.
  • 60 στρέμματα ο αμπελώνας Clos Stegasta, ενώ άλλα 30 στρέμματα νέων φυτεύσεων θα δώσουν παραγωγή στο μέλλον.
  • 95% του Clos Stegasta είναι φυτεμένο με Ασύρτικο και το υπόλοιπο με λίγη Μαλαγουζιά και Μαυροτράγανο.
  • 20 στρέμματα στον Ράσωνα, φυτεμένα σε πεζούλες με 30% κλίση – κυρίως με Μαυροτράγανο.
  • 15 στρέμματα στον Άγιο Δημήτριο, φυτεμένα με Μαυροτράγανο και Αυγουστιάτη.
  • 2,5 στρέμματα στο Σπαρβέρι, φυτεμένα με Αυγουστιάτη.
  • Πυκνότητα φύτευσης: 1.000 φυτά/ στρέμμα.
  • Εδάφη αμμώδη, με γρανιτικές πέτρες και γρανιτικό υπόστρωμα. Στον Ράσωνα υπάρχει μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε άργιλο.
  • Στρεμματικές αποδόσεις 400 kg/ στρέμμα για τα Stegasta και μικρότερες ακόμα για τον Ράσωνα.
  • Βιολογική καλλιέργεια – μόνο θειάφισμα και χαλκός.
  • Πολύ απλή φιλοσοφία στην οινοποίηση, χαμηλά θειώδη και minimum παρεμβάσεις.Χρήση αυτόχθονων ζυμών, που έχουν απομονωθεί εργαστηριακά από το αμπέλι.
  • 25.000 φιάλες συνολική παραγωγή, με προβολή στο μέλλον τις 45.000 φιάλες.

ΤΑ ΚΡΑΣΙΑ

Μαλαγουζιά 2018

Από τον αμπελώνα του Clos Stegasta μόλις 700 φιάλες για το 2018. Λεμόνι και ορυκτότητα με φρέσκες βοτανικές νύξεις. Αλμύρα και πέτρα σε μια μύτη με πολύ κομψή αρωματική έκφραση. Λεμονάτο φρούτο στο στόμα, κοφτερή οξύτητα και όμορφο κρεμώδες τελείωμα με επίμονη διάρκεια. Το γρανιτικό terroir του Φαλατάδου καταφέρνει να υπερισχύσει της ποικιλίας, δίνοντας μια απίστευτα «ζωηρή» έκφραση Μαλαγουζιάς.

Mavrose 2018

Από τον αμπελώνα στον Άγιο Δημήτριο και στο Σπαρβέρι μόλις 2.100 φιάλες για το 2018, ένα χαρμάνι από 80% Αυγουστιάτη και 20% Μαυροτράγανο. Απαλό ροζέ χρώμα με διακριτικό κόκκινο φρούτο, φρέσκο και όχι ζαχαρωμένο. Κεράσι, φράουλα και ορυκτές νότες. Πολύ δροσερό στο στόμα, τονισμένη οξύτητα και τανίνες ήπιες που θυμίζουν πράσινο τσάι, με ορυκτή «πινελιά» στο τελείωμα. Ένα σοβαρό ροζέ με γαστρονομικό προσανατολισμό.

Clos stegasta Ασύρτικο 2018

Συνολικά 6.500 φιάλες μαζί με τις magnum. Το 15% του κρασιού πέρασε από βαρέλι 500 lt για ένα χρονικό διάστημα. Ώριμο τρο- πικό φρούτο, ανανάς, μαζί με ορυκτότητα που θυμίζει σπασμένη πέτρα. Δύναμη και ενέργεια στο στόμα, με πάχος και οξύτητα σε απόλυτη ισορροπία, και μακρύ κρεμώδες τελείωμα. Κάλλιστα σε ξεγελάει και σου θυμίζει Chablis Grand Cru από εξαιρετική χρονιά.

Ασύρτικο rare 2018

Μόλις 2.200 φιάλες από συνδυασμό διαφορετικής προέλευσης βαρελιών και αμφορέα. Ώριμο λεμόνι και τροπικός χαρακτήρας, νότες από αγιόκλημα και βούτυρο. Εξαιρετικά πολυεπίπεδο στο στόμα, με απίθανη συμπύκνωση φρούτου και γευστική ένταση. Λιπαρότητα και οξύτητα σε αρμονία. Μνημειώδες τελείωμα. Συνδυασμός δύναμης και κομψότητας για ένα κρασί μεγάλης παλαίωσης.

Αυγουστιάτης 2018

Μόλις 1.600 φιάλες, οινοποίηση σε δεξαμενές και ωρίμαση σε αμφορέα για έξι μήνες. Διαθέτει εξαιρετική διαύγεια φρούτου στη μύτη, με τον ελκυστικό χαρακτήρα και την αμεσότητά του να θυμίζουν τη γοητεία ενός εξαιρετικού Cru Beaujolais. Κεράσι και ώριμη φράουλα στο στόμα μέχρι το τελείωμα και μαλακές, νόστιμες τανίνες να συνδυάζονται τέλεια με τη δροσιά της οξύτητας.

Clos Stegasta Μαυροτράγανο 2017

4.900 φιάλες συνολικά και 100 magnum. Πυκνό χρώμα και μεγάλη συμπύκνωση αρωμάτων, με μαύρο κεράσι και σκουρόχρωμα λουλούδια να αφήνουν χώρο σε πιπεράτες νύξεις και μεσογειακά βότανα. Η μύτη ξεδιπλώνεται με την ώρα. Άφταστη ισορροπία στο στόμα, με στιβαρές, αλλά σούπερ κομψές τανίνες, εξαιρετικά ενσωματωμένο βαρέλι γύρω από έναν πυρήνα μαύρου φρούτου και επίμονο μπαχαρένιο τελείωμα.

Clos Stegasta Rare Μαυροτράγανο 2017

Μόλις 1.600 φιάλες από τα 20 στρέμματα του Ράσωνα. Περισσότερο σφιχτό στη μύτη, θέλει χρόνο και μετάγγιση για να ξεδιπλώσει τα μεγάλα επίπεδα πολυπλοκότητάς του. Η συμπύκνωση είναι παροιμιώδης. Μαύρο βατόμουρο και κεράσι, με μπαχαρένιο χαρακτήρα και σοκολάτα. Πολλή δύναμη στο στόμα, με τανίνες για σεμινάριο και μεγάλες γευστικές εντάσεις, χωρίς να χάνει ποτέ την ισορροπία του ή να υπερβάλλει. Μια διαφορετική κλάση κρασιού, ένα Μαυροτράγανο βαθιάς παλαίωσης που θέλει χρόνια για να αναπτύξει όλες τις πτυχές του χαρακτήρα του. ●

ΤΙ ΚΡΑΣΙ «ΦΕΡΝΕΙ» ΣΤΑ ΠΟΤΗΡΙΑ ΜΑΣ Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ; | της Τ. Επτακοίλη

Θα έρθει μια μέρα που ο διεθνής αμπελοοινικός χάρτης θα έχει αλλάξει δραματικά: τεράστιες εκτάσεις αμπελώνων θα έχουν εγκαταλειφθεί στις χώρες της Μεσογείου και της Νότιας Αμερικής, ακόμα και στην Αυστραλία και τη Νότια Αφρική, ενώ άλλοι θα έχουν «γεννηθεί» σε περιοχές που βρίσκονται πιο κοντά στον Βόρειο Πόλο. Η Βρετανία, για παράδειγμα, θα κρατάει πλέον τα σκήπτρα στην παραγωγή ποιοτικών κρασιών και οι οινόφιλοι θα πληρώνουν αδρά για να απολαύσουν ένα Riesling από το Εδιμβούργο, ένα Syrah από το Έσεξ, ένα Malbec από το Λονδίνο ή ένα Chardonnay από το Γιόρκσιρ.

Δεν πρόκειται για σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας· αυτή η μέρα δεν είναι μακριά, σύμφωνα με τους Mark Maslin και Lucien Georgeson –από το Κέντρο Περιβαλλοντικών Σπουδών του λονδρέζικου City university– και έρευνά τους που δημοσιεύτηκε πριν από λίγα χρόνια. «Αν δεν ανακοπεί η κλιματική αλλαγή, μέχρι το 2100 θα έχουμε ξεχάσει όλα όσα ξέρουμε σήμερα για την καλλιέργεια των αμπελιών και την παραγωγή οίνου», λένε οι δύο επιστήμονες – και με την άποψή τους συμφωνεί η συντριπτική πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας. Αντίστοιχη πρόσφατη έρευνα της βιολόγου Elizabeth Wolkovich, του Πανεπιστημίου Harvard, επίσης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η άνοδος της θερμοκρασίας και τα συχνά ακραία φαινόμενα ξηρασίας ή έντονων βροχοπτώσεων, καθώς και η εμφάνιση νέων ασθενειών των φυτών, θα πλήξουν την οινοπαραγωγή, μειώνοντας τις αποδόσεις των καλλιεργειών και αλλοιώνοντας τη γεύση των κρασιών.

Και είναι μάλλον λανθασμένη η χρήση του μέλλοντα σε αυτή τη συζήτηση: οι επιπτώσεις, άλλωστε, είναι ήδη εμφανείς, ιδιαίτερα στη Νότια Ευρώπη. Στη Ριόχα και στο Μπορντό, από τις αρχές του 20ού αιώνα, η μέση θερμοκρασία έχει ανέβει κατά 2 και 1,8 βαθμούς Κελσίου, αντίστοιχα. Η θερμοκρασία, μεταξύ άλλων, επιδρά στη διαδικασία της ωρίμασης: η περιεκτικότητα των σταφυλιών σε μηλικό οξύ μειώνεται γρηγορότερα, ενώ, αντιθέτως, επιταχύνεται η συγκέντρωση των σακχάρων, κι αυτό επηρεάζει τον αρωματικό χαρακτήρα και το φαινολικό δυναμικό τους, δίνοντας κρασιά μη ισορροπημένα. Γι’ αυτόν τον λόγο, αρκετά μεγάλα ευρωπαϊκά οινοποιεία έχουν ήδη αρχίσει να αγοράζουν εκτάσεις, ώστε να ξεκινήσουν φυτεύσεις βορειότερα. Άλλα προσαρμόζουν τους αμπελώνες τους στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες, αλλάζοντας ποικιλίες και προτιμώντας πιο όψιμες. Έτσι, στη Γαλλία το Merlot αντικαθίσταται ολοένα και περισσότερο από το Cabernet Franc και στην Ισπανία το Tempranillo από την Granacha, το γνωστό μας Grenache. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2060 η παραγωγή γαλλικού Merlot θα έχει μειωθεί κατά το ήμισυ…

Ασκήσεις ετοιμότητας

Και στη χώρα μας; Πώς αντιμετωπίζουν τα νέα δεδομένα οι Έλληνες οινοποιοί; «Κάθε χρόνο κάνουμε ασκήσεις ετοιμότητας, προσπαθώντας να εξισορροπήσουμε τις ενέργειές μας στον αμπελώνα με όσα μας επιφυλάσσουν τα στοιχεία της φύσης. Το έχουμε συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει πλέον σαφής διάκριση ανάμεσα στις εποχές. Ο Οκτώβριος, για παράδειγμα, έχει εξελιχθεί σε ένα μικρό καλοκαιράκι, ενώ οι βροχές πέφτουν… αλύπητα κάθε Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο. Η απειλή για χαλάζι είναι σχεδόν καθημερινή τον Ιούνιο. Τον Ιούλιο περιμένουμε να μας… θημηθεί το ξηροθερμικό κλίμα, ώστε να μας βοηθήσει να απαλλαγούμε από τις ασθένειες των αμπελιών, αλλά αυτό αργεί ολοένα και περισσότερο. Φέτος ήμασταν ευτυχείς που τον Αύγουστο είχαμε στην περιοχή μας μελτέμια, που “έδιωξαν” την υγρασία. Kάθε φορά, όταν πλησιάζει η ώρα του τρύγου, ευχόμαστε να μας κάνει η κλιματική αλλαγή το δώρο που λαχταράμε: έναν ξηρό Σεπτέμβριο, για να τρυγήσουμε όπως θέλουμε και να γίνουν “μεγάλα” τα κρασιά», λέει η Εριφύλη Παρπαρούση, οινολόγος του ομώνυμου οινοποιείου της Πάτρας.

«Δεν θα το κρύψω, ήμουν ένας από τους σκεπτικιστές της κλιματικής αλλαγής. Ναι, το κλίμα αλλάζει, ανεβαίνουν οι θερμοκρασίες, λιώνουν οι πάγοι, όμως μήπως πρόκειται για άλλον έναν κύκλο, όπως συμβαίνει κάθε μερικούς αιώνες πάνω στη Γη; Αυτά έλεγα μέχρι πρόσφατα. Για την ακρίβεια, μέχρι τις 22 Ιουλίου του 2014. Εκείνη τη μέρα, που ποτέ δεν θα ξεχάσω, έπεσε χοντρό χαλάζι στο Κτήμα στη Νάουσα και κατέστρεψε όλη τη σοδειά της χρονιάς», λέει ο Στέλλιος Μπουτάρης, διευθύνων σύμβουλος της οινοποιίας Κυρ-Γιάννη. «Από τότε άρχισα να γίνομαι λίγο πιο παρατηρητικός σε σχέση με τα καιρικά φαινόμενα, που τόσο πολύ επηρεάζουν την παραγωγή των σταφυλιών. Ναι, το κλίμα έχει αλλάξει. Οι βροχές είναι τροπικές, έχουμε φαινόμενα τα οποία ακόμα και οι παλιοί δεν θυμούνται, και οι βλαστικοί κύκλοι δεν έχουν την κανονικότητα που θα θέλαμε. Μια άλλη μέρα, επίσης του Ιουλίου, πέντε χρόνια μετά, δηλαδή το περασμένο καλοκαίρι, αντιμετωπίσαμε άλλο ένα ακραίο φαινόμενο: άνεμο ταχύτητας 120 χλμ./ώρα, που ξερίζωσε ένα σύμβολό μας, την υπεραιωνόβια δρυ που στεκόταν δίπλα στον Πύργο (Κονάκι), στο Κτήμα. Στενοχωρηθήκαμε, το χωνέψαμε και συνεχίζουμε. Όμως οι πληγές είναι ακόμα ανοιχτές. Αναρωτιόμαστε πώς θα ανταποκριθούμε σε αυτό που συμβαίνει. Μήπως πρέπει να βάλουμε δίχτυα σε όλα τα αμπέλια, όπως κάνουμε στα επιτραπέζια; Να αλλάξουμε ποικιλίες, επιλέγοντας πιο ανθεκτικές; Να κάνουμε άλλου είδους κρασιά; Να μεταφερθούμε σε άλλες περιοχές; Δύσκολες ερωτήσεις κι ακόμα πιο δύσκολες οι απαντήσεις…»

H επιστήμη, πάντως, έχει ήδη αρχίσει να δίνει τις δικές της. «Η επιλογή γης για τη φαινόμενο: άνεμο ταχύτητας 120 χλμ./ώρα, που ξερίζωσε ένα σύμβολό μας, την υπεραιωνόβια δρυ που στεκόταν δίπλα στον Πύργο (Κονάκι), στο Κτήμα. Στενοχωρηθήκαμε, το χωνέψαμε και συνεχίζουμε. Όμως οι πληγές είναι ακόμα ανοιχτές. Αναρωτιόμαστε πώς θα ανταποκριθούμε σε αυτό που συμβαίνει. Μήπως πρέπει να βάλουμε δίχτυα σε όλα τα αμπέλια, όπως κάνουμε στα επιτραπέζια; Να αλλάξουμε ποικιλίες, επιλέγοντας πιο ανθεκτικές; Να κάνουμε άλλου είδους κρασιά; Να μεταφερθούμε σε άλλες περιοχές; Δύσκολες ερωτήσεις κι ακόμα πιο δύσκολες οι απαντήσεις…»

H επιστήμη, πάντως, έχει ήδη αρχίσει να δίνει τις δικές της. «Η επιλογή γης για τη δημιουργία καινούργιων αμπελώνων παίρνει πια υπόψη της όλους τους νέους παράγοντες», λέει στο Grape από τη Βουργουνδία ο διεθνής Έλληνας οινολόγος Κυριάκος Κυνηγόπουλος. «Η άρδευση πολλών αμπελώνων σταδιακά θα γίνει υποχρεωτική, όχι για αύξηση της παραγωγής, αλλά για την επιβίωσή τους σε συνθήκες ξηρασίας. Τα δίχτυα θα προστατεύουν τα αμπέλια από τον καύσωνα. Η χρήση κινητών ή μόνιμων εγκαταστάσεων διανομής θερμού αέρα θα είναι λύση προστασίας απέναντι στους παγετούς της άνοιξης. Θα υπάρξουν, όμως, και πολλές καινοτομίες στην καλλιέργεια του αμπελιού (δημιουργία κλώνων με μεγαλύτερη αντοχή, αλλαγή στο σύστημα κλαδέματος, μεταξύ άλλων)».

Η αμφίδρομη σχέση με τη γη

Πριν από μερικά χρόνια, είχα την τύχη να συνομιλήσω με τον Miguel Torres, τον «πατριάρχη» του ισπανικού οίνου, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μου τις περιβαλλοντικές του ανησυχίες. «Ένας οινοπαραγωγός έχει ανάγκη από τους καρπούς της γης. Και τη γη πρέπει να τη φροντίσει, για να του το ανταποδώσει. Εδώ και χρόνια μάς απασχολούν τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Ήδη χρησιμοποιούμε εναλλακτικές μορφές ενέργειας σε μεγάλο βαθμό. Έχουμε εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά πλαίσια κι έτσι καλύπτουμε το 11% των αναγκών του οινοποιείου μας στην Ισπανία σε ηλεκτρική ενέργεια. Για να μειώσουμε τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, έχουμε αντικαταστήσει τα οχήματα της εταιρείας με υβριδικά. Πειραματιζόμαστε, παράλληλα, με άλλες “πράσινες” λύσεις, όπως την κατασκευή υπόγειων χώρων αποθήκευσης, τη χρήση βιομάζας και πολλά άλλα», μου είχε πει.

«Δείχνουν πολλοί συνάδελφοί σας την ίδια ευαισθησία;» τον είχα ρωτήσει. «Όχι. Θα αναγκαστούν όμως να το κάνουν. Τα αμπέλια είναι πολύ ευάλωτα στις αλλαγές του κλίματος. Όσοι επιλέγουν να αγνοήσουν αυτή την πραγματικότητα πολύ σύντομα θα τη συνειδητοποιήσουν – και μάλιστα με επώδυνο τρόπο», είχε απαντήσει. «Τα λάθη που ίσως κάνουμε σήμερα θα μας ακολουθούν για πολλές δεκαετίες…» ●

 

ΤΕΤΡΑΜΥΘΟΣ ΡΟΔΙΤΗΣ | του Γ. Μιχαήλου, DiP WSET

Η σπουδαιότητα αυτής της κάθετης γευστικής δοκιμής έγκειται στο ότι καταφέρνει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε για τον Ροδίτη.

Ο Ροδίτης του οινοποιείου Τετράμυθος, από τον χαρισματικό, ιστορικό αμπελώνα της Αιγιάλειας, με τις βορινές εκθέσεις, την εγγύτητα με τη θάλασσα και τα μεγάλα υψόμετρα, είναι ένα λευκό κρασί τόσο σοβαρό σε ποιότητα και δυναμικό παλαίωσης, που μπορεί να «γκρεμίσει» την αντίληψη ότι μόνο το Σαντορινιό Ασύρτικο –από τις ελληνικές λευκές ποικιλίες– είναι ικανό να ωφεληθεί από τη μακρόχρονη παραμονή του στη φιάλη. Εξοστρακισμένος για πολλά χρόνια από τα «σαλόνια» των εκλεκτών ποικιλιών, ο ερυθρωπός Ροδίτης, το δεύτερο πιο πολυφυτεμένο σταφύλι στον ελληνικό αμπελώνα, έχει αμφισβητηθεί σε μεγάλο βαθμό για την ποιότητα των κρασιών που παράγει. Τεράστιες στρεμματικές αποδόσεις, έμφαση στην ποσότητα και όχι στην ποιότητα, πεδινά αμπέλια και υπερβολικό πότισμα είχαν ως αποτέλεσμα την παραγωγή «βιομηχανικών» κρασιών αμφιβόλου ποιότητος και την περιφρόνηση της ποικιλίας και του ευγενούς της χαρακτήρα.

Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι καλύτεροι παραγωγοί του Ροδίτη στοιχημάτισαν σε κάτι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που έχουμε στο μυαλό μας για την ποικιλία. Το μονοπάτι που ακολούθησαν δεν διαφέρει πολύ από αυτό το οποίο πήραν κορυφαίοι παραγωγοί σε άλλα μέρη του κόσμου: καλύτερες αμπελουργικές πρακτικές –σε ελεύθερη μετάφραση οργανική ή/και βιοδυναμική καλλιέργεια–, χαμηλότερες στρεμματικές αποδόσεις και ήπιων παρεμβάσεων οινοποίηση, στην οποία άφησαν το υπέροχο terroir της Αιγιαλείας να «λάμψει». Μερικά χρόνια αργότερα, ο Ροδίτης της Αιγιάλειας παίρνει τη θέση του ανάμεσα στα σπουδαία λευκά κρασιά της Ελλάδας. Θα μπορούσα μάλιστα να ισχυριστώ ότι όσο το Ασύρτικο της Σαντορίνης γίνεται όλο και πιο απρόσιτο, ο Ροδίτης της Αιγιάλειας είναι έτοιμος να σταθεί στην αγορά ως μια σπουδαία εναλλακτική στους –αν μη τι άλλοεραστές της ορυκτότητας.

Το οινοποιείο Τετράμυθος βρίσκεται στην είσοδο του Άνω Διακοπτού, μόλις λίγα ανηφορικά χιλιόμετρα από τον Κορινθιακό κόλπο, μέσα στην καρδιά της ζώνης της Αιγιάλειας. Ανήκει στο νέο κύμα των ελληνικών οινοποιείων, που δίνει μια διαφορετική πρόταση, βασιζόμενο σε γηγενείς ποικιλίες της περιοχής του, στην οργανική καλλιέργεια και σε μια φιλοσοφία ήπιας οινοποίησης, παράγοντας κρασιά που αποδίδουν πιστά το μοναδικό ορεινό terroir της Αιγιάλειας. Ο Ροδίτης του αποτελεί εξαιρετική έκφραση της ορεινής του προέλευσης, ενώ οι αδιάκοποι πειραματισμοί του οινοποιείου έδωσαν και μια εκπληκτικά κομψή Ρετσίνα από Ροδίτη σε αμφορέα, έναν Ροδίτη φυσικής οινοποίησης και μια orange εκδοχή της ποικιλίας, δείχνοντας τα διαφορετικά μονοπάτια στα οποία μπορεί να βαδίσει…

Και για να σας βάλω από νωρίς στο mood της κάθετης, ο εξαιρετικός σε value for money Ροδίτης του Τετράμυθου έδειξε σε αρκετές περιπτώσεις πιο νεαρός από πολλές Σαντορίνες αντίστοιχης ηλικίας, ορυκτός, με το πλούσιο φρούτο του να κοντράρεται από τη διαπεραστική –σαν λέιζερ– ένταση του κρασιού, ενώ ταυτόχρονα έδειξε μια απίστευτη συνέπεια στην εξέλιξή του στον χρόνο. Μια συνολικά μοναδική γευστική εμπειρία.

2018 Μέτριο λεμονί χρώμα, διακριτικά, αλλά σύνθετα αρώματα εσπεριδοειδών, όπως λεμόνι, λευκά λουλούδια και ορυκτός χαρακτήρας που θυμίζει πέτρα, αλλά και μαγιά. Βοτανικές νότες, όπως φύλλα τσαγιού και άνθη χαμομηλιού. Κοφτερό και ζωηρό στο στόμα, δροσιστική οξύτητα, ελαφρύς χαρακτήρας και εξαιρετικό drinkability και πολύ ευχάριστη –γεμάτη λεμονάτη φρεσκάδα– επίγευση.

2017 Ευεργετικός ο έξτρα χρόνος στα αρώματα του κρασιού, που εμφανίζονται πιο ώριμα και μεστά, με νότες από λεμόνι και φλούδες, τσακμακόπετρα και νύξεις από μέλι. Στόμα «αποψάτο», νευρικό, με το λεμονάτο φρούτο να «πατάει» στέρεα πάνω στη φρεσκάδα της οξύτητας και τον ορυκτό χαρακτήρα να παίρνει τα ηνία μέχρι το επίμονο τελείωμα του κρασιού.

2016 Σαντορινιά διάσταση στη μύτη, με την ορυκτότητα, το τσακμάκι και την αλμύρα να… κάνουν πάρτι, ώριμο λεμόνι και γκρέιπ- φρουτ και πολύπλοκες απαλές οξειδωτικές νότες. Το στόμα διαθέτει εξίσου υφάλμυρη υφή και τονισμένη οξύτητα σε ένα φόντο πιο μεστού και ώριμου φρούτου, αλλά και πολλές εντάσεις μέχρι την μπριοσένια, μακρά και πολύπλοκη επίγευση του κρασιού.

2015 Όμορφη εξέλιξη στη μύτη, μελένιο και ώριμο, με ελαφρά ξηροκαρπάτα στοιχεία, έντονη ορυκτότητα και καπνό. Πολυεπίπεδο και πολύπλοκο αρωματικά, με φοβερή εκφραστικότητα. Έντονο και ιδιαίτερα κοφτερό στο στόμα, αλλά με πάχος και οξύτητα σε ισορροπία και με μια ήπια πικράδα, άκρως ορεκτική, στο ελαφρώς φαινολικό τελείωμα.

2014 Νότες μπριός και μέλι, βρεγμένη πέτρα και έντονο ώριμο, γλυκό φρούτο σε μια μύτη που πραγματικά «ζωγραφίζει» πάνω στην πενταετία. Μεσογειακά βότανα, θυμάρι και φλούδα πορτοκαλιού. Απίθανο στόμα, κοφτερό και ξυραφάτο, a la Chablis ορυκτότητα και ατελείωτα επίμονη επίγευση, με πάρα πολύ φρέσκο φρούτο ακόμα. Κανένα ίχνος κόπωσης, παρά μόνο διαπεραστικές εντάσεις και φοβερή πολυπλοκότητα.

2012 Εξαιρετική συνέπεια στην εξέλιξη του κρασιού στον χρόνο. Το φρέσκο φρούτο έχει δώσει τη θέση του σε όμορφα εξελιγμένα τριτογενή αρώματα, καπνού, αποξηραμένου βερίκοκου και γλύκα μαρμελάδας, πάντα με την υπογραφή της ορυκτότητας του terroir. Το στόμα έχει λειανθεί από τις κοφτερές γωνίες, αλλά η οξύτητα δίνει το «παρών» και επιπλέον ασφάλεια για ακόμα μεγαλύτερη δυνατότητα εξέλιξης στον χρόνο. Κάποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι έχει περάσει και από βαρέλι.

2008 Πέντε χρόνια μετά την τελευταία φορά που τον δοκίμασα, και αυτός ο Ροδίτης 11ετίας κατάφερε και πάλι να με εντυπωσιάσει με την όμορφη εξέλιξή του. Αγυάλιστο χρυσαφί χρώμα, διαπεραστική μύτη με κονφί λεμόνι, άφθονα garrigues και φλούδες εσπεριδοειδών, ανθόμελο. Ωραία εξέλιξη στο ποτήρι, επίμονος αρωματικός χαρακτήρας και ήπια οξείδωση. Παλαιό, αλλά σε καμιά περίπτωση κουρασμένο. Απίθανη ακόμα φρεσκάδα και επίπεδα οξύτητας στο στόμα, πολύ πιο ζωηρό, αναπάντεχα φρέσκο και επίμονο. Εντάσεις, διάρκεια και πολυπλοκότητα που συναντάς σε μεγάλα λευκά κρασιά. ●

Best Buys | Heteroclito #15

Αγαπημένο στέκι στο κέντρο της Αθήνας, το Heteroclito διαλέγει για το Grape σημαντικά κρασιά τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό.

SANTAMERIANA 

Σανταμέρι, Αχαΐα  Sant’Οr Οινοποιητική / Σανταμεριάνα / 2018 Ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος οινοποιεί τη σπάνια τοπική ποικιλία Σανταμεριάνα, πάντα με έμφαση στην πρώτη ύλη και με βιοδυναμικές πρακτικές. Λευκοκίτρινο χρώμα, αρώματα πυρηνόκαρπων και φλούδας πορτοκαλιού. Μέτριο σώμα, απολαυστική γεύση και επίγευση γεμάτη φρεσκάδα. • 12,20 €

ΜOΣΧATO NATURE SELECTION

Καρλόβασι, Σάμος Νόπερα Οινοποιητική / Μοσχάτο (μικρόρωγο) / 2018
Tο ορεινό, βιολογικά καλλιεργημένο αμπελοτεμάχιο Ακαμάτης της Σάμου δίνει αυτό το εξαιρετικό δείγμα μικρόρωγου Μοσχάτου, με νεύρο και φρεσκάδα (φυσικό pH 2,80) που σπουδαία διεθνή λευκά κρασιά θα ζήλευαν. Ήπια οινοποίηση, ζύμωση και ωρίμαση σε γαλλικά δρύινα βαρέλια και το αποτέλεσμα, ένα εξαιρετικό λευκό που δείχνει να έχει χρόνια εξέλιξης. • 24,10 €

ΤΣΑΟΥΣΙ 

Ληξούρι, Κεφαλονιά Oινοποιείο Σκλάβου / Τσαούσι / 2017 Ο μοναδικός Ευρυβιάδης Σκλάβος, με το προσωπικό του οινοποιητικό στιλ, φημίζεται για την ανάδειξη των τοπικών ποικιλιών της Κεφαλονιάς. Αυτή τη φορά μάς συστήνει τη σπάνια ποικιλία Τσαούσι, από τη χερσόνησο της Παλικής. Αρώματα τροπικών φρούτων, χαμομηλιού, λεμονανθών και νότες ορυκτότητας. Στόμα λιπαρό, με τραγανή οξύτητα και μακρά επίγευση. • 21,20 €

ΑΣΥΡΤΙΚΟ MAISON VITICOLE

Γιαννιτσά, Πέλλα Κτήμα Λίγα / Ασύρτικο / 2018 Η οικογένεια Λίγα εφαρμόζει φυσική αειφόρο καλλιέργεια (Mashanobu Fukuoka), αφήνοντας ουσιαστικά τη φύση να ισορροπήσει από μόνη της. Τα κρασιά τους, αποκλειστικά από γηγενείς ποικιλίες, έχουν μοναδικό χαρακτήρα. Κλήματα 15 ετών σε αργιλοπηλώδη και ασβεστολιθικά εδάφη, ζύμωση σε ανοξείδωτες δεξαμενές και ωρίμαση σε παλαιά δρύινα βαρέλια. • 21,20 €

ΜΑΛΑΓΟΥΖΙΑ ORANGE ΤΑΤΣΗ 

Γουμένισσα, Κιλκίς Κτήμα Τάτση / Μαλαγουζιά / 2016 Οι αδελφοί Τάτση εφαρμόζουν από το 2002 βιοδυναμικές πρακτικές στην καλλιέργεια και ελάχιστες παρεμβάσεις στην οινοποίηση. Βαθύ ροδακινί χρώμα και συμπυκνωμένα αρώματα εσπεριδοειδών, πυρηνόκαρπων, με ανθικές νότες. Στο στόμα συνεχίζεται η ίδια συμπύκνωση, με ισορροπημένη οξύτητα, διακριτικές τανίνες και πληθωρική αίσθηση φρούτου σε μαρμελαδένια μορφή. Εντυπωσιακή επίγευση μελιού και αποξηραμένων βοτάνων. • 23,30 €

YELLOW

Κορωπί, Αττική Οινοποιείο Νικολού / Σαββατιανό / 2018  Τολμηρή προσέγγιση του Σαββατιανού από τον καθηγητή Οινολογίας Βασίλη Νικολού, από παλαιό αμπέλι 60 ετών, με απόδοση 300 κιλά/στρέμμα. Υπερώριμα σταφύλια με τρύγο στα μέσα Σεπτέμβρη, ζύμωση και ωρίμαση σε βαρέλια (δρύινα και ακακίας). Πλούσιο και σύνθετο άρωμα τροπικών και πυρηνόκαρπων φρούτων, φλούδας εσπεριδοειδών με νότες γλυκών κουταλιού, με ένταση και διάρκεια. Καλό σώμα, πλούσια γεύση και μακρά επίγευση με βοτανικές νύξεις. • 18,50 €

MOV

Θηραμόνα, Κεφαλονιά Petrakopoulos Wines / Μαυροδάφνη / 2017 Ο Νίκος Πετρακόπουλος έχει ρίζες από την Κεφαλονιά (οικογένεια Μελισσηνών), με την αμπελοκαλλιέργεια και το κρασί να αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία της οικογενειακής παράδοσης. Η Μαυροδάφνη Mov προέρχεται από ένα γέρικο, προφυλλοξηρικό αμπέλι με αργιλοαμμώδες έδαφος. Εξαιρετικά χαμηλή στρεμματική απόδοση, φυσική οινοποίηση και παραμονή σε παλαιάς χρήσης γαλλικά δρύινα βαρέλια για δύο χρόνια. Συνολική παραγωγή 800 φιάλες. • 45,70€

ΦEΛΛΟΗ

Άνω Διακοπτό, Αχαΐα Οινοποιείο Τετράμυθος / Μαυροδάφνη – Μαύρο Καλαβρυτινό – Αγιωργίτικο / 2016  Περιορισμένης κυκλοφορίας ερυθρό από την αρχαία Φελλόη, οικισμό που ο Παυσανίας χαρακτήριζε «επιτήδειο εις την φύτευσιν της αμπέλου». Οι τρεις ποικιλίες είναι φυτεμένες σε ένα αμπέλι τριών στρεμμάτων, τρυγιούνται μαζί και συνοινοποιούνται. Αρωματικό προφίλ λεπτών ανθέων και ξηρών αρωματικών βοτάνων, νύξεις άγριου τσαγιού και φρούτων του δάσους. Γεύση ισορροπημένη, με ένταση, φρεσκάδα, δαντελένιες τανίνες και μακρά επίγευση. • 25,90 €

ATMΟSPHERES

Val de loire, Γαλλία Domaines Landron / Folle Blanche – Pinot Noir – Chardonnay / NV
Ο Jo landron είναι ένας γνήσιος Γαλάτης στην οινική ζώνη Muscadet, ο οποίος αγαπά παράφορα το αμπέλι και ακολουθεί πιστά βιοδυναμικές πρακτικές. Τα κρασιά του χαρακτηρίζονται από νεύρο, φρεσκάδα και ιδιαίτερη επίγευση αλμύρας. Το πολυποικιλιακό αυτό αφρώδες έχει ωραία αρώματα ζύμης κι έχει ενδιαφέρον το ότι η βασική ποικιλία (Folle Blanche) είναι μία από τις επιτρεπόμενες στο Armagnac και στο Cognac. • 19,00 €

CHÂTEAU DE LA MIRANDE PICPOUL DE PINET
Languedoc, Γαλλία Château de la Mirande / Picpoul de Pinet / 2018  Το Château de la Mirande βρίσκεται στη νότια Γαλλία, με την ιστορία του κτήματος να ξεκινά το 1850, ενώ φημολογείται πως τα πρώτα κτίρια είναι από την εποχή του Καρλομάγνου (8ος αιώνας μ.Χ.). Ο Joseph Albajan θεωρείται ο «Πάπας του Picpoul», της λευκής ποικιλίας που σχεδόν εξαφανίστηκε από τη φυλλοξήρα, με τη χαρακτηριστική κοφτερή οξύτητα. Σήμερα είναι ιδιαίτερα δημοφιλής ποικιλία στα wine bars του Λονδίνου. • 11,40 €

VIEILLES VIGNES DE SYLVANER

Alcace, Γαλλία Domaine Ostertag / Sylvaner / 2017 Ο André Ostertag είναι ένας πρωτοπόρος οινοποιός, που άλλαξε τους παραδοσιακούς τρόπους καλλιέργειας και οινοποίησης στην περιοχή της Αλσατίας και καθιέρωσε ένα στιλ κρασιών που τον χαρακτηρίζει απόλυτα. Η πρότασή του από Sylvaner έχει κρυστάλλινο χρώμα, μύτη γεμάτη φρεσκάδα, με κυρίαρχα τα λευκά άνθη και τα τροπικά φρούτα. Στόμα ευχάριστο και φίνο, με αισθητή οξύτητα και επίγευση με διάρκεια. • 20,20 €

VOUVREAU LA DILLETTANTE

Val de loire, Γαλλία Domaine Catherine & Pierre Breton / Chenin Blanc / 2017
Οι αμπελώνες και τα κρασιά της κοιλάδας του Λίγηρα είναι ένα ατελείωτο μωσαϊκό από ποικιλίες σταφυλιού και τύπους κρασιών. Μία από τις κορυφαίες λευκές ποικιλίες σταφυλιού στην περιοχή είναι το Chenin Blanc. Η Catherine και ο Pierre, προερχόμενοι από τέσσερις γενιές οινοποιών στο χωριό Vouvray, συνεχίζουν την οικογενειακή φιλοσοφία, που πηγάζει από την αγάπη για τη γη και τον σεβασμό στη φύση. • 21,80 €

SAVAGNIN OSTREA VIRGULA

Arbois, Γαλλία Domaine Des Cavarodes / Savagnin / 2014 Η οινική ζώνη του Jura –μια στενή λωρίδα γης ανάμεσα στη Βουργουνδία και την Ελβετία– παραμένει σχεδόν άγνωστη στους Έλληνες οινόφιλους. Ο Etienne Thiebaud, αφού εργάστηκε επί σειρά ετών στο φημισμένο Domaine de la Tournelle, ίδρυσε το 2007 το Domaine des Cavarodes. Φημισμένη ποικιλία της περιοχής είναι το Savagnin, από την οποία προέρχονται και τα διάσημα Vins Jaunes (κίτρινα κρασιά). • 35,40 €

SYRAH ROSA

Toscana, Ιταλία Stefano Amerighi / Syrah / 2018 Το οινοποιείο του Stefano Amerighi βρίσκεται στην ανατολική Τοσκάνη (Cortona), περιοχή με οινική ιστορία που χρονολογείται από τον 5ο αιώνα π.Χ. Παράγει δύο εξαιρετικά ερυθρά, Sangiovese και Syrah, ετικέτες που το καταξίωσαν ως ένα από τα σημαντικότερα νέα πρόσωπα του ιταλικού κρασιού. Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει η ροζέ εκδοχή του Syrah, για την αρωματική φινέτσα και τον γευστικό πλούτο. • 22,70 €

POMPOLS

Val de loire, Γαλλία Nicolas Reau / Cabernet Franc / 2015 Τα ερυθρά κρασιά που παράγονται στην Anjou προέρχονται κυρίως από Cabernet Franc. Ο Nicolas Reau ξεκίνησε σπουδές πιάνου, όμως τον κέρδισε η αμπελοκαλλιέργεια! Το Pompois προέρχεται από αμπέλι 50 ετών κι έχει άριστη συμπύκνωση, αρωματική πολυπλοκότητα, είναι ελαφρά τανικό, με υψηλή οξύτητα, βοτανικό χαρακτήρα, νύξεις καπνού και δέρματος. Μακρά, μπαχαρένια επίγευση• 28,40 €

MONKEY GONE TO HEAVEN

Swartland, Νότια Αφρική Testalonga / Mourvedre / 2018 Στη συντηρητική Νότια Αφρική, όπου η βιώσιμη καλλιέργεια θεωρείται ριζοσπαστική, ο Craig και η Carla Hawkins εφαρμόζουν βιοδυναμικές μεθόδους, προκαλώντας αμηχανία στην τοπική βιομηχανία κρασιού. Το ρωμαλέο, τανικό και ελαφρώς πικάντικο Mourvedre αποτελεί μία εκ των κορυφαίων προτάσεων του κτήματος. Η δε ετικέτα του είναι εμπνευσμένη από το ψυχεδελικό φεστιβάλ Burning Man. • 43,00 €

Why drinking Greek wine might be the ultimate luxury | by Konstantinos Lazarakis, MW #14

Last May, the Vinexpo Bordeaux wine exhibition took place in, well, Bordeaux, and it was far and away the most poorly attended Vinexpo of all time. However, almost no one goes to Vinexpo for the exhibition anyway they’re there for the parties. During the four-day event, all the famous Châteaux organize amazing dinners and open incredible bottles. The whole point, of course, is to get invited to the best parties. The most talked about dinner of the 2019 Vinexpo, and presumably the trickiest invitation to get, was the evening event held at Château D’ Yquem, underlined in importance by the presence of its owner, Bernard Arnault, himself. Arnault is the richest man in Europe and the fourth richest in the world, at least among those whose wealth is publicly traceable. On that evening, everyone expected that the host would be invisible at the start, appear for a quick toast and then get into his helicopter and disappear. Instead, bernard Arnault welcomed everyone with a handshake and a big smile, grabbed the microphone, talked for half an hour entirely in French, and stayed on until the last guest left. And then he jumped into his helicopter.

Arnault is a most peculiar case in the world of billionaires. He is the head and founder of LVMH, the luxury giant of our times, with an annual turnover of $40 billion, out of which more than $6 billion goes to the LVMH shareholders. The list of brand names under the LVMH umbrella is dazzling and ranger from drinks (Dom Perignon, Möet, hennessy, Cheval blanc, Cloudy bay, belvedere, krug and more), to fashion (including Louis Vuitton, Celine, Dior, Marc Jacobs and Berluti), to perfumes (such as Acqua di Parma and Guerlain), to jewelry and watches (Tag Heuer, Bvlgari and Chaumet, among others) and many other sectors. While most of the other magnates of our times push us towards easier living, like gates keeping our desk tidy and bezos helping us spending less time shopping in malls or boutiques, Arnault is opening up the gates to the good life for us. One of his latest additions to the LVMH portfolio was a surprise to many people  the acquisition of the Orient Express train service. Others, in hindsight, said that the purchase of a majority stake in Rimowa, the luxury luggage brand, was already pointing in the same direction. It seems that the good life is not about having things anymore. It is all about experiences. This dovetails very nicely with what knowledge is for modern people, according to writer and historian yuval Noah Harari. Harari has a formula: knowledge experience x sensitivity. We gain knowledge from filling up our lives with a range of experiences, but we must have the initial sensitivity to appreciate these experiences and then we must allow ourselves to change as a consequence. Harari stresses the importance of that multiplication sign standing between experience and sensitivity. If you have the highest sensitivity in the world but zero experiences, this results, after multiplication, in zero knowledge. The same goes for the other way round, for someone going through myriad experiences but having no sensitivity to appreciate these, let alone move onto a greater level of understanding of how rich the world can be. Imagine, for instance, the ability to taste and the food we eat. Someone could have the most sensitive palate in the world, but, for some bizarre reason, eat the same food, like fish and chips, all her life. It would be a miserable, and probably malnourished, existence. And that’s not all: a sudden exposure to another food, say sushi, would be such a shock that understanding the qualities of the new taste sensations would be impossible. The other extreme is, sadly, far more common. A person loves fish and chips but, thanks to some fortunate circumstance or another, gets exposed to all kinds of different cuisines. Still, everything is dismissed as inferior. Fish and chips remain, for them, the best food that someone can have. zero sensitivity, zero appreciation, zero change. Zero knowledge.

Let’s move on to wine. Wine is an amazing product that offers a huge gamut of styles. You can cover a long table with glasses of different wines, taste them all and find the fact that all these beverages started off from the same fruit clearly unbelievable. And yet some people do spend their entire lives drinking only one wine. These are usually winemakers, mainly amateurs but also, sadly, some professionals as well. Many, many wine drinkers, however, drink a very limited range of styles and resist everything else. “It’s always Champagne, white Burgundy or red Bordeaux for me, my dear.” No matter what these people taste, their vinous yardstick remains pretty much the same. This is made even sadder by the fact that wine is so much more than that which is in the glass. Beyond the aromas and flavors, the acidity or the body, someone can connect with the place of production, the grape variety, or even the personality of the producer. When tasting wine, you’re allowing yourself to be exposed to myriad factors, and this is priceless. All of these thoughts come to mind every summer, when I encounter people who, having picked greece as their travel destination, resist drinking greek wine. Provence rosé is great, but you can have it back home. Frankly, you can have it everywhere! There’s lots of it! Would you spend your time in greece eating only burgers and pizza?

Greek wine is very rarely the product of a clever marketing plan. believe me, there are many wines out there that are just conveying marketing concepts. Greek wine is, first and foremost, very artisanal in scale. On an annual basis, the bordeaux region alone produces more than double the wine that the whole of Greece puts out. There are only a dozen vineyard estates in greece that are bigger than the average vineyard in France. Here, most wineries are family-owned businesses of the smallest kind, meaning that the owner is the head winemaker, the head viticulturist, the receptionist, the accountant, the coffeeboy and the emerging markets analyst. These wineries deal with one of the richest oenological ecospheres in the world, because greece has an enormous number of native grape varieties which are endemic, meaning that they cannot be found anywhere else.

The sheer plethora of indigenous varieties is both proof of and testament to the long history of winemaking in this part of the world. For thousands of years, Greeks had wine as a vital part of their life, important enough to merit a god, dionysus. At the same time, they honed the wine they produced into the most appropriate beverage for their mode of consumption to go with their food, to be enjoyed in warm weather, and to have moderate levels of alcohol, since drunkenness was not tolerated. The grapes and the grape-growing places that could best serve these needs were celebrated. The others were left behind.

Today, when you have a glass of Greek wine, you’re getting millennia of both natural and unnatural selection based on culture, on worship and on everyday habits in your glass. There are very few experiences that can match this. So drink more Greek wine. It won’t taste like a Napa Cabernet or an Australian Chardonnay, but it can really, make you a better person.

No kidding.

wspc.gr

Great Wine | by Y. Kaimenakis, Wine Sommelier #issue 14

 

To begin with, it makes sense to clarify the meaning of the word great. Great wines do not simply establish themselves because of arbitrarily exorbitant prices or their creator’s great expectations. On the contrary, they require longterm involvement, a substantial historical record in the field of viticulture, and a producer’s commitment to a vision. I understand that this may sound vague, or complex, or even a little mythic, but believe me when I tell you it’s really much simpler than that. I remember how I was at the start of my career, visiting all the hallowed wine behemoths of Europe, expecting to witness dazzling productions, castles and cellars, mysterious and sophisticated oenological practices, and an abundance of stardust. I assure you that the people I met were very much down to earth and did only what was absolutely necessary. As Auguste Clape told me on the steep slopes of Cornas, “Nature does most of the work.”

Now, to cut to the chase: from a gustatory point of view, things are even simpler. great wines need no introductions or intricate descriptions and, more importantly for us mortals, a bottomless pit of knowledge is not a requisite to enjoy them! In some sincere way, great wines demand that we enjoy them and, as Michael broadbent once wrote, they defy any sort of analysis. Furthermore, I’ve noticed how, when a great wine is served, the whole table goes silent and an enormous smile of relief plays upon all the diners’ faces. In other words, you will enjoy a 1990 Chateaux Margaux much more in the company of good friends than with a bunch of erudite wine lovers looking to overanalyze it.

Coming back to our own case at hand, I believe that, over the last few decades, Greece has produced some very lovely and well-made wines. But that alone does not grant us the right to prematurely call ourselves ”great.“ Still, it’s only a matter of time before wines worthy of a cellar’s top shelf pedigree emerge. Now, as to which region will stand out when that moment comes, I dare say, with little to no impartiality, that it will be the Naoussa region, with its unique Xinomavro.

facebook.com/paleowinestore

VERTICAL Domaine Tatsis | by G. Michailos, dip WSET #issue 14

Domaine Tatsis is run by Pericles and Stergios Tatsis, third-generation vinegrowers and wine producers working in the Goumenissa region and carrying on a long-lasting tradition in this small, yet significant, appellation where the varieties Xinomavro and Negoska excel. In 1996, Pericles and Stergios took over the family business, continuing to display the same dedication and passion their father had shown for highlighting the unique terroir of Goumenissa. The winery, which has been certified as an organic producer since 1998, focuses on native varieties; most of their 14ha of vineyards are planted with Xinomavro, Negoska, Roditis and Malagousia grapes, although a smaller proportion of their land is dedicated to international varieties, including Chardonnay and Cabernet Sauvignon. In 2002, they implemented a program of biodynamic viticulture, following these tenets and the biodynamic calendar devised by Maria Thun in both the vineyard and the cellar; they are not, however, certified as biodynamic producers.

In the winery, the brothers exercise very little intervention regarding the wine, trying instead to leave Goumenissa’s magnificent terroir to shine through. Fermentations start spontaneously (they haven’t used any commercial yeast since they moved to their new facilities in 2007) and they don’t employ any additives, just a small dose of sulfur dioxide, prior to bottling, if necessary. Their wines receive a long period of élevage prior to bottling. Undoubtedly, along with Sclavos, Georgas and Tetramythos, the Tatsis brothers are among the pioneers of the “natural” wine movement in Greece. If, however, you ask Pericles Tatsis, he’d rather avoid labeling his wines as such. “Since there’s no single definition of ‘natural’ wines, we see marketers more and more often branding conventional wines as ‘natural’ simply because the producers haven’t added any sulfites during the vinification method. This is very different from our philosophy,” he explains. “We would love to be seen as producers of ‘real, authentic, wines’ made with love, following in the footsteps and hon- oring the traditions of our ancestors. This is our only truth.“

From the beginning, the brothers have focused on using traditional grapes from Goumenissa: the treasured red Xinomavro and Negoska varieties found on the picturesque slopes of Mt Paiko. Their Goumenissa red blend of Xinomavro and Negoska was initially produced in 1997, and this wine can be seen as an example of a traditional approach to winemaking, to be released after a significant ageing period in order to highlight the way that the wine can be enjoyed. Tatsis Goumenissa is a wine destined to age, offering its extraordinarily impressive beauty (associated with an earthy mineral dimension and reminiscent of mushrooms and truffles) over the long term.

2012
Bright, red-berried fruit, along with intense savory notes, peppery hints and dried flowers. Bonedry palate, with powerful dry tannins and extraordinary levels of freshness. Tight and austere, at present it requires either more ageing or the accompaniment of a fatty prime cut of beef to be fully appreciated.

2008
The 2008 boasts a garnet color and aromatics (such as dried fruits and earthy notes reminiscent of forest floor and mushrooms) showing elements of development. Barolo like intensity on the palate with relatively dry tannins and some vegetal hints. It is quite impressive, with a layered complexity and, once again, it’s very powerful.

2007
Umami-like aromas such as bacon and tomato paste conquer the nose. A second swirl will also reveal sweet dried fruit notes, including raisins and sweet spices. The palate is balanced, with fantastic oak integration adding complexity, along with melted juicy tannins. A long, complex finish. Beautiful evolution and great Xinomavro typicity.

2004
Light brick color. Fully developed nose with aromas of dried fruits and herbs, smoked meat and kernels such as walnut and chestnut. Still fresh and vibrant on the palate, with finegrained tannins and great concentration. You can drink it now or forget it for another five years in your cellar.

2003
A masterpiece on the nose, it bears the typicity of a gracefully aged Xinomavro. The wine was released on the market just two years ago after spending a long period in the winery’s cellar, and it offers aromas of dried tomato, black olives, mushrooms and noble leather. harmonious and balanced with a high level of sophistication. A perfect contrast between freshness and development.

2001
It’s difficult to put its aromas into words. A bit rustic, yet beautifully evolved, with hints of deliberate oxidation, nuttiness and dried black and red fruits. However, the palate is nervy and fresh, while the tannins are a bit stripped of fruit and quite aggressive. It will probably not get any softer with extra ageing.

2000
Over the top. Fully developed nose with some fading eucalyptus aromas, dried herbs and quite oaky notes. The palate is dry and a bit astringent, not showing the great drinkability of the 2003 or 2004, and there is no potential for further ageing in the bottle. Drink now.

1999
Fully oxidative style, earthy aromas of truffles and mushrooms, and overripe tomato notes. It smells like a rainy walk in the forest. The palate lacks a bit of freshness, but it’s all about the level of ageing that you expect to see in your glass. This 20-year-old Goumenissa can easily be called memorable.

WINE JOURNAL | by G. Kontos, dip WSET # issue 14

People do not remember days they remember moments! Wines, restaurants, aromas, moments and ideas, all duly noted

Last week, I visited the zea Marina in Piraeus and, although it was only a halfan hour’s drive from home, it made me feel as if I were on vacation. I chose to have lunch at the very popular “hams and Clams,” a brightly lit cosmopolitan oyster bar with minimalist decor overlooking the yachts and luxury cruisers in the Marina. The large windows allow in ample sunlight and you only need a few oysters, some seabream tartare, a lovely plate of seafood pasta and a glass (or two) of Apla Rosé 2018 by Oenops Wines to feel that you’re in paradise! For me, the Apla did the job: a lovely, pale, all-around rosé wine with aromas of red fruits, tomato paste and herbs, made from Xinomavro and Cabernet Sauvignon.

So you find mixing cocktails difficult. I understand. But here’s an idea for your summer drinks: Otto Athens Vermouth! Besides the fact that Vermouth is very cool and back in fashion on a global scale, this refreshing and charming urban drink is ridiculously easy to prepare! The other day I just grabbed a highball glass and stirred Otto Athens Vermouth with tonic over ice and that was it; my drink had rose petals, citrus fruit, orange peel, a modest sweetness and an overall summery character. For the record, vermouth is an aromatized fortified wine infused with herbs and spices, and Msweetened. Try it!

Malagousia – Assyrtiko is a popular greek white wine blend, from two quite different but complementary varieties. The “Sirius” 2018 white from the Georgios Lafazanis winery is a perfect example. We opened a bottle for our eldest son’s birthday and it charmed everyone; It was refreshing, food-friendly and vivid. Malagousia offers a tropical and herbaceous aromatic profile, while Assyrtiko offers texture, acidity and a mouthwatering lemony character.

The best greek wine ever made. Is there such thing? I don’t know. What I know is that Vinsanto 2002 by Estate Argyros – which Robert Parker scored 98/100 – is one of the most memorable and moving wine experiences someone can have. Seventeen years of ageing – twelve of them in old oak barrels – give the wine an alluring complexity: toffee, caramel, roasted almonds, coffee, crème patisserie, skyhigh acidity and a never-ending finish! Pick your dessert very seriously before pairing it with this gem from the volcanic island of Santorini! Either chocolate or caramel-based sweets will offer serious amounts of pure pleasure.

Celebrating greek Orthodox Easter is a big deal in greece, both spiritually and gastronomically! We spent a few days on the beautiful island of Lefkada and paired our Easter lamb with a lovely Xinomavro: Naoussa Argatia 2014 is a modern version of the grape replete with forest fruits, raspberries, tomato paste and earthy notes, and with a very refreshing acidity that dries and refreshes the palate between fatty, meaty bites! The earthy aromas of the lamb suits the wine perfectly.

There’s nothing more adventurous – and rewarding – than ageing white wines with potential. I had a bottle of Ovilos 2012 by Ktima Biblia Chora with a simple mushroom risotto and aged Gravieras havings from Naxos, and the result was stunning! After six years, this iconic Greek wine has reached its peak and offers a generous bouquet of aromas: honeycomb, quince, meat broth, truffles and minerality.

Naoussa | by T. Kartali & P. Katsatou # issue 14

Only an hour’s drive from Thessaloniki, Naoussa is an area that should not be missed by any wine lover who wants to explore greek wines. This is the land of Xinomavro, which means acidic (“xino”) and black (“mavro”) a rare, indigenous red variety which has been compared to Nebbiolo, thanks to its firm structure and its unique aromatic character. Its high acidity and tannic character produces wines which can age for decades and are suited for more experienced palates. A number of committed winemakers in this area are producing high-quality wines, combining tradition with modern winemaking techniques. Having visited the area back in 2016, when we discovered a new generation of winemakers full of energy and fresh ideas, we decided to come back, this time focusing on some of the boutique wineries as well as on the Kir-Yianni Estate, the dominant winery of the appellation. The winemakers’ passion for the great potential of Xinomavro and their dedication in promoting this unique and versatile grape variety was what impressed us most on this trip to the region. Most of the people we talked to are second-generation and third-generation winemakers, young and energetic, with great faith in what they are doing and dedicated to producing high-quality wines with the least possible intervention.

Photography by Yiorgos Kaplanidis 

Kir-yianni Estate

If you’re visiting Naoussa, a stop at the Kir-Yianni Estate is mandatory. In contrast to the rest of the wineries of the area, Kir-Yianni is a large estate, boasting 500 acres. It doesn’t concentrate solely on the production of Xinomavro, although the varietal wines produced from this variety are the estate’s premium labels. It was founded in 1997 by Yiannis Boutaris who, breaking away from the family business his grandfather had established in 1879, went on to create his own estate, concentrating on the production of quality wines that express the character of Naoussa’s terroir. Ramnista and diaporos are two outstanding wines which do just that, helping them to find their way to the international markets.

Touring the vineyard at kir-yianni Estate.

Today, the estate is managed by yiannis’ sons Stellios and Michalis Boutaris, fifth-generation winemakers. With an annual output of 500,000 bottles, Kir-Yianni is the largest winery in the area and, thanks to Stellios’ vision, it offers one of the best wine tourism experiences in the country. In addition to enjoying the magnificent views of the vineyards nestled on the rolling slopes of Mt Vermion, visitors can take tours around the winery, enjoy an upmarket picnic in the vineyards with dishes based on local recipes, or opt for a bbQ on the winery’s veranda. Naturally, the meals are accompanied by wines produced on the estate. All the options offered to the visitor, along with their seamless delivery, are the result of perfect organization by the winery’s courteous and knowledgeable staff. Although great emphasis is placed on indigenous varie- ties, kir-yianni Estate produces some excellent labels from international varieties. Drumo, a Sauvignon Blanc from a single vineyard in Amynteo, a neighboring appellation where kir-yianni also has vineyards, is a treat not to be missed.

Stomping the grapes.

Domaine Dalamara

Kostis dalamaras in Paliokalias vineyard.

When he took over from his father in 2011, Kostis Dalamaras was the youngest winemaker in Naoussa. Following time in burgundy, where he had studied oenology and viticulture, in Catalunya , Spain, and in Alsace, France, Kostis came back to take over the small winery which had been founded in 1991 by his father yiannis. he did not hesitate to push through important changes in the winemaking techniques, applying knowledge he had accumulated abroad, but more importantly, he decided to switch the emphasis to the vineyard. About 20% of the family-owned vineyards were replanted, getting rid of varieties that Kostis thought were not serving his purpose, in order to concentrate on the indigenous varieties of the area and on Xinomavro in particular. His production is small, about 40,000 bottles a year, but his aim is to produce a high-quality wine which is the best expression of Xinomavro. As is the case with other winemakers in the area, Dalamaras seems determined to focus on this unique and versatile red variety, which is capable of producing very complex wines which age well.

A quiet young man who adores spending time with his fiancé Maria – who also works in the winery – up on the mountain, Dalamaras believes that all the important work is done in the vineyard. He spends most of his day attending to the vineyards himself, getting a little help from his cousin Yiannis, a viticulturist, and his father who, after many decades of hard work, is now considering retirement. The small winery is surrounded by vineyards, but perhaps the most valuable plot of land is a few kilometers away in an area called Paliokalias. This particular vineyard produces the winery’s most expensive wine, Paliokalias, which is produced in an extremely limited quantity (a maximum of 8000 bottles) and does not come out every year. The climate of this area features warm dry summers and mild winters. For most of the day, the vines are exposed to the full benefit of the sun. All of the vines are grown organically, and Dalamaras tries to follow the biodynamic calendar, a philosophy he embraces. Despite the fact that he studied in Burgundy, he seems to prefer wines coming from Roussillon, France. “I think my experience in that particular wine region has influenced me more than Burgundy,” he says. The winery is located on the outskirts of Naoussa and is open to visitors.

Markovitis Winery

Markos Markovitis in his wineyard

Markos Markovitis is arguably Naoussa’s most avant-garde wine producer. A third-generation winemaker, he took over in 2012 after his father passed away and changed everything. He only had one thing in mind, to focus on the area’s star variety. He began by replanting the whole 140-acre vineyard, replacing other varieties with Xinomavro. He then eliminated all the other wines (about 6) that his father and uncle had been producing, and focused on the production of just one, a red wine made from 100% Xinomavro. At the same time, he changed the label from Chateau Pegasus to Markovitis Winery. “You need to focus on one variety, which in my case is Xinomavro,” he says. his philosophy is very clear. “I don’t need to experiment with different varieties; all I want to focus on is this particular variety, which is indigenous, unique and offers immense possibilities.” His is a completely one-man show. He takes care of the vineyard and vinifies the wine himself, having studied oenology and viticulture in germany. “It is my german discipline that has helped me,” he jokes. Markovitis is convinced that anybody who is interested in promoting greek wine must have a very clear sense of geography. “Naoussa produces Xinomavro, Nemea produces Agiorgitiko, Santorini produces Assyrtiko,” he says. “This should be our focus.” Markovitis’ winemaking approach is based on a philosophy of non-intervention in the winery, and that’s why, he explains, “Our wines cannot be consistent. you’ll have good years and you’ll have bad years, like, for example, 2014. That year, we didn’t produce any wine. We had to sell our grapes to other producers.” In September, he will be releasing Markovitis 2016, a great vintage, according to the winemaker, a great wine with all the typical red fruit aromas of Xinomavro, very good acidity and well-rounded tannins. Trying a bottle of Chateau Pegasus 1999, we realized the amazing ageing potential of Xinomavro. The winery produces 80,000 bottles a year, 80% of which are exported to Germany, the uk, the uS and Sweden. It isn’t open to visitors.

Argatia Winery

Christoforos Georgiadis is the newest winemaker at this small winery in the area of Naoussa. Son of well-known viticulturist Haroula Spinthiropoulou, georgiadis decided to give his mother’s name to his first blend. Following a different philosophy from the previous two producers, georgiadis believes that the best way to introduce someone to Xinomavro is through a blend. Thus he created haroula, a blend of Xinomavro with two other indigenous Greek red varieties: Negoska , which grows mainly in Goumenisa, a different PDO area in northern Greece, and Mavrodafni, Cephalonia’s main red variety. “It’s an easydrinking, entry-level wine with no barrel ageing that’s doing really well in the markets abroad, especially in the united States,” he explains. As far as the PDO wines are concerned, Argatia Winery produces one Naoussa label, which it releases onto the market after five years’ maturation in the bottle. “The strong, tannic character of Xinomavro doesn’t make it very appealing to the consumers,“ he says, “so our philosophy is to keep our wines for as long as we can before releasing them onto the market. being a small winery, our space is limited; otherwise, we’d keep our bottles for even longer, seven or eight years, because this is how long a Xinomavro needs to mature.” The production is small, just 14,000 bottles. The winery is open to visitors.

OTHER WINERIES IN THE AREA 

Domaine Karydas The estate produces two labels, ktima Karyda, a typical Naoussa Xinomavro, and ktima Karydas Collectible, an exuberant blend of Xinomavro, Cabernet Sauvignon and Merlot.

Domaine Chrisochoou Its best-selling wine is Chrisochoou Xinomavro. A blanc de noir is also produced from Xinomavro.

Domaine Diamantakos Two wines are produced here, a red from Xinomavro and a white from Preknadi, another indigenous variety.

Domaine Foundis The most traditional winery of the area, this estate produces a more rustic version of Xinomavro.

INFO

kiryianni.gr

dalamara.gr

markovitiswinery.gr

argatia.gr

domainekarydas.gr

chrisochoou.com

diamantakos.gr