ΚΡΗΤΗ | ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ | τεύχος 2

Οδοιπορικό του Grape στη γη του Ψηλορείτη.Ζήσαμε την κρητική φιλοξενία απολαύσαμε Βιδιανό, Μανδηλάρι και Λιάτικο, γνωρίσαμε ανθρώπους με όραμα και πάθος

ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΜΠΟΥΤΑΡΗ | ΣΤΟ ΜΕΤΟΧΙ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ

Το κτήμα Φανταξομέτοχο , η αλλιώς το Μετόχι των Φαντασμάτων, οφείλει την ονομασία του στον παλαιό ιδιοκτήτη, μας εξηγεί ο κ. Γιάννης  Κωσταντάκης, ο αμπελουργός του κτήματος τα τελευταία 40 χρόνια . «Για να μην του κλέβουν τα σταφύλια,    έβγαλε τον μύθο  ότι το κτήμα είχε φαντάσματα».  Το κτήμα αυτό έχει ιστορία,  και ο κ. Γιάννης είναι αναπόσπαστο κομμάτι της, καθώς όπως  μας λέει, «δεν μπορώ να διανοηθώ τη ζωή μου χωρίς Φαντοξομέτοχο». Οταν πέρασε  στην οικογένεια Μπουτάρη το 1990  το κτήμα παρήγαγε  αρχικά κρασιά από τις τοπικές ποικιλίες που  ήταν φυτεμένες εκεί,  το κοτσυφάλι και την μανδηλαριά από  ερυθρές και τη βηλάνα από λευκές.

 Σήμερα τα 75  στρέμματα  του αμπελώνα έχουν επανερωτηθεί και φιλοξενούν κι άλλες ποικιλίες, όπως Syrah   και Chardonnay  από τις διεθνείς,  και Μαλβαζία Μοσχάτο Σπίνας και Λιάτικο  από τις γηγενείς.  Oι πρώτες οινοποιήσεις  του κτήματος   ξεκίνησαν το 1995 στο  παλαιό οινοποιείο  από τον οινοποιό  Γιάννη Βογιατζή, ο οποίος εξακολουθεί να έχει  την επίβλεψη των οινοποιήσεων, που γίνονται πλέον στο σύγχρονο  οινοποιείο το οποίο λειτουργεί στο κτήμα απο το 2004.

To κτήμα παράγει  τέσσερις ετικέτες,  το  Σκαλάνι, ερυθρό ξηρό, ( syrah- κοτσυφάλι), το Φανταξομέτοχο  λευκό ξηρό, (βηλάνα, chardonnay  και μαλβαζία) καθώς και δύο γλυκείς οίνους, το Ιουλιάτικο  και το Μοσχάτο Σπίνας. Φθάνοντας σούρουπο στο  Scalani Hills, μετά από μια γεμάτη και κοπιαστική ημέρα, η υποδοχή  δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη.   Μας περιμένει ένα υπέροχο δείπνο στην αυλή του  παλαιού ξενώνα  του κτήματος,  ο οποίος έχει  ανακαινισθεί  και λειτουργεί ως boutique ξενοδοχείο του ομίλου Aria Hotels

Δοκιμάζοντας τα κρητικά  εδέσματα που μας  έχει ετοιμάσει η κα Πόπη, και  σιγοπίνοντας  το Σκαλάνι, ξεδιπλώνεται η ιστορία αυτού του υπέροχου τόπου  που έχει ανοίξει τις πόρτες του  στους επισκέπτες, Έλληνες και ξένους, Η συζήτηση μας  με  την Χριστίνα Μπουτάρη, διευθύντριας εξαγωγών της εταιρίας Μπουτάρης Οινοποιητική , η οποία ανέλαβε την  επίβλεψη  της ανακαίνισης του ξενώνα, εναλλάσσεται αναγκαστικά  από τα ελληνικά στα αγγλικά,   αφού στην παρέα μας μετέχει κι ένα ζευγάρι  από τη Χαβάι,  ένοικοι  του ξενοδοχείου,   που βρίσκονται εδώ  αναζητώντας κάτι διαφορετικό, και με βλέμμα απορίας προσπαθούν να παρακολουθήσουν τη συζήτηση μας, δοκιμάζοντας παράλληλα τους εξαιρετικούς μεζέδες. 

«Η αυλή αυτη έχει κάτι μαγικό, έδωσα μάχη για να μην χάσουμε»,  μας λέει με έμφαση η κ. Μπουτάρη  καθώς το βλέμμα μας  πλανάται  στον αμπελώνα που απλώνεται  απο κάτω. Εχει δεί τόσα και τόσα γλέντια, με τελευταίο αυτό που στήθηκε πέρυσι τον Μάιο, όταν έγιναν τα ανεπίσημα εγκαίνια του νέου  ξενώνα. Θα ήταν πραγματικά κρίμα  να την θυσιάζαμε για να  απομονώσουμε τα δύο δωμάτια που  βλέπουν σε αυτήν». Τα πάντα έχουν περάσει απο τα χέρια της, απο το χρώμα στα παντζούρια και τη διατήρηση της απόχρωσης της άμμου στους τοίχους, που ταιριάζει με το χρώμα του αργιλώδους εδάφους  του κτήματος, εως τις λεπτομέρειες της   εσωτερικής διακόσμησης των δωματίων που δεν αφήνουν αδιάφορο τον επισκέπτη . Ανάμεσα στα στοιχεία που προσθέτουν στην ιδιαιτερότητα τους  είιναι τα έργα τέχνης  καταξιωμένων αλλά και ανερχόμενων εικαστικών  που κοσμούν τις τρείς σουίτες, αλλά και τον κοινόχρηστο χώρο του οινοποιείου

Φεύγοντας από το Scallani Hills για να συνεχίσουμε την περιοδεία μας  στον νομό Ηρακλείου   αισθανόμαστε ότι το μέρος αυτό έχει πράγματι κάτι το μαγικό. Φαντάσματα ίσως όχι, αλλά μια μαγεία που σε κάνει να θέλεις να επιστρέψεις ξανά και ξανά….

ΚΤΗΜΑ ΛΥΡΑΡΑΚΗ

Στην Κρήτη ο κλήρος είναι μικρός γιατί οι γονείς δεν θέλανε να αδικήσουν κανένα από τα παιδιά τους , με αποτέλεσμα οι οινοπαραγωγοί να δεινοπαθούν να συγκεντρώσουν μεγάλα κομμάτια γης. Ακόμα και το ανάγλυφο του τόπου είναι περίεργο. Μία λωρίδα αμπέλι και δίπλα μία λωρίδα ελιάς για να έχουν να πίνουν το κρασί και να έχουν και το λάδι τους. Φτάνοντας όμως στο οινοποιείο Λυραράκη χορταίνει το μάτι σου από 140 στρέμματα αμπέλια.  Επί 30 χρόνια -ξεκινώντας από το 1966- ο Σωτήρης Λυραράκης και τα αδέλφια του μάζευαν εμπειρία φτιάχνοντας χύμα κρασί και τη δεκαετία του 90 η εμπειρία αυτή μπήκε στο μπουκάλι.

Εκρηκτική προσωπικότητα ο Νίκος Λυραράκης, μας υποδέχθηκε στο Οινοποιείο και μας μίλησε για την ιστορία και τη συνέχεια της οικογενειακής επιχείρησης την οποία έχει αναλάβει η νέα γενιά, o ίδιος, ο Γιώργος, ο Βαρθολομαίος, η Κατερίνα και ο Λάμπρος Λυραράκης. “Το 92 και ενώ η τάση είναι όλοι να ασχολούνται με τις ξένες ποικιλίες  Chardonnay και Sauvignon blanc και ενώ και εμείς είχαμε ξένες ποικιλίες αποφασίσαμε να εμβολιάσουμε τα αμπέλια μας και να τα γυρίσουμε σε δύο σπάνιες υπό εξαφάνιση ντόπιες ποικιλίες το Πλυτό και το Δαφνί διασώζοντας τες. Εμπορικά ήταν έγκλημα, ωστόσο στόχος μας ήταν οι γηγενείς ποικιλίες. Οι περισσότεροι προτιμούν την ασφάλεια ενός Chardonay όμως οι ψαγμένοι τουρίστες και Έλληνες δοκιμάζουν και εμπιστεύονται τις ντόπιες κρητικές ποικιλίες”. H οικογένεια Λυραράκη είναι επίσης γνωστή και για το ότι ήταν η πρώτη που ανέμιξε μια τοπική ποικιλία Κοτσιφάλι με μια Syrah δίνοντας ένα συναρπαστικό κρασί.  Το 2005 το κτήμα Λυραράκη ασχολείται με το Μανδηλάρι την πλέον δύστροπη ελληνική ποικιλία και το 2007 ανοίγει τις πόρτες του στον κόσμο.  Το κτήμα είναι γνωστό για το Βιδιανό  του και ακολουθούν Βηλάνα, Μοσχάτο Λευκό αλλά και Sauvignon Blanc. Σε ότι αφορά τις ερυθρές ποικιλίες, οι τοπικές Κοτσιφάλι, Μανδηλάρι και Μοσχάτο μαύρο συμπληρώνονται από τις διεθνείς Syrah, Merlot, και Cabernet Sauvignon.

“Το κλίμα της Κρήτης φτιάχνει μεγάλα κρασιά μας λέει ο . Στο εξωτερικό μας δίνουν συγχαρητήρια για το Cabernet ή το Merlot μας για τη φινέτσα τους που θυμίζει Bordeaux. Τα κρασιά του κτήματος έχουν διακριθεί σε πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς και εξάγονται σχεδόν σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες καθώς και στη Β. Αμερική (ΗΠΑ και Καναδά), Αυστραλία και Κίνα. Περίπου το 50 τοις εκατό από τις 200 χιλιάδες φιάλες που παράγει ετησίως το κτήμα ταξιδεύει στο εξωτερικό.

 

ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΔΟΥΛΟΥΦΑΚΗ

Η  αλήθεια είναι ότι  όταν βλέπεις έναν αμπελώνα  από την καρότσα ενός αγροτικού,   έχεις άλλη  αίσθηση του τοπίου.  Οταν δε  ετοιμάζεσαι να κατέβεις από  το χωματόδρομο με την  ιδιαίτερα απότομη κλίση, έχοντας απέναντι σου  διάσπαρτα αμπελοτόπια που  εναλλάσσονται με τους ελαιώνες,  νομίζεις πραγματικά ότι είσαι κάπου αλλού. Ο Νίκος Δουλουφάκης γελά με τα επιφωνήματα μας  και μας ρωτά πονηρά «δεν πιστεύω  να φοβάστε». Εννοείται πώς όχι, άλλωστε  η  ένταση του τοπίου γύρω μας δεν μας αφήνει να σκεφτούμε και πολύ. Σαν να έχει διαβάσει τη σκέψη μας για τον τεμαχισμό  των αμπελότοπων,   ο κ. Δουλουφάκης μας εξηγεί πώς λόγω κληρονομικότητας, ο αμπελώνας  της περιοχής  είναι κατακερματισμένος. Οι κλήροι  είναι μικροί καθώς μοιράζονταν σε όλα τα  παιδιά της οικογένειας. Ο ίδιος διαθέτει 150 στρέμματα, διασκορπισμένα σε  διάφορες περιοχές, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά το κόστος και την οργάνωση, χαρίζει όμως  μεγάλη πολυπλοκότητα στα κρασιά.

Αν και οινολόγος ο ίδιος , με σπουδές οινολογίας στην Ιταλία, επιμένει οτι η δουλειά γίνεται στο αμπέλι,  στο οποίο  περνά και το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του.  Ιδιαίτερα υπερήφανος για τον τόπο καταγωγής του, υποστηρίζει ότι  ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα  του ελληνικού κρασιού   είναι η ιστορία του.  Το brand  της Κρήτης, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα ισχυρό , γεγονός το οποίο θα πρέπει να αξιοποιηθεί ακόμη περισσότερο για την προβολή των νέων ποιοτικών κρασιών που αρχίζουν  πλέον να κατακτούν ολοένα και περισσότερο την αγορά, τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό όπου οι εξαγωγές σε  χώρες όπως η Γαλλία , η  Γερμανία,  το Βέλγιο, η Ολλανδία αλλά και Ηνωμένες Πολιτείες ο Καναδάς και η Κίνα πάνε ιδιαίτερα καλά.  Χωρίς να θεωρηθεί οτι  πρέπει  οι παραγωγοί να μένουν προσκολλημένοι στις  γηγενείς ποικιλίες- απόδειξη η επιτυχία που σημειώνει ο  ερυθρός  Ασπρος Λαγός (cabernet sauvignon),  πιστεύει  πολύ στη δύναμη της ποικιλίας Βιδιανό, που εξελίσσεται στο μεγάλο αστέρι της Κρήτης. «Το Βιδιανό δεν πρέπει να εμφιαλώνεται φρέσκο, το peak  του είναι μετά ένα χρόνο», υποστηρίζει,  «στην Ελλάδα όμως, δεν είμαστε  ακόμη ώριμοι για λευκά παλαίωσης».  Ο ίδιος οινοποιεί το βιδιανό  σε δύο ετικέτες,  τον  Δάφνιο, που είναι απλό βιδιανό δεξαμενής,  και τον  λευκό Άσπρο Λαγό,  βιδιανό περασμένο από βαρέλι.

OINΟΠΟΙΕΙΟ SILVA ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ

Οπαδός της βιοδυναμικής καλλιέργειας, η Ειρήνη Δασκαλάκη, πρέπει να γεννήθηκε όταν είχε πανσέληνο…“Γεμάτη” ενέργεια, ιστορίες, δυναμισμό, φιλοξενία και καλοσύνη η γυναίκα αυτή κλείνει μέσα της όλη την Κρήτη.Σηκώνεται στις 5 το πρωί μόλις “σηκώσει” η  μέρα και τελειώνει νύχτα. Όλα είναι δική της δουλειά από την ετικέτα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.  Πολύτιμος σύμμαχος στο πλευρό της η κόρη της Χαρούλα στην εμφιάλωση και την προώθηση, ο γιος της που σπουδάζει οινολόγος και μία κόρη που ¨”ξεστράτισε” και σπουδάζει κτηνίατρος.  Από το 2003 έχει αρχίσει η ουσιαστική αναβίωση των 80 ιδιόκτητων στρεμμάτων, τα οποία καλλιεργούνται με ολοκληρωμένη βιολογική καλλιέργεια σε εδάφη ασβεστο-αργιλώδη, σε υψόμετρο 400-600 μέτρων. Σε ένα ιδανικό οικοσύστημα – ζώνη ΟΠΑΠ – που ποιοτικά μπορεί να προβάλει τον πλούτο και την ιδιαιτερότητα των κρασιών της Κρήτης, η οικογένεια δίνει έμφαση κυρίως στις τοπικές ποικιλίες όπως Λιάτικο, Μαντηλάρι,Πλυτό  αλλά και σε διεθνείς ποικιλίες κρασιών. Η πρώτη επίσημη εμφιάλωση του οινοποιείου Δασκαλάκη έγινε το 2005 με τα κρασιά ‘Λιάτικο’ ξηρό Π.Ο.Π και ‘Λιαστός’ φυσικός γλυκύς οίνος Ο.Π.Α.Π. Μερικά χρόνια μετά, το 2008, απονεμήθηκε στο οινοποιείο το ‘Μεγάλο Χρυσό’ μετάλλιο με το κρασί Ένστικτο ερυθρό(Syrah-Κοτσιφάλι), παραγωγής του 2006. Ένθερμος υποστηρικτής της βιοδυναμικής καλλιέργειας θεωρεί ότι η ενέργεια που δέχονται τα φυτά ως βαρύτητα από τη γη ή ως κοσμική ακτινοβολία από το διάστημα( ήλιος, σελήνη, πλανήτες, άστρα) έχει πολύ μεγάλη επίδραση στην ανάπτυξή τους. Mάλιστα, η Ειρήνη Δασκαλάκη συμβουλεύεται ένα ημερολόγιο και εκεί αναφέρονται οι ευνοϊκές μέρες και ώρες αλλά και οι αρνητικές για αγροτικές εργασίες, που φυσικά αφορούν το αμπέλι. ’’ η γιαγιά μου έλεγε “σήμερα παιδί μου είναι λίγωση δεν πρέπει να κάνεις κάποια πράγματα π.χ να κλαδέψεις. Πρέπει να τα φυλάξεις για τη γέμωση. Θεωρώ ότι υπάρχει μαγεία και αλήθεια πίσω από τη βιοδυναμική καλλιέργεια ωστόσο δεν μπαίνει στην τιμή δεν μπορείς να το πουλήσεις, πρέπει να βάλεις την ψυχή σου. Το αποτέλεσμα το βλέπω στο αμπέλι. Το οινοποιείο είναι μικρό το βλέπετε αλλά τα κρασιά μας είναι βραβευμένα και αυτό οφείλεται στην βιοδυναμική. Δίνουμε βάρος σε όλα τα στάδια δε. Αν κάνεις σοβαρή δουλειά στο αμπέλι και τη χάσεις στην οινοποίηση τότε δεν έχει νόημα. Και η μέρα και η ώρα έχει σημασία στη δουλειά μας. Χειμώνα καλοκαίρι, ζέστη κρύο, αργά το βράδυ ή αξημέρωτα όταν πρέπει να γίνει η δουλειά την κάνω. Με τη γραβάτα οινοποιός δεν γίνεσαι. Αν δεν βάλεις τα χέρια σου, αν δεν κάτσεις από πάνω, αν δεν ξενυχτήσεις κρασί δεν βγαίνει”

“Μέχρι την κρίση κάθε χρόνο ήμασταν ανοδικά, λέει η Ειρήνη Δασκαλάκη Μπορεί να μην πλουτίσαμε αλλά το προϊόν και η σκληρή μας δουλειά αναγνωρίστηκε. 17 κρασιά έστειλα σε διαγωνισμούς και πήραμε 16 διακρίσεις τι άλλο να θέλουμε. Μετά όμως ήρθε η κρίση και ο φόρος και τώρα είναι αδύνατον να συνεχίσουμε έτσι. Από εμένα που είμαι μικρή μέχρι τον πιο μεγάλο οινοποιό έχουμε τεράστιο πρόβλημα.  —-

ΚΤΗΜΑ ΠΑΤΕΡΙΑΝΑΚΗ

Τυχερός άνθρωπος ο Γιώργος Πατεριανάκης, περιστοιχίζεται από 4 γυναίκες όχι μόνο ικανές αλλά και όμορφες. Μας υποδέχθηκαν με χαμόγελο στο οινοποιείο τους και έστρωσαν ένα τραπέζι με όλα τα καλά. Έτσι είναι η Κρήτη….. Το οινοποιείο Πατεριανάκη είναι οικογενειακή υπόθεση. Τώρα έχει περάσει στα χέρια της Εμμανουέλας και της Νίκης, όμως ο παππούς τους, αμπελουργός ήταν αυτός που πίστεψε στη βιοδυναμική καλλιέργεια και ο πατέρας τους τη συνέχισε κατασκευάζοντας ένα οινοποιείο “βαρύτητας” που δεν καταπονεί το μούστο στα πρώτα στάδια επιτρέποντας του να κατεβαίνει με φυσική ροή. Τα κρασιά του κτήματος χωρίζονται σε τρεις οικογένειες. Ανάλογα με τις ποικιλίες και τα αμπελοτόπια. Τα Local treasures μόνο από γηγενείς ποικιλίες, στα premium  wines όπου  μία ντόπια ποικιλία παντρεύεται με μία γνωστή και στα vintage spirits, πάλι ελληνικές αλλά μόνο από παλιά κλήματα.

“Όταν λες κτήμα Πατεριανάκη εννοείς Μελισσινός, ωστόσο και το Βιδιανό – η λευκή Ντίβα της Κρήτης όπως τη λένε χαρακτηριστικά –  ή το Μοσχάτο Σπίνας, έχει πολύ ζήτηση από τον κόσμο παρόλο που είναι μία νέα ποικιλία, μας εξηγεί η Εμμανουέλα.  Εμένα μ’ αρέσει πολύ από τις λευκές ποικιλίες, το Θραψαθήρι και το Μοσχάτο Σπίνας. Είναι δυο ποικιλίες που δεν τις βρίσκεις σε πολύ μεγάλες ποσότητες στην Κρήτη και δίνουν τρομερά αποτελέσματα. Το Θραψαθήρι δίνει μια μεταλλικότητα, έντονο στομα, πολύ ιδιαίτερα αρώματα και το μοσχάτο δίνει αυτό το τριανταφυλλάκι, είναι ευωδιαστό, ευωδιαστό, ελαφρύ κρασί και μπορεί να γίνει και ξηρός και γλυκός και αφρώδης οίνος και από κόκκινες λατρεύω το κοτσιφάλι και το μανδυλάρι. Αυτοί είναι οι 2 βασιλιάδες της Κρήτης στα κόκκινα.

Στο κτήμα τους αγαπούν το χειρωνακτικό τρύγο, παρά τις δυσκολίες.  Οι συμβουλές του παππού σε σχέση με τη βιοδυναμική καλλιέργεια έχουν τεράστιο ενδιαφέρον. “Το κρασί θέλει χρόνο και υπομονή. Η φιλοσοφία μας είναι αποκλειστικά εμφιαλωμένο κρασί και μένουμε πεισματικά σε αυτό και επίσης να ενισχύσουμε τη βιολογική καλλιέργεια στην Κρήτη. Παράγουμε 120 χιλιάδες φιάλες το χρόνο ενώ εξαγωγές κάνουμε στην Ελβετία, την Κύπρο και την Αμερική. Αν δεν υπήρχε η κρίση τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα αλλά δυστυχώς μας πήγε πίσω στο να εδραιωθούμε στο εξωτερικό, στο εσωτερικό όμως ήταν και μία ευκαιρία για ξεκαθάρισμα. Η μεγάλη πληγή όμως και για εμάς ως παραγωγούς αλλά και για την Κρήτη είναι η αύξηση του χύμα κρασιού που λόγω κρίσης γιγαντώθηκε.

ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΗ

Η γευσιγνωσία κάτω από την ελιά έχει άλλη γλύκα. Δεν χρειάζεσαι ειδική αίθουσα για τις γευσιγνωσίες, αυτό μπορεί να έρθει μετά.   Έχοντας αυτό στο μυαλό του, ο Ζαχαρίας Διαμαντάκης ,  αποφάσισε με τα αδέλφια και τον πατέρα του – αμπελουργοί όλοι-να επενδύσουν  σταδιακά  στον εξοπλισμό του οινοποιείου τους, προχωρώντας βήμα βήμα,  αφού η κρίση τους βρήκε πάνω  στο ξεκίνημα του  νέου   οινοποιείου τους. Δέκα μόλις ημέρες πριν από  την επιβολή των  capital controls  παρέλαβαν  το εμφιαλωτήριο ( μέχρι τότε εμφιάλωναν  στο οινοποιείο Δουλουφάκη). «Λίγο να είχαμε καθυστερήσει  δεν θα το βλέπατε εδώ σήμερα», μας λέει γελώντας. Δίνοντας αρχικά έμφαση στην ανάπτυξη του αμπελώνα τους,  κατάφεραν να συγκεντρώσουν 25 στρέμματα γύρω απο το σημείο που βρίσκεται χτισμένο  το οινοποιείο,  τα οποία ήρθαν συμπληρώσουν τα υπόλοιπα 125 στρέμματα που βρίσκονται διασκορπισμένα σε 30 διαφορετικά σημεία της περιοχής.  Σε υψόμετρο 400 μέτρων στους  ανατολικούς πρόποδες του Ψηλορείτη, ο αμπελώνας αυτός- διαμορφωμένος σε πεζούλες λόγω της μεγάλης  κλίσης του εδάφους- παράγει   Μαντηλάρι, Μαλβαζία και  Chardonnay. Λίγο πιο πάνω, σε υψόμετρο  600 μέτρων, βρισκεται φυτεμένο το Ασύρτικο, το οποίο  συμμετέχει μαζί με το Βιδιανό στο χαρμάνι της λευκής Διαμαντόπετρας , μία απο τις βασικές ετικέτες του  οινοποιείου. «Η Κρήτη μπορεί να δώσει  εξαιρετικό Ασύρτικο», μας τονίζει . «Πιστεύω επίσης στο Μαντηλάρι, ενώ ο χαρακτήρας του Βιδιανού μπορεί να δώσει σπουδαία κρασιά»,.

Οινολόγος ο  ίδιος,  ο Ζαχαρίας Διαμαντάκης μιλά με σιγουριά για τα  μελλοντικά του σχέδια,,  υπογραμμίζοντας οτι στόχος είναι η  σταθεροποίηση του αμπελώνα και η παραγωγή λίγων αλλά ποιοτικών ετικετών. Πέραν της αναγνώρισης των κρασιών της Κρήτης στην ελληνική αγορά, ένα μεγάλο στοίχημα είναι οι εξαγωγές , υπογραμμίζει, δίνοντας έμφαση στην πολύ καλή δουλειά που γίνεται μέσα απο το δίκτυο   Wines of Crete, στο οποίο μετέχουν όλοι οι οινοπαραγωγοί της Κρήτης. Δοκιμάζοντας λευκή  και  ερυθρή Διαμαντόπετρα, τα δύο ισχυρά χαρτιά του οινοποιείου,   διαπιστώσαμε οτι  η γευσιγνωσία κάτω απο την ελιά πράγματι έχει άλλη γλύκα….

 

ΡΟΥΣ ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΤΑΜΙΩΛΑΚΗ

Το οινοποιείο Ταμιωλάκη βρίσκεται σε ένα ύψωμα με θέα που σου κόβει την ανάσα. Χτισμένο με πέτρα που βγήκε από το δυναμίτισμα της πλαγιάς -για να γίνουν φυτεύσεις – γίνεται ένα με το τοπίο. Ο Δημήτρης Μανσόλας και γυναίκα του Μαρία Ταμιωλάκη, νέοι δυναμικοί, όμορφοι άνθρωποι έχουν αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση,  που ξεκίνησε το 1996 ο Μηνάς Ταμιωλάκης, οινολόγος. Ήξερε ότι η περιοχή αυτή που ονομάζεται Βίγλα ή Σκάλα ή Ζούγρα και έδινε πάντα τις καλύτερες εκδοχές των ποικιλιών  Βιλάνα και Κοτσυφάλι ήταν ιδανική για την ανάδειξη των γηγενών ποικιλιών. Πολύς χρόνος, δυναμίτης και γύρω στα 25 συμβόλαια ανταλλαγής με άλλα χωράφια έγιναν μέχρι να φτάσουμε σε αυτό που βλέπουμε σήμερα, δηλαδή 50 στρέμματα αμπελώνα.

“Φυτέψαμε Βιδιανό, Πλυτό, Θραψαθίρι, Δαφνί, και όχι μόνο Βηλάνα Κοτσιφάλι και Μανδηλαριά που ήταν οι γνωστές βασικές ποικιλίες της περιοχής. Βρήκαμε ποικιλίες που ήταν έτοιμες να εξαφανιστούν”, λέει ο Δημήτρης Μανσόλας. Πριν από 3 χρόνια έγινε ανασχεδιασμός της ταυτότητας του οινοποιείου και η επωνυμία τους πλέον είναι Ρους Οινοποιείο Ταμιωλάκη, με παραγωγή 55 χιλιάδες φιάλες το χρόνο και στόχο τα επόμενα χρόνια τις 150 χιλιάδες. Υπάρχει ζήτηση για νέες ποικιλίες ειδικά στην Αμερική και τον Καναδά, λέει ο Δημήτρης. “Πήγαμε, τους εξηγήσαμε τι είναι οι ελληνικές ποικιλίες, πως προφέρονται, ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά τους. Βρίσκουμε και έδαφος σε μια νέα γενιά ποιο ψαγμένη που δοκιμάζει νέα πράγματα, βαρέθηκε να πίνει τα Chardonnnay της Καλιφόρνιας. Η Κρήτη εξάλλου -το επιβεβαιώνω γιατί το άκουσα ο ίδιος στην Αμερική θεωρείται ότι είναι το επόμενο μεγάλο στοίχημα μετά το Aσύρτικο και τη Σαντορίνη.

Το μεγάλο ατού της Κρήτης είναι το έδαφός της. Σου δίνει απίστευτες ποικιλίες. Το βιδιανό είναι ένα από τα δυνατά χαρτιά. Πολύπλευρο μπορεί να δώσει και φρέσκα και βαρελάτα κρασιά με δυνατότητα παλαίωσης. Είναι και η πρώτη Κρητική ποικιλία που φυτεύεται εκτός Κρήτης, στη Βόρειο Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία. Το Μοσχάτο Σπίνας είναι εξαιρετική ποικιλία, ενώ από τα κόκκινα η Μανδηλαριά θα ακουστεί. Λόγω της αλλαγής των κλιματολογικών συνθηκών -ειδικά στην Κρήτη θα έχουμε πρόβλημα- έχουμε ανάγκη από ποικιλίες που ωριμάζουν αργά για να αποφεύγουμε τις ζέστες και η Μανδιλαριά το έχει αυτό και έχει οξύτητες χρώμα δομή όλα τα χαρακτηριστικά μίας μεγάλης ποικιλίας. Στο στόμα σου δίνει την αίσθηση ενός Νεμπιόλο αν και είναι πολύ πιο χρωματισμένη, ενώ στη μύτη και την όψη-χρώμα  θυμίζει SYRAZ.

Θάλεια Καρτάλη – Πηνελόπη Κατσάτου

 

ΠΕΣΚΕΣΙ | ΚΡΗΤΗ | τεύχος 2

Το Πεσκέσι κλείνει μέσα του την παράδοση και τη νοστιμιά της Κρήτης. Οι παραδοσιακές συνταγές του βασίζονται σε αγνά υλικά της κρητικής γης και στις αρχές που διέπουν την αυθεντική κρητική κουζίνα, μια κουζίνα με παράδοση γεύσεων, αρωμάτων και υλικών που ξεκινά από τα προϊστορικά χρόνια και φτάνει μέχρι και σήμερα. Όλα τα άγρια χόρτα και οι χοχλιοί συλλέγονται από τους ίδιους, ενώ τα αυγά και τα λαχανικά είναι ολόφρεσκα από το κτήμα τους, το οποίο καλλιεργούν με μεγάλη αγάπη και φροντίδα. Στα 60 στρέμματα που καλλιεργεί το Πεσκέσι παράγονται παραπάνω από 25 είδη φρούτων και λαχανικών, όπως ντομάτες, αγγούρια, πεπόνια κ.ά. Οι σπόροι που χρησιμοποιούνται ανήκουν σε παραδοσιακές και μοναδικές ποικιλίες της Κρήτης, ενώ τα ζώα και τα πουλερικά είναι ελευθέρας βοσκής και η τροφή τους είναι αποκλειστικά βιολογική. Το κρασί που σερβίρει είναι αποκλειστικά από κρητικά οινοποιεία, ενώ και τα κοκτέιλ είναι διαφορετικά, γιατί φτιάχνονται από παραδοσιακά κρητικά προϊόντα, όπως πετιμέζι, σιρόπι θυμαρίσιου μελιού ή γάλα, και όλα περιέχουν τουλάχιστον ένα κρητικό συστατικό.

 

 

Σαλάτα Παλικάρια ή Ψαροκόλυβα ή Μαγεριά

Υλικά για 4 άτομα:

100 γρ. ρεβίθια

100 γρ. φασόλια

100 γρ. μαναρόλια

100 γρ. φακές

150 γρ. στάρι άσπαστο

Εκτέλεση:

Αποβραδίς μουσκεύουμε τα όσπρια (εκτός από τις φακές). Την επομένη τα βάζουμε όλα μαζί να βράσουν με νερό σε βαθιά κατσαρόλα (εκτός από τις φακές). Μόλις μισοβράσουν, προσθέτουμε τις φακές, αλατίζουμε και αφήνουμε να βράζουν σε χαμηλή φωτιά μέχρι να χυλώσουν.

Υλικά για το dressing:

Ελαιόλαδο

Πετιμέζι

Χυμός λεμονιού

Αλάτι

Πιπέρι

Σερβίρονται με ψιλοκομμένο άνηθο, μαϊντανό και φρέσκο κρεμμυδάκι. Μπορούμε να προσθέσουμε κι άλλα όσπρια της επιλογής μας, αν θέλουμε (π.χ. φασολάκια μαυρομάτικα, φάβα).

Ο Μανώλης Βοζικάκης προτείνει το κρασί Ασπρος Λαγός του Κτήματος Δουλουφάκη

Χρυσοκίτρινο λαμπερό. Ιδιότυπο άρωμα ξηρών καρπών, υπερώριμων φρούτων, ξύλου και γλυκών μπαχαρικών, μέχρι σιναπιού και μουστάρδας. Στόμα πληθωρικό, με ωραίο αλκοόλ, πλούσιο και μαλακό, με το ξύλο να κυριαρχεί έως και υπερβολικά, αφήνοντας όμως περιθώρια εξέλιξης.

Η σαλάτα περιέχει όσπρια με πλούσιο σώμα, οξύτητα και γλυκάδα από το dressing (πετιμέζι, χυμό λεμονιού), που δένουν αρμονικά με τη στρογγυλή, γλυκιά γεύση του βαρελιού και το σώμα του Βιδιανού, δίνοντας ένα συνδυασμό ιδανικό να ξεκινήσει ένα γεύμα.

Λίγα λόγια για το κρασί

«Ασπρος Λαγός» είναι το τοπωνύμιο του αμπελώνα.

Ένα μοναδικό, με γεμάτο σώμα λευκό ξηρό κρασί με νότες βαρελιού.

Δαφνές Ηρακλείου Κρήτης, 350 μ. υψόμετρο. Η κρητική ποικιλία Βιδιανό είχε ξεχαστεί και σχεδόν εξαφανιστεί, αλλά χάρη στις επίμονες προσπάθειες των οινοπαραγωγών της Κρήτης επανήλθε στο προσκήνιο.

Βιδιανό 100%

Κλασική λευκή οινοποίηση με ζύμωση σε βαρέλια. Ζυμώθηκε και ωρίμασε σε βαρέλια για 5 μήνες.

 

ΙΝFO: Κυδωνίας 15, Ηράκλειο Κρήτης

          Κρητική αυθεντική κουζίνα

 

 

 

Ω3 | ΣΙΦΝΟΣ | τεύχος 2

Ένας χώρος τόσος δα, όπου αναδεικνύεται όμως η υψηλή γαστρονομία, έχει κάνει την εμφάνισή του τα τελευταία δύο χρόνια στον Πλατύ Γυαλό της Σίφνου. Με πτυχίο μοριακής βιολογίας, ο Γιώργος Σαμοΐλης, chief chef, μαζί με τον φίλο του Βασίλη Βλαχογεωργάκη αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν ένα fish bar στο κυκλαδίτικο νησί. Τρεις μπάρες με σκαμπό, μια ανάσα από τη θάλασσα, ηλιοβασίλεμα και αλμύρα συνθέτουν το σκηνικό στο Ω3. Τα πιάτα, βασισμένα στα θαλασσινά και στην ψαροφαγία,  συνοδεύονται από εκλεκτά κρασιά.

«Πηχτή» από κεφάλια ψαριών 

Ένα δροσερό καλοκαιρινό κρύο ορεκτικό, ιδανικό για την αξιοποίηση του πιο νόστιμου (για εμάς τους ψαροφαγάδες!) μέρους του ψαριού, δηλαδή του κεφαλιού.

ΥΛΙΚΑ

2 κιλά κεφάλια και κόκαλα ψαριών 
100 γρ. σέλερι
200 γρ. καρότο
400 γρ. κρεμμύδι
2 ροζ γκρέιπφρουτ
λίγα σχοινόπρασα
2-3 κλωνάρια θυμάρι
1 φύλλο δάφνης
λίγοι κόκκοι πιπεριών, ανάμεικτοι
λίγα κλωνάρια μάραθο
αποξηραμένα ή/και φρέσκα φύκια 
1 κ.σ. μαύρο σουσάμι
1 κ.σ. κύμινο 
2 φύλλα ζελατίνης, προαιρετικά 
αλάτι θαλασσινό 
περίπου 3 lt νερό 

ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Καθαρίζουμε το σέλερι, τα καρότα, τα κρεμμύδια και τα κόβουμε σε μικρά κομμάτια. Τα βάζουμε σε βαθιά και στενή κατσαρόλα με 2 λίτρα νερό, να βράσουν, σε χαμηλή φωτιά, για 30 λεπτά με το καπάκι κλειστό. Αφού παρέλθει ο χρόνος, προσθέτουμε τα κεφάλια (καθαρισμένα από βράγχια και λέπια) και τα κόκαλα των ψαριών και ακόμη 1 λίτρο νερό. Συνεχίζουμε το σιγοβράσιμο για 10 λεπτά, αφαιρώντας με τρυπητή κουτάλα τον καφετί αφρό που συσσωρεύεται στην επιφάνεια. Προσθέτουμε τη δάφνη, το θυμάρι, τον μισό μάραθο, τους κόκκους πιπεριών και σιγοβράζουμε για άλλα 15 λεπτά. Σουρώνουμε το ζωμό σε λεπτή σήτα και τον βάζουμε σε μια κατσαρόλα μαζί με το κύμινο, μερικά αποξηραμένα φύκια και αλάτι, και σιγοβράζουμε για επιπλέον 15 λεπτά. Εν τω μεταξύ, αφαιρούμε και κρατάμε από τα κεφάλια τις μπουκιές κρέατος (π.χ. μάγουλα) και τα ζελατινούχα μέρη (π.χ. χείλη, βλέννα γύρω από τα μάτια). 

Σε ξεχωριστά φορμάκια/μπολάκια στρώνουμε στα τοιχώματα κλωνάρια σχοινόπρασου και μάραθου, φρέσκα ή/και αποξηραμένα φύκια. Προσθέτουμε στη συνέχεια μπουκιές από τα κεφάλια των ψαριών, κυβάκια από τη σάρκα των ροζ γκρέιπφρουτ και πασπαλίζουμε με μαύρο σουσάμι. Επαναλαμβάνουμε με στρώσεις σχοινόπρασου, μάραθου και φυκιών και μετά ψαριού και γκρέιπφρουτ. Στο τέλος προσθέτουμε σιγά-σιγά τον ζεστό ακόμη ζωμό (στον οποίο, αν θέλουμε, έχουμε προσθέσει δύο φύλλα ζελατίνης· κανονικά στο ψυγείο ο ζωμός θα πήξει από μόνος του λόγω του φυσικού κολλαγόνου που βρίσκεται στα κεφάλια και τα κόκαλα του ψαριού) μέχρι να καλυφθούν όλα τα στερεά υλικά που βρίσκονται μέσα στο φορμάκι. Τοποθετούμε στο ψυγείο (στη συντήρηση) για όλο το βράδυ.

ΣΕΡΒΙΡΙΣΜΑ
Βγάζουμε από τη συντήρηση τα φορμάκια και κρατάμε το καθένα ξεχωριστά μέσα στην παλάμη μας για να το θερμάνουμε ελαφρώς. Περνάμε ελαφρώς ένα μαχαιράκι περιμετρικά μεταξύ του εσωτερικού της φόρμας και της στερεοποιημένης πλέον πηχτής. Γυρίζουμε ανάποδα το φορμάκι και το ακουμπάμε πάνω στο πιάτο σερβιρίσματος. Κρατώντας το φορμάκι μαζί με το πιάτο, με μια απότομη κίνηση προς τα κάτω ξεφορμάρουμε την πηχτή. Στολίζουμε με φύκια και κλωναράκια μάραθου και τη σερβίρουμε αμέσως μαζί με μισό lime.

Πιάτο με κύρια αρωματικά και γευστικά στοιχεία το ψάρι, το ροζ γκρέιπφρουτ, το κύμινο, το μάραθο και τα φρέσκα φύκια. Διαθέτει πολυπλοκότητα και φινέτσα. Δροσερό και ισορροπημένο πιάτο που ζητάει φρεσκάδα και αντίστοιχη πολυπλοκότητα σε αρωματικές και γευστικές εντάσεις.

Ο sommelier του Ω3, Δημήτρης Δημητρίου, προτείνει για το wine matching τη λευκή ποικιλία Ντεμπίνα από το Κτήμα Γκλίναβος, σε τρεις διαφορετικούς τύπους.

1. KUMQUAT SPRITZ
Liqueur Kumquat, Domaine Glinavos Zitsa Poeme Brut Blanc, Grapefruit peel, fresh fennel & sage.  Ένα δροσερό και τραγανό απεριτίφ με εντάσεις και πολυπλοκότητα, που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ιδανικό ξεκίνημα. Η φρεσκάδα και η καθαρότητα του Poeme δένει με τη λιπαρότητα του ζελέ, τo liqueur Kumquat, το φρέσκο γκρέιπφρουτ, ενώ ο φρέσκος μάραθος και το φασκόμηλο ισορροπούν τον αρωματικό και γευστικό χαρακτήρα του πιάτου, προσφέροντας ευχάριστο bitter τελείωμα.

2. ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ DEBINA SEMI SPARKLING
Δεύτερη επιλογή ως απεριτίφ ο ημιαφρώδης και ημίξηρος οίνος, που θα μπορούσε να συνοδεύσει πολύ ευχάριστα αυτό το πιάτο με τη γλυκύτητά του, τον φρουτώδη χαρακτήρα του και τη φινέτσα του. Λεπτότητα και ισορροπία σε κάθε αρωματική και γευστική ένταση της συνταγής.

3. ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΟΙΝΟΣ
Τελευταία επιλογή, για πιο απαιτητικούς ουρανίσκους, μια ξηρή και ήσυχη οινοποίηση της ποικιλίας. Ξεκάθαρος χαρακτήρας, ηλεκτρική και δροσερή οξύτητα, ντελικάτος και γήινος. Οίνος που μπορεί να συνοδεύσει κάθε αρωματική και γευστική ένταση του πιάτου με τον φρουτώδη χαρακτήρα από πράσινο μήλο, νότες από εσπεριδοειδή, όπως γκρέιπφρουτ, και νοστιμιά από μεταλλικά άλατα που δημιουργούν μια φοβερή αίσθηση σε συνδυασμό με τα φρέσκα φύκια του πιάτου.  

INFO: Παραλία Πλατύς Γιαλός, Σίφνος

             Chef: Γιώργος Σαμοΐλης

 

 

 

CHATEAU LA COSTE | ΓΑΛΛΙΑ | τεύχος 2

Οταν το κρασί παντρεύεται με την τέχνη, το αποτέλεσμα είναι μαγικό. Το διαπιστώσαμε,  όταν, φθάνοντας στο Chateau La Coste,  μερικά χιλιόμετρα έξω από την  Aix en  Provence,  στην Προβηγκία, μας υποδέχθηκε η τεράστια Αράχνη,  εμβληματικό έργο της Louise Bourgeois,  πάνω σε μια λίμνη νερού που διακοσμεί την είσοδο του  Κέντρου Επισκεπτών  του οινοποιείου,  ένα εντυπωσιακό κτίριο σε σχήμα V,  έργο  του αρχιτέκτονα Tadao Ando.

 Η ιδέα γεννήθηκε το 2004  μεσα στον αμπελώνα  του  Chateau La Coste.  Oι ιδιοκτήτες,  Paddy Mc Killen,   και η αδελφή του Μara , αποφάσισαν  να  κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα, δημιουργώντας  έναν τόπο όπου η γη συναντά την Τέχνη.

Το  κτίριο του Κέντρου Eπισκεπτών   περιλαμβάνει  πολλά απο τα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής του Ιάπωνα  Τadao Ando, δημιουργώντας μια μοναδική εμπειρία φωτός  και χώρου μέσα στη φύση. Το στοιχείο του νερού δημουργεί  την  εντύπωση της απεραντοσύνης,  και  τα γεωμερικά σχήματα των τοίχων απο εμφανές μπετόν  δένουν αρμονικά με  τις ελαφρές καμπύλες του αμπελώνα.   «Στη γή του Cezanne   θέλησα να συλλάβω το ίδιο, πολύ ταπεινό πνεύμα ενός  πίνακα  του μεγάλου αυτου ζωγράφου», σημειώνει.

Περιπλανωμένος κανείς μέσα στον αμπελώνα,  συναντά  τα έργα, άλλοτε  εμφανή και άλλοτε κρυμμένα, σε πλήρη αρμονία με τη φύση.  Μέσα στα 180 εκτάρια του κτήματος  βρίσκονται  έργα   δεκάδων καλλιτεχνών , οι οποίοι εκληθησαν απο τους  ιδιοκτήτες να  επιλέξουν ένα σημείο που τους ενέπνεε για να δημιουργήσουν κάτι που θα μπορούσε να «ζήσει» εκεί.Περιπλανωμένος κανείς μέσα στον αμπελώνα,  συναντά  τα έργα, άλλοτε  εμφανή και άλλοτε κρυμμένα, σε πλήρη αρμονία με τη φύση.  Ο  Μεγάλος Κοκκινος Σταυρός του  Jean – Michel Othoniel, η Σταγόνα  του Τom Shannon,  το   εντυπωσιακό  Pavillon   του Tadao Ando   είναι μερικά απο αυτά.

Το παλαιό παραδοσιακό οινοποιείο, κλασσικό δείγμα της αρχιτεκτονικης της  περιοχής  έχει ανακαινισθεί  και  χρησιμοποιείται για εκδηλώσεις και γευσιγνωσίες

Ενα νέο, υπερσύγχρονο  οινοποιείο έχει κατασκευαστεί λίγα μέτρα πιο κάτω,  εργο  του Γάλλου αρχιτέκτονα Jean Nouvel,. Δύο  θολωτά κτίρια, κατασκευασμένοι απο  αλουμίνιο και  ατσάλι, σε σχήμα βαρελιού,  στεγάζουν τις δεξαμενές και το κελάρι , σχεδιασμένοι για να αντικατοπτρίζουν  τον καυτό ήλιο της Προβηγκίας , διατηρώντας παράλληλα  δροσερές θερμοκρασίες στο εσωτερικό

Εκεί   οινοποιούνται τα κρασιά του  Chateau La Coste,  λευκά, ερυθρά και ροζέ,  κυρίως απο τις ποικιλίες απο τον  οινολόγο Matthieu Cosse, ακολουθώντας πρακτικές οινοποίησης  που συνδυάζουν την παράδοση με την σύγχρονη τεχνολογία.

Ο αμπελώνας,  καλλιεργείται με βάση τις πρακτικές της βιοδυναμικής  καλλιέργειας.

 

 

VASSALTIS VINEYARDS | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Ένας νέος, κοσμοπολίτης επιχειρηματίας με κατοχή γης στη Σαντορίνη, δύο νέοι διακεκριμένοι οινολόγοι με εμπειρία στο νησί, οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι και ένας από τους συγκλονιστικότερους αμπελώνες στον πλανήτη. Αυτά ήταν τα συστατικά της επιτυχίας του Vassaltis Vineyards, του νεότερου οινοποιείου της Σαντορίνης.

Η οικονομική κρίση δεν πτόησε τον Γιάννη Βαλαμπούς ιδρυτή τουVassaltis Vineyards. Φαίνεται ότι το μεταπτυχιακό του στη διαχείριση επενδύσεων αλλά και η προϋπηρεσία του σε διάφορους χρηματοοικονομικούς οίκους του εξωτερικού τον θωράκισαν με την απαραίτητη θεωρητική κατάρτιση ενώ η τόλμη και η τύχη που είχε με το μέρος του έπαιξαν επίσης το ρόλο τους. Εξάλλου τύχη δεν θεωρείται να κατέχεις 40 στρέμματα αμπελώνων στη Σαντορίνη, ένα από τα μοναδικότερα –και ακριβότερα- οινοπέδια της Ευρώπης;

Δίπλα του δύο νέοι επιστήμονες που προσέφεραν τις οινολογικές τους γνώσεις αλλά και την εμπειρία που είχαν στο νησί στην αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποίηση. Ο Ηλίας Ρουσσάκης με σπουδές στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Montpellier και ο Γιάννης Παπαοικονόμου με οινοποιητικές εμπειρίες σε Χιλή, Νέα Ζηλανδία και Ροδανό της νοτίου Γαλλίας αποτέλεσαν μια δυναμική ομάδα παραγωγής με επιπλέον όπλο την εμπειρία αμφοτέρων σε κορυφαία Κτήματα της Σαντορίνης όπως των Σιγάλα και Χατζηδάκη. Πολλές εμπειρίες, πολλές εικόνες, πολύ όρεξη, πολύ αγάπη για το κρασί και τη Σαντορίνη. Το αποτέλεσμα; Εκρηκτικό. Ηφαιστιακό. Βασάλτης!

Το πανέμορφο, ολοκαίνουριο κτίριο του οινοποιείου στο Βουρβούλο ακολουθεί τις λιτές γραμμές της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και ολοκληρώθηκε μόλις την άνοιξη του 2016. Είναι πλήρως λειτουργικό και επισκέψιμο, αφού εκτός από αίθουσα γευσιγνωσίας και πωλητήριο υπάρχει επίσης υποδομή για την μελλοντική λειτουργία εστιατορίου. Δίνεται έτσι –ορθώς- μεγάλη έμφαση στον τουρισμό του νησιού, που ξεπερνάει τους 2.000.000 επισκέπτες το χρόνο. Εξάλλου, οι πωλήσεις που προκύπτουν στα οινοποιεία της Σαντορίνης αποτελούν την πιο άμεση και αποτελεσματική διαφήμιση της σπουδαίας δουλειάς τους και της μοναδικότητας του αμπελώνα. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το κρασί της Σαντορίνης τόσο ξεχωριστό;

ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΟΙΝΟΠΕΔΙΟ

Η Σαντορίνη όπως την ξέρουμε σήμερα προέκυψε μετά την δεύτερη μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη στην ανθρώπινη ιστορία το 1.613 π.Χ., με αποτέλεσμα την καταστροφή του Κυκλαδικού πολιτισμού αλλά και του προϊστορικού αμπελώνα. Το νησί κατοικήθηκε ξανά γύρω στα 1.200 π.Χ., οπότε και ξαναδημιουργήθηκε ο αμπελώνας στο νέο ηφαιστειακό έδαφος. Δεν είναι υπερβολή να χαρακτηρίσουμε τον αμπελώνα της Σαντορίνης αμπελώνα “ηλικίας 3.000 ετών”, δεδομένου ότι από τότε μέχρι σήμερα καλλιεργείται χωρίς διακοπή. Το έδαφος είναι ένα εκπληκτικό και σπάνιο μίγμα εδαφών από στάχτη, λάβα και ελαφρόπετρα και χαρίζει στα κρασιά ένα μοναδικό χαρακτήρα ορυκτότητας και αλμύρας. Μάλιστα, το βαθύ αμμώδες έδαφος της Σαντορίνης δημιουργεί εχθρικό περιβάλλον για την ανάπτυξη της φυλλοξήρας και έτσι τα κλήματα της Σαντορίνης είναι από τα λιγοστά αυτόριζα αμπέλια του κόσμου, πολλές φορές με ηλικία άνω των εκατό ετών.

Το πολύτιμο σταφύλι του Vassaltis Vineyards προέρχεται από 290 στρέμματα αμπελώνων. Από αυτά τα 40 είναι ιδιόκτητα (εκ των οποίων 15 στρέμματα φυτεύτηκαν εκ νέου και 25 στρέμματα βελτιώθηκαν), τα 50 είναι νοικιασμένα και καλλιεργούνται από τους ίδιους, ενώ το οινοποιείο δέχεται επίσης την πρώτη ύλη από συνεργαζόμενους αμπελώνες 200 στρεμμάτων. Φυσικά η πρόσβαση σε επιπλέον πρώτη ύλη τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο δύσκολη, κάτι που καθιστά την πλήρωση της δυναμικότητας των 100.000 φιαλών του οινοποιείου αρκετά δύσκολη.

ΤΑ ΚΡΑΣΙΑ

Καθώς οι άνθρωποι του Vassaltis Vineyards γνωρίζουν και σέβονται τον αμπελώνα που υπηρετούν, έχουν δημιουργήσει κρασιά που μεταφέρουν ανόθευτες όλες τις αρετές της Σαντορίνης σε κάθε φιάλη Vassaltis που εμφιαλώνουν. Τα κρασιά Vassaltis δεν κυνηγούν τις οινικές μόδες, τον εντυπωσιασμό και τις γευστικές ευκολίες αλλά την ουσία και την κομψότητα. Κάθε αμπέλι τρυγείται και οινοποιείται ξεχωριστά ώστε να εξερευνηθεί η δυναμική του και στη συνέχεια αναμιγνύεται με τα υπόλοιπα ώστε να προκύψουν κρασιά με ισορροπία και δύναμη.

Αυτή τη στιγμή διατίθενται τέσσερα λευκά κρασιά, ενώ σύντομα αναμένεται και το ερυθρό ξηρό Vassanos από Μανδηλαριά. Τα λευκά κρασιά είναι όλα ξεχωριστά: Το Αηδάνι 2015 με αρώματα λευκόσαρκου ροδάκινου, mango, πεπονιού και τριανταφυλλένιες νότες είναι το πιο εξωστρεφές λευκό της συλλογής. Ο Nassitis (90% Αθήρι και Αηδάνι, 10% Ασύρτικο) του 2015 με αυστηρή, ορυκτή μύτη και πιο ζεστό, τροπικό στόμα προσφέρεται σαν ένα πανέμορφο εισαγωγικό κρασί για τους λιγότερο μυημένους στο Ασύρτικο. Η Santorini (Ασύρτικο) του 2015 είναι μια ατσάλινη, τυπική, ορυκτή Σαντορίνη με μοναδική ισορροπία και διάρκεια και τη γνωστή τονισμένη οξύτητα του Ασύρτικου να καλεί για συνοδεία πελαγίσιων ψαριών και οστράκων. Η περσινή Santorini (Ασύρτικο) του 2014 έχει αναπτύξει ένα μοναδικό χαρακτήρα που θυμίζει Αλσατικά Riesling με ανάμικτες νότες λεμονιού, petrol και καουτσούκ και υψηλή οξύτητα. Τέλος, η Santorini Barrel Aged (Ασύρτικο) του 2015 οινοποιήθηκε με υποδειγματική χρήση του βαρελιού με τις νότες βανίλιας, φουντουκιού και δρυός να βγαίνουν με τη μορφή λιπαρότητας κυρίως στο στόμα, ενώ η μύτη κρατάει τον αυστηρό, ατσάλινο χαρακτήρα του Ασύρτικου. Τέλεια για πιάτα τρούφας, καπνιστού σολωμού και λευκών κρεάτων!

Το ολοκαίνουριο οινοποιείο Vassaltis Vineyards ήρθε σαν καυτή ηφαιστιακή λάβα να ταράξει τα νερά του ελληνικού κρασιού, με τρόπο υποδειγματικό. Η δύσκολη δουλειά των φυτεύσεων, των επενδύσεων και της δημιουργίας έχει ήδη γίνει από τον Γιάννη, την Ηλία και το Γιάννη. Σε εμάς έμειναν τα εύκολα: η απόλαυση των κρασιών τους με τα πολύγωνα πετρώματα Βασάλτη στην ετικέτα, ιδανικά στο υπέροχο οινοποιείο τους στον Βουρβούλο της Σαντορίνης με την μαγευτική θέα προς το αιώνιο Αιγαίο!

ΠΡΟΒΗΓΚΙΑ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΡΟΖΕ | ΤΟΥ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΥ, DIP WSET | τεύχος 2

Λεβάντες, ελαιώνες, ηλιοτρόπια και αμπέλια συνθέτουν το τοπίο στη γη της Προβηγκίας ανάμεσα στις γαλλικές Άλπεις και τη θάλασσα της Μεσογείου.  Την εικόνα συμπληρώνει η Γαλλική Ριβιέρα .Ωστόσο, η ταυτότητα της Προβηγκίας , δεν θα ήταν ποτέ πλήρης χωρίς το γαστρονομικό σήμα-κατατεθέν της, τα διάσημα ροζέ κρασιά της με το απαλό χρώμα της κρεμμυδόφλουδας.

Την επόμενη φορά που θα νοιώσετε τύψεις επειδή χρησιμοποιήσατε τα ροζέ της Προβηγκίας σαν μοντέλο για να περιγράψετε ένα ελληνικό ροζέ, ξανασκεφτείτε το! Η Προβηγκία -η παλαιότερη οινοπαραγωγική ζώνη της Γαλλίας- πάνω από 140 εκατομμύρια φιάλες ροζέ το χρόνο, δηλαδή το 35% ολόκληρης της Γαλλίας και κάτι λιγότερο από 6% της παγκόσμιας παραγωγής. Δεν είναι μόνο η παράδοση δεκαετιών της περιοχής που εξηγεί την εξάπλωση αυτού του υπέροχου και εξόχως ευέλικτου κρασιού αλλά επίσης το θερμό κλίμα που ευνοεί την κατανάλωσή του. Το δε στυλ των ροζέ της περιοχής επιτάσει απαλό χρώμα, ήπια αρώματα –με συνέπεια εξαιρετικά ταιριάσματα με πολλά φαγητά- και λιπαρό σώμα με τη χρήση battonage κατά την οινοποίηση.

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Ο καιρός στην Προβηγκία είναι Μεσογειακός, πολύ παρόμοιος με αυτόν της Ελλάδας. Ήπιοι χειμώνες, πολύ ζεστά καλοκαίρια με ελάχιστη βροχή και υψηλή ηλιοφάνεια. Την διαφορά κάνει ο Mistral (στα ελληνικά Μαΐστρος), ένας βίαιος, παγωμένος άνεμος που μπορεί να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά του. Φυσάει από βορειοδυτικά προς τη Μεσόγειο, και πολλές φορές ξεριζώνει αμπέλια και άλλες καλλιέργειες στο πέρασμά του. Όμως σε αυτόν οφείλονται τα φανταστικά κρασιά της περιοχής καθώς καθαρίζει την ατμόσφαιρα, απομακρύνει τα σύννεφα και τις ασθένειες από τα φυτά, στεγνώνει το αμπέλι από τη βροχή ενώ αφήνει πίσω του ένα καθαρό, φρέσκο αέρα και φωτεινές, ηλιόλουστες μέρες ιδανικές για την σωστή ωρίμανση των σταφυλιών.

OI ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Τα κρασιά της Προβηγκίας είναι σχεδόν πάντα χαρμάνια. Τα λευκά κρασιά φτιάχνονται από αμέτρητους συνδυασμούς των ποικιλιών Rolle, Ugni Blanc, Bourboulenc, Clairette, Marsanne, Roussanne, Grenache Blanc και διεθνών ποικιλιών, ενώ τα ροζέ και τα ερυθρά κρασιά φτιάχνονται από Mourvedre, Grenache Noir, Cinsault, Syrah, Carignan, Counoise, Tannat και Cabernet Sauvignon. Θα τα ανακαλύψουμε δοκιμάζοντας!

Νοικιάζουμε αυτοκίνητο και ξεκινάμε το οδοιπορικό μας από τη Μασσαλία προς τα ανατολικά, με προορισμό το Saint-Tropez με την Κυανή Ακτή στο δεξί μας χέρι. Σαράντα λεπτά οδήγησης χρειάζονται για να φτάσει κανείς στο πετρόχτιστο Domaine du Gros’Nore του Alain Pascal με τον αμφιθεατρικό αμπελώνα και τη θέα προς τη Μεσόγειο. Ο Alain φτιάχνει υπέροχα λευκά, ροζέ και ερυθρά χαρμάνια Bandol από κλήματα 30 ετών με βάση το Ugni Blanc και το Mourvèdre. Σε απόσταση 20 λεπτών βρίσκεται το Domaine de Terrebrune όπου δοκιμάζουμε τα αιθέρια, ανθώδη ροζέ Bandol του Reynald Delille. Διανυκτέρευση στην κοντινή, ιστορική Toulon με πρωϊνή βόλτα στην προκυμαία αλλά και στην ανοιχτή λαϊκή αγορά Cours Lafayette για να κάνουμε χάζι τα πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά της Προβηγκίας.

Από την Toulon μέχρι το Saint-Tropez συναντάμε τρία οινοποιεία που αξίζει να επισκεφτούμε: Clos Mireille – Domaines Ott, Château Léoube και Château de Chausse. Η βόλτα και ο καφές στο λιμάνι του Saint-Tropez είναι απαραίτητα, με το απαράμιλλης ομορφιάς τοπίο και τη γνωστή κοσμοπολίτικη αύρα. Την επόμενη μέρα επισκεπτόμαστε το βγαλμένο από τα παραμύθια Château d’Esclans και απολαμβάνουμε μια μοναδική συλλογή με επίκεντρο τέσσερα ροζέ κρασιά. Από το πασίγνωστο Whispering Angel μέχρι το Garrus, το πανάκριβο (περίπου 100 ευρώ) και εκ των κορυφαίων ροζέ ολόκληρης της Προβηγκίας από ιδιόκτητα αμπέλια 80 χρόνων από τις ποικιλίες Grenache και Rolle.

Από εδώ είτε συνεχίζουμε παραλιακά για Κάννες – Νίκαια – Μονακό, είτε επιστρέφουμε στη Μασσαλία. Την επόμενη μέρα που έχουμε διαθέσιμη για οινοτουρισμό, διαλέγουμε το Mas de Cadenet στο Trets της οικογένειας Négrel και δοκιμάζουμε κρασιά από αμπέλια 35-70 ετών. Μισή ώρα αργότερα βρισκόμαστε και δοκιμάζουμε στο μυθικό Château Vignelaure, ενώ οι λάτρεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής θα αποζημιωθούν πλήρως στο πρωτοποριακό Château La Coste. Επιστρέψτε στη Μασσαλία περνώντας από την Aix en Provence και το tasting room της οικογένειας Perrin του Chateau de Beaucastel από το Ροδανό ώστε να δοκιμάσετε τα κρασιά του διάσημου –λόγω των ιδιοκτητών του Brad Pitt και Angelina Jolie- Chateau de Miraval, αφού το τελευταίο δεν είναι επισκέψιμο.

Επιστροφή στην ιστορική Μασσαλία όπου θα απολαύσουμε το παλιό λιμάνι, το φρούριο, τους καθεδρικούς ναούς, τα μουσεία, την παλιά πόλη… αλλά και την φανταστική της κουζίνα. Μια πόλη που ιδρύθηκε από Έλληνες πριν 2.600 χρόνια, τότε που εκείνοι έφεραν εδώ το αμπέλι και το κρασί.

ΣΤHN KOYZINA ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ

Σε ολόκληρη την Προβηγκία συναντάμε μια κουζίνα που μοιάζει συναισθηματικά με την Ελληνική, αλλά έχει μια δική της ξεχωριστή ταυτότητα. Για τους ψαροφάγους η μπουγιαμπέσα με ποικιλία ψαριών και μυδιών είναι το πασίγνωστο πιάτο της περιοχής και σερβίρεται συνοδεία του rouille, μιας πληθωρικής σάλτσας με βάση το ελαιόλαδο και το σκόρδο. Τα λιπαρά ροζέ κρασιά της περιοχής θα κρατήσουν κόντρα στο πιάτο, ενώ το ήπιο άρωμά τους θα κάνει διάλογο με το σκόρδο. Οι φίλοι του κρέατος πάντως αλλά και τον κόκκινων κρασιών δεν θα μείνουν παραπονεμένοι, αφού το πιάτο με το όνομα Daube περιλαμβάνει τρυφερό μοσχάρι βρασμένο σε κρασί και βότανα. Το Ratatouille λαχανικών, αντίστοιχο με το δικό μας τουρλού αποτελεί εξαιρετικό καλοκαιρινό πιάτο ιδανικό για συνοδεία ροζέ κρασιών, ενώ η πράσινη κρύα ή ζεστή σούπα Soupe au pistou βασισμένη στο βασιλικό καλεί στο ποτήρι μας τα υπέροχα λευκά χαρμάνια από Rolle, Ugni Blanc και άλλες τοπικές λευκές ποικιλίες.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΜΕ;

Αν δεν σας πειράζει η θερινή ζέστη και τα πλήθη των τουριστών, το καλοκαίρι θα σας αποζημιώσει με τις μυρωδιές και το υπέροχο θέαμα της ανθισμένης λεβάντας! Οι ενδιάμεσες εποχές (φθινόπωρο-άνοιξη) πάντως δημιουργούν τις ιδανικές καιρικές συνθήκες για μια αξέχαστη εκδρομή. Η πρόσβαση είναι εύκολη, με απευθείας πτήσεις από την Αθήνα στη Μασσαλία και διάρκεια ταξιδιού λιγότερο από τρεις ώρες.

ΜΑΡΙΑ ΝΑΥΠΛΙΩΤΟΥ | ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ ΚΑΤΣΑΤΟΥ | τεύχος 2

 Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει “να φοβάσαι τις γυναίκες που λένε την ηλικία τους” . Η Μαρία Ναυπλιώτου, ωστόσο  δεν έχει κανένα λόγο να κρύψει την ηλικία της αφού πνεύμα, ομορφιά και καταγωγή δημιουργούν ένα εκρηκτικό χαρμάνι για να μιλήσουμε και με όρους κρασιού. Στο Villa Grigio, μιλήσαμε για κρασιά, ιστορίες από την Κρήτη αλλά και την εμμονή του Έλληνα για τα μπουζούκια

 

To καλοκαιρινό μας τεύχος έχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι αφιερωμένο στην Κρήτη. Η καταγωγή σου είναι από εκεί. Πόσο κρητικά είσαι

Η Κρήτη έχει πολύ δύναμη. Και εγώ κουβαλάω πολύ Κρήτη μέσα μου, το άλλο μου μισό είναι από τις Κυκλάδες. Η μητέρα μου ήταν από ένα χωριό στους πρόποδες του Ψηλορείτη. Δεν ξεχνώ τον παππού μου τον Νίκο να γυρνά το μεσημέρι από τα χωράφια, να βάζει μαζί με το φαγητό του τον μαρουβά, – έτσι τον έλεγε νομίζω, – ένα κρασί, άλλοτε θολό, άλλοτε ποιο καθαρό, το οποίο όμως ήταν πάρα πολύ γευστικό.  Το κρασί αυτό το έφτιαχναν στα σπίτια τους και δεν ήταν πολυτέλεια, αλλά καθημερινότητα, είδος πρώτης ανάγκης όπως είχαν και το ελαιόλαδο. Ήταν ένα ποτό που αφορούσε και τη θρέψη, έπινε ο παππούς μου ένα ποτηράκι μικρό με το φαγητό του για να πάρει δύναμη να συνεχίσει, ήταν απαραίτητο για τη ζωή τους. Ήταν όμως και συντροφιά το κρασί αυτό όταν μαζεύονταν όλοι μαζί για να πούνε τα τραγούδια τους και να διασκεδάσουν.

Ποια είναι η σχέση σου με το κρασί.

 Το κρασί το λατρεύω. Ωστόσο κρατάω τη σχέση μας σε ερασιτεχνικό επίπεδο.  Πεθαίνω όμως για τις βραδιές που κάνω τον οινογνώστη βοηθώντας τους φίλους μου τον Δημήτρη και την Ειρήνη που άνοιξαν αυτό το μαγαζί το Villa Grigio  να διαλέξουν τα καλύτερο Merlot. Mου αρέσει να δοκιμάζω τα πάντα, αν και έχω καταλήξει στο ποια κρασιά μου αρέσουν περισσότερο. Από τα λευκά μου αρέσουν πολύ τα saunignon blanc, τα Ασύρτικα της Σαντορίνης ή το Βιδιανό από την Κρήτη. Από κόκκινα μου αρέσουν πολύ τα Μerlot και τώρα τελευταία έχω αρχίσει να ανακαλύπτω τα Ροζέ. Πριν από δύο χρόνια είχα πάει στην Αβινιόν για να παρακολουθήσω το διάσημο φεστιβάλ θεάτρου που γίνεται εκεί. Πήγα με έναν  καλό μου φίλο και σκηνοθέτη Γάλλο. Ολοι οι Γάλλοι ξέρουν να πίνουν κρασί είναι τρομερό. Με μύησε λοιπόν στο γαλλικό Ροζέ ένα πολύ φίνο κρασί και από τότε έχω εθιστεί ….

 Ακριβό ή φθηνό κρασί έχει διαφορά?

Κακά τα ψέματα. Όσο πίνει καλά κρασιά κάποιος καλομαθαίνει, παρόλο που είμαι ερασιτέχνης. Το καταλαβαίνεις αμέσως, από το πως σκάει στον ουρανίσκο σου.Όμως θέλω να σου πω ότι και στην Κρήτη, στο απλό αυτό κρασί που φτιάχνει ο καθένας σπίτι του, οι γεύσεις δένουν με τα προϊόντα του τόπου, τις μυρωδιές της φύσης. Εκεί, καμιά φορά δεν σηκώνει να ανοίξεις ένα ακριβό κρασί. Δεν είναι ωραίο. Δεν πάει με τη μυζήθρα, με τις ελιές.

Στήνεις σκηνικά για να ανοίξεις ένα καλό μπουκάλι κρασί

Βεβαίως. Ένα σκηνικό είναι όταν όπως σου είπα ο φίλος μου ο Δημήτρης πρέπει να διαλέξει τα κρασιά του,  τις ετικέτες. Αυτό είναι μία καταπληκτική στιγμή για μένα. Ως δήθεν  τάχα μου ειδικός, παίρνω μέρος σε αυτές τις οινογνωσίες. Επίσης, λατρεύω να μαγειρεύω και να πίνω ένα ποτήρι κρασί  την ώρα που μαγειρεύω. Είναι και αυτό ένα σκηνικό.

Μαγειρεύεις?

Ναί μαγειρεύω πολύ και έχω αρχίσει να καταλαβαίνω και λίγα πράγματα από τη σχέση κρασιού και φαγητού. Πως μπορεί να δένει αλλά και πως μπορεί να κοντράρεται μερικές φορές. Είναι κάποιες φορές που δεν κατεβαίνει. Αγαπώ επίσης πολύ κάποια σοβαρά περιοδικά που σου προτείνουν πάντα το κατάλληλο κρασί για τη συνταγή που φτιάχνεις.

Αγαπημένος καλοκαιρινός προορισμός

Αγαπώ πολύ το Αιγαίο. Αγαπώ πολύ την ξεραΐλα, την αγριάδα και τη γαλήνη της θάλασσας. Αυτά τα τρομερά μπουρίνια που ξεσπούν και το ίδιο ξαφνικά μετά είσαι μόνο εσύ και ο θεός. Επίσης αγαπώ πολύ τη Γαλλία και την Ιταλία.

Ο Τάσος Μπουλμέτης στο προηγούμενο τεύχος μας μίλησε για τη βουλημικότητα της ελληνικής κοινωνίας που καταβροχθίζει τα πάντα. Είχες τις προϋποθέσεις και ως πολύ καλή χορεύτρια και ηθοποιός να φύγεις. Γιατί δεν το έκανες;

Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να ζήσω εκτός Ελλάδας. Σίγουρα τα πράγματα είναι δύσκολα τώρα με την κρίση, αλλά πιστεύω ότι ακόμα χειρότερη περίοδος ήταν η δεκαετία του 90. Τότε που όλοι καταβρόχθιζαν -όπως λέει ο Τάσος Μπουλμέτης-, ασύστολα και χωρίς φειδώ τα πάντα, για μένα τότε ήταν η πλέον τραγική στιγμή της Ελληνικής κοινωνίας. Τότε που χωρίς καμία υποδομή, χωρίς καμία παιδεία και καλλιέργεια θεωρήσαμε ότι είμαστε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είμαστε. Σαφώς, δεν εννοώ ότι αυτή την περίοδος της κρίσης που η ελληνική κοινωνία ευτελίζεται και εξευτελίζεται οικονομικά και όχι μόνο  είναι εύκολη. Διάβαζα ότι καταργούνται οι θεατρολόγοι από τα σχολειά, σε λίγο θα καταργηθούν και οι γυμναστές – θα γίνουμε ένα κράτος φτωχών και απαίδευτων, Παρόλο τον τεράστιο πόνο των ανθρώπων όμως που έχουν φτάσει όχι στα όρια αλλά στην φτώχεια, κρύβεται μία ευκαιρία, αν την καταλάβουμε να χαράξουμε έναν καινούργιο δρόμο. Δεν είμαι πολύ αισιόδοξη ότι θα το κάνουμε, λέω ότι υπάρχει εκεί η ευκαιρία.

 Που το βλέπεις αυτό το φως στο τούνελ στον δικό σου χώρο.

Να κάτι πολύ ελπιδοφόρο για μένα. Έκλεισαν τα μπουζούκια λόγω κρίσης και οι άνθρωποι έρχονται στο θέατρο. Αυτό είναι γεγονός και είναι απίστευτο ότι τα θέατρα είναι γεμάτα.Και δεν έχω τίποτα με τα μπουζούκια ή με το λαικό τραγούδι, όμως το να καταναλώνεται ένας λαός μόνο σε αυτό το πράγμα τον κάνει εμονικό, μανιακό κάτι τρέχει. Δεν μπορεί να κάνεις μόνο ένα πράγμα. Δεν μπορούν μόνο τα μπουζούκια να γεμίζουν όλη την ανάγκη σου για ψυχαγωγία. Άσε που και κτιριακά τα μπουζούκια γίνονται τώρα θέατρα.

 Σχέδια επαγγελματικά?

Τώρα θα κάνω μία ταινία που θα σκηνοθετήσει ο Θοδωρής Αθερίδης και το χειμώνα θα κάνω το Ημέρωμα της Στρίγγλας με το Βασίλη Χαραλαμπόπουλο σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.

 Πως είναι να κουβαλάς το ωραιότερη Ελληνίδα?

Παλαιότερα με ενοχλούσε πολύ. Σκεφτόμουν, τόσο κόπο έκανα γιατί δεν λένε κάτι για την υποκριτική μου. Μετά ωστόσο άρχισα να σκέφτομαι ότι η ομορφιά δεν είναι μονοδιάστατη και μπορούν να βλέπουν και κάτι άλλο όχι μόνο τα ωραία μάτια. Και αυτό αν το σκεφτείς δεν είναι καθόλου κακό. Επίσης, όσο μεγαλώνω λέω και ευχαριστώ όταν μου λένε ότι είμαι όμορφη. Έμαθα πια στα 47 μου χρόνια να λέω ευχαριστώ πολύ για πόσο εξάλλου ακόμα θα μου το λένε…

 

 

 

ΛΕΥΚΑ ΟΧΙ ΠΙΑ ΜΟΝΟ ΦΡΕΣΚΑ | ΤΟΥ ΚΩΝ. ΛΑΖΑΡΑΚΗ, MW | τεύχος 1

Δεν είναι η πρώτη φορά που πέφτει τέτοιο τηλέφωνο στην εταιρία εμπορίας κρασιών. Είναι αρχή του χρόνου, αν όχι Ιανουάριος τότε σίγουρα Φεβρουάριος, και ακούμε το εξής: «μήπως έχετε λευκά κρασιά της χρονιάς του 2016»? Η σιωπή από την άλλη άκρη της γραμμής σπάει, μετά από λίγο, από την ερώτηση: «γιατί»? «Γιατί μας έχουν πει πως το λευκό κρασί πρέπει να πίνεται την χρονιά παραγωγής του, άρα αφού έχουμε 2016, τότε πρέπει να πίνουμε κρασιά λευκά του 2016»!

Ακόμη και στο νότιο ημισφαίριο, που κάνουν τρύγο έξι μήνες πριν από εμάς, τα σταφύλια δεν έχουν ακόμη μαζευτεί από το αμπέλι.Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που κάνουμε οι Έλληνες με το κρασί είναι το ότι πιστεύουμε πως τα λευκά κρασιά, ειδικά τα Ελληνικά λευκά κρασιά, δεν παλαιώνουν. Τίποτε δεν είναι πιο μακριά από την αλήθεια.

Η Ελλάδα είναι τυχερή που έχει πολυάριθμες λευκές ποικιλίες υψηλής ποιότητας, αρκετές με δυνατότητα παλαίωσης. Το Ασύρτικο ίσως οδηγεί την κούρσα, με πολλές Σαντορίνες δέκα και πλέον Μαΐων να βάζουν κάτω Chablis Grand Cru με τιμή πολλαπλάσια. Όμως, υπάρχουν αρκετά κρασιά από Μαλαγουζιά, ορεινό Ροδίτη, Σαββατιανό, ακόμη και Ρομπόλα και Βηλάνα, που είναι σε εξαιρετική φόρμα ακόμη και μετά τα πέμπτα γενέθλιά τους, αρκεί να προέρχονται από παραγωγό που ξέρει τι κάνει και δουλεύει σκληρά αλλά και με υπομονή στο αμπέλι και στο κελάρι. Για Ελληνικά κρασιά από Γαλλικές ποικιλίες, όπως το Sauvignon Blanc και το Chardonnay, ειδικά για τα κρασιά που έχουν ωριμάσει σε βαρέλι, η κουβέντα αγγίζει τα όρια του αυταποδείκτου.

Ας σας δώσω ένα παράδειγμα από το Μοσχοφίλερο. Ακόμη και οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί των παλαιωμένων λευκών θα βάλουν ένα ερωτηματικό στο Μοσχοφίλερο. «Είναι μια αρωματική ποικιλία που σίγουρα θέλουμε να την πιούμε φρέσκια και μόνο έτσι». Το 2013 ήρθαν στην Ελλάδα για επίσκεψη, 25 Masters of Wine έμειναν στην χώρα μας για μια εβδομάδα και δοκίμασαν πάνω από 350 κρασιά, από όλες τις περιοχές. Κάποιο βράδυ στο Ναύπλιο είχαμε οργανώσει ένα δείπνο που το είχαμε ονομάσει “The Moschofilero Dinner” αφού θα δείχναμε μόνο Μοσχοφίλερο. Όταν μίλαγα με τους παραγωγούς για το τι κρασιά θα δείξουμε, ο Γιάννης Βογιατζής, ο Διευθύνοντας Σύμβουλος της Μπουτάρης Οινοποιητική, μου πρότεινε να φέρει το Μοσχοφίλερο Μπουτάρη του 2012, αλλά και μια πιο παλιά χρονιά. Το μυαλό μου πήγε σε ένα 2011, άντε ένα 2010.

Όταν φτάσαμε στο εστιατόριο, πήγα να δω τα κρασιά που είχαν έρθει, είδα και το κρασί που μου είχε πει ο Γιάννής και πάγωσα. Ήταν της εσοδείας του 1997 – ένα Μοσχοφίλερο 16 ετών. Όταν το δοκίμασα, δηλαδή ελάχιστα δευτερόλεπτα από την στιγμή που το είδα, η καρδιά μου πήγε στην θέση της, γιατί κατάλαβα πως ήταν μια κίνηση-μάτ, αλλά και ταυτόχρονα φτερούγησε, αφού το κρασί ήταν εξαιρετικό. Η γνωστή έντονα αρωματική διάσταση του Μοσχοφίλερου μπορεί να είχε χαθεί, αλλά τα αρώματα που είχαν μείνει ήταν πολύπλοκά, ιδιαίτερα, διακριτά και διακριτικά. Στο στόμα, η φρεσκάδα, το ελαφρύ σώμα και η κοφτερή οξύτητα ήταν εκεί που τα είχαμε αφήσει το 1998…  

Όταν έφυγαν οι 25 MWs από την Ελλάδα, τους ζήτησα να μου στείλουν ένα Top Ten από τα 350 κρασιά που δοκίμασαν κατά την παραμονή τους. Δεν υπήρχε ούτε ένας MW που να μην είχε βάλει αυτό το γέρικο Μοσχοφίλερο μέσα στην αγαπημένη του δεκάδα.

Έτσι, την επόμενη φορά που θα βρεθείτε απέναντι σε μια φιάλη Ελληνικού λευκού κρασιού που δεν είναι από το 2015, αλλά από μια παλαιότερη εσοδεία, δώστε της μια ευκαιρία. Μπορεί να σας εκπλήξει ευχάριστα. Μην νιώθετε ότι κάνετε χάρη στην φιάλη. Μάλλον στον εαυτό σας θα την κάνετε.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ | ΤΗΣ ΘΑΛΕΙΑΣ ΚΑΡΤΑΛΗ | τεύχος 1

Δεν είναι δύσκολο να κάνεις τον Στέλλιο Μπουτάρη να μιλήσει για το κρασί. Το πάθος του γι’ αυτό που κάνει είναι εμφανές από τις πρώτες του κιόλας κουβέντες.

Μεγαλωμένος μέσα στην οικογενειακή δουλειά, την εταιρεία Ιωάννης Μπουτάρης & Υιός ΑΕ, που ξεκίνησε από τον προπάππου του Γιάννη, ήξερε ότι θα ασχοληθεί με το κρασί, επέλεξε όμως να σπουδάσει Μαθηματικά και Οικονομικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οινοποιός, λοιπόν, και όχι οινολόγος ή αμπελουργός, με όραμα να χτίσει κάποια στιγμή ένα «σούπερ» οινοποιείο για να ικανοποιήσει την κρυφή του αγάπη για την αρχιτεκτονική. Το πρώτο λιθαράκι έχει ήδη μπει, όπως μαρτυρούν οι πυρετώδεις εργασίες επέκτασης του οινοποιείου που διεξάγονται αυτή την εποχή στο Κτήμα Κυρ-Γιάννη, στη Νάουσα. Ο Στέλλιος εκπροσωπεί μαζί με τον αδελφό του Μιχάλη την πέμπτη γενιά μιας από τις παλαιότερες οικογένειες οινοποιών στην Ελλάδα. Βαριά η κληρονομιά, όμως ο ίδιος τη θεωρεί ευχή, αφού στο «κρασί θέλεις μια συνέχεια, μια δυνατότητα να κοιτάς πολύ στο μέλλον». Το κρασί το έμαθε στην Αγγλία, όταν παράλληλα με το Master του στο LSE απέκτησε και το Diploma του WSET, και από τότε μέχρι σήμερα κάθε μέρα μαθαίνει…

– Υπάρχει ένας ρομαντισμός γύρω από την εικόνα του οινοποιού ο οποίος έχει καλλιεργηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Πού σταματά, όμως, ο ρομαντισμός και πού αρχίζει η σκληρή πραγματικότητα;

Είναι μια δουλειά που δεν αποφέρει εύκολα χρήματα. Αργεί πολύ κανείς να βγάλει λεφτά από το κρασί.

Θέλει χρόνο, υπομονή,συνέχεια, συνέπεια και πολύ προσωπική εργασία.  Δεν είναι τυχαίο ότι ελάχιστες πολυεθνικές εταιρείες έχουν ασχοληθεί με το κρασί. Φυσικά και έχει ρομαντισμό, δεν θεωρώ ότι είμαστε επιχειρηματίες, βλέπουμε τους εαυτούς μας και ως καλλιτέχνες. Επιπλέον, σε παγκόσμιο επίπεδο πολλοί οινοποιοί έχουν μπεί πια στο star system, αυτοπροβάλλονται και ο κόσμος το θέλει αυτό, θέλει να γνωρίζει τον άνθρωπο πίσω από το κρασί.

 

– Το γεγονός ότι το κρασί έχει τη δυνατότητα να παλαιώνει, ότι ένας οινοποιός μπορεί να δοκιμάσει αυτό που έφτιαξε σήμερα μετά από 10 – 20 χρόνια δεν του δίνει μια άλλη αύρα;

Βέβαια, έχει μια αύρα ιδιαίτερη, κλείνει μέσα του και το παρελθόν, και το μέλλον… Το κρασί κρύβει μέσα και πολλή ματαιοδοξία. Όλοι οι οινοποιοί είμαστε ματαιόδοξοι. Έχεις το όνομά σου πάνω στο τραπέζι, δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι οινοποιοί βάζουν το όνομά τους στην ετικέτα.

– Πού τοποθετείς το ελληνικό κρασί στον παγκόσμιο οινικό χάρτη;

Είμαστε δυστυχώς πολύ πίσω ακόμη, αν και τα πέντε τελευταία χρόνια έχουν γίνει τεράστια βήματα. Αν το δούμε σε αριθμούς, αποτελούμε το 1% της παγκόσμιας παραγωγής και μόλις το 0,2% των παγκόσμιων εξαγωγών. Παρότι το κρασί πράγματι ξεκινά από τους αρχαίους χρόνους, εμείς δεν έχουμε καμιά παράδοση στο κρασί όπως είναι σήμερα.

Tι εννοείς ακριβώς;

Πριν από τη δεκαετία του ’60 υπήρχαν ελάχιστα εμφιαλωμένα κρασιά. Ο Μπουτάρης ήταν από τις πρώτες εταιρείες μαζί με την Αchaia Clauss, τον Καμπά, τον Τσάνταλη και τον Κουρτάκη.

Τη δεκαετία του ’60 υπήρχαν πέντε μεγάλες εταιρείες που ήλεγχαν το ελληνικό κρασί. Ο καταναλωτής ζητούσε brands – Καμπά, Δεμέστιχα, Lac de Roches, και οι εταιρείες αυτές αυτό κατάφεραν να δώσουν στο μοντέρνο καταναλωτή της εποχής,που διψούσε για καταναλωτικά brands. Ακολούθησε μια δεύτερη επανάσταση τη δεκαετία του ’90, όταν βγήκαν οι μικροί παραγωγοί, και θεωρώ ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα γίνει μία ακόμη επανάσταση που θα βασίζεται στον αμπελώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτήν τη στιγμή τα ελληνικά λευκά κρασιά είναι καλύτερα από τα ερυθρά και έχουν μεγαλύτερη επιτυχία στη διεθνή αγορά από τα κόκκινα. Τα λευκά βασίζονται περισσότερο στο οινοποιείο και λιγότερο στον αμπελώνα και γι’ αυτό είναι πιο εύκολο να γίνουν. Τα ερυθρά βασίζονται σε παλιούς καλούς αμπελώνες κι εκεί έχουμε ακόμη δρόμο μέχρι τα αμπέλια που φυτευτήκανε την προηγούμενη δεκαετία να γίνουν 30 ετών! Επιπλέον, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 τα φθηνά ελληνικά εστιατόρια που είχαν δημιουργηθεί στο εξωτερικό ζητούσαν φθηνό κρασί. Παρότι είχαμε πολλές εξαγωγές την εποχή εκείνη, δεν μπορέσαμε να μπούμε στις κύριες αγορές γιατί κινηθήκαμε μέσα από ένα δίκτυο «εθνικού Ελληνικού» χονδρεμπορίου. Κι επίσης, ας μη γελιόμαστε, δεν υπήρχε και η ποιότητα.

– Τι πιστεύεις ότι έχει αλλάξει σήμερα;

Έχουμε πια μια τρομερή εξωστρέφεια. Θεωρώ ότι η κρίση μάς έχει κάνει καλό. Ως οινοποιοί δείξαμε μια τρομακτική ωριμότητα, κοιτάξαμε προς τα έξω πολύ γρήγορα, φτιάξαμε καλύτερα κρασιά, βελτιώσαμε τις τιμές μας, δουλέψαμε μαζί κι έτσι το ελληνικό κρασί άρχισε να μπαίνει στη διεθνή αγορά. Η επόμενη πρόκληση είναι η μία παλέτα να γίνει δύο, τρεις… Είμαι αισιόδοξος ότι μέχρι το 2025 θα έχουμε διπλασιασμό των εξαγωγών μας, θα φθάσουν τα 140 εκατομμύρια από 70 που είναι σήμερα.

Eλληνικές ή ξένες ποικιλίες;

Αυτήν τη στιγμή οι εξαγωγές μας βασίζονται σε ελληνικές ποικιλίες και πιστεύω ότι αυτές θα τραβήξουν το άρμα. Δεν θα έλεγα ποτέ ότι δεν πρέπει να οινοποιούμε ξένες ποικιλίες, το Cabernet Sauvingon είναι ο βασιλιάς, όπως και να το κάνουμε. Εκείνο που χρειαζόμαστε όμως είναι αυτό που λέμε icon wine, ένα κρασί από ελληνική ποικιλία, που θα πουλιέται 200 ευρώ και θα έχει ζήτηση.

– Το ελληνικό κρασί συχνά κατηγορείται ότι είναι ακριβό. Ποια είναι η γνώμη σου;

Δεν θα έλεγα ότι είναι ακριβό. Λέω πάντα ότι στην Ελλάδα το φθηνό είναι ακριβό και το ακριβό φθηνό. Δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να έχουμε καλά φθηνά κρασιά, αν και με την κρίση έχουμε βελτιωθεί, βρίσκεις σήμερα καλά κρασιά στα 3 ευρώ. Υπάρχουν, όμως, και ελληνικά κρασιά που θα μπορούσαν να πωλούνται και 200 ευρώ. Τώρα έχουν αρχίσει να βγαίνουν κάποια ακριβά κρασιά ώστε να ανοίξει η ψαλίδα.

– Η κατανάλωση έχει μειωθεί στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης;

Δεν έχει μειωθεί, έχει αλλάξει. Ο κόσμος δεν βγαίνει όπως έβγαινε, αλλά συνεχίζει να πίνει κρασί στο σπίτι. Δεύτερον, η κατανάλωση έχει μετακινηθεί από την ταβέρνα, που σήμερα δυσκολεύεται λόγω κρίσης, στο all day bar. Αυτή η κατηγορία μαγαζιών έχει επενδύσει στο κρασί κι από εκεί που δεν είχες κανένα κρασί στο ποτήρι, τώρα έχεις τέσσερις με πέντε επιλογές. Γενικά, το κρασί έχει γίνει μόδα.

– Το βλέπουμε αυτό και από τα wine bars που έχουν ξεφυτρώσει στην πόλη. Υπάρχει, όμως, μέλλον ή είναι κι αυτό μια τάση που θα περάσει;

Πιστεύω ότι έχει μέλλον. Εντάξει, κατά την άποψή μου, λίγα είναι τα πραγματικά wine bars. Wine bar σημαίνει πολλά κρασιά με το ποτήρι, μεγάλη επιλογή, καλό σέρβις από προσωπικό με γνώσεις πάνω στο κρασί και σχετικά μικρή κουζίνα. Πολλά είναι στην πραγματικότητα εστιατόρια. Είναι όμως ένα πολύ καλό φαινόμενο, το οποίο έχει επεκταθεί και στην επαρχία και μας έχει βοηθήσει πολύ.

– Υπάρχει, πιστεύεις, οινική παιδεία στον καταναλωτή;

Οχι, ο Ελληνας καταναλωτής είναι ακόμη brand oriented. Θα πιει χύμα ή θα πιει κάποιο brand. Tώρα σιγά σιγά αρχίζει να αλλάζει, λίγο οι σχολές, λίγο οι γευστικές δοκιμές, τα social media, όλα βοηθούν στη βελτίωση της οινικής παιδείας. Βέβαια, τι εννοούμε «οινική παιδεία»; Εννοούμε να ταιριάξω το κρασί μου με αυτό που τρώω, να πιω ένα καλό κρασί την Κυριακή, να έχω μια γνώση γι’ αυτό που πίνω. Δεν μπορώ να ζητήσω από τον καταναλωτή να ξέρει τη διαφορά μεταξύ του Ξινόμαυρου της Νάουσας και εκείνου της Γουμένισσας. Είναι πολύ εξειδικευμένο. Αυτό που θέλει ο καταναλωτής είναι να πιει ένα νόστιμο κρασί, να ξέρει τι πίνει και να το ευχαριστιέται. 

H πιο δύσκολη στιγμή στο κτήμα;

Όταν αντίκρισα το κομμένο αμπέλι. Κάποιος με ένα τσεκούρι κατέστρεψε ένα ολόκληρο αμπέλι Chardonnay. Δεν μάθαμε ποτέ ποιος και γιατί.

Η πιο όμορφη στιγμή;

Όταν αγόρασα 80 στρέμματα χωράφι κολλητά στο κτήμα, από την κόρη του ιδιοκτήτη από τον οποίο είχε αγοράσει ο πατέρας μου το κτήμα το 1968. Και όταν φυτέψαμε το καινούργιο αμπέλι.

Αγαπημένη ετικέτα;

Οι Δύο Ελιές. Το πρώτο κρασί που έκανα χωρίς την έγκριση του πατέρα μου.

Ο ήρωάς σου στην πραγματική του ζωή;

Ο πατέρας μου.

Με ποιο φυσικό ταλέντο θα ήθελες να είσαι προικισμένος;

Θα ήθελα να μαγεύω όταν μιλάω, να είμαι καλός ομιλητής

Αγαπημένο motto;

«Το σπίτι όσο χωρείς, το χωράφι όσο θωρείς».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΝΑΟΥΣΑ | ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ | τεύχος 1

Δυναμισμό, φρέσκες ιδέες και όρεξη για δουλειά συναντήσαμε στα πρόσωπα της νέας γενιάς οινοποιών στο σύντομο ταξίδι μας στη Βόρεια Ελλάδα. Γνωρίσαμε από κοντά την dream team του Ξινόμαυρου και σας την παρουσιάζουμε.. 

ΚΤΗΜΑ ΚΑΡΥΔΑ

«Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει» είναι το σύνθημα πατέρα και υιού Καρυδά. Δικαιώνονται δε από τα εξαιρετικά κρασιά τους αλλά και την εκρηκτική χημεία που έχουν μεταξύ τους, καθώς είναι πραγματικά απόλαυση να τους βλέπει κανείς να συνομιλούν. Εκφραστικοί και οι δύο, αστειεύονται, πειράζουν ο ένας τον άλλο, και στα μάτια αλλά και στα λόγια τους βλέπεις την αγάπη για τον τόπο και το κρασί τους. Ο αμπελώνας Καρυδά είναι σαν να έχει ξεπηδήσει από πίνακα ζωγραφικής, σε σημείο που να θεωρείται αξιοθέατο των επισκεπτών της περιοχής.

«Η διαφωνία φέρνει καλύτερα αποτελέσματα σε όλα», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο πατέρας Κωνσταντίνος Καρυδάς, ένας από τους πρώτους Έλληνες χιονοδρόμους, ο οποίος έλαβε μέρος σε δύο Ολυμπιακές αποστολές χιονοδρομίας, το 1964 και το 1968, ενώ ο γιος του Πέτρος συμπληρώνει γελώντας: «Τελικά, εμείς σε όλα τα βρίσκουμε και σε όλα διαφωνούμε». Είναι σίγουρο, πάντως, ότι έχουν βρει τη μαγική συνταγή για το κρασί τους . Πολυτεχνίτης ο μπαμπάς, άρχισε να ασχολείται με τα αμπέλια το 1979, ενώ το ’90 ξεκίνησε η οινοποίηση και εμφιάλωση. Ο Πέτρος, γραφίστας, λέει ότι ποτέ δεν φαντάστηκε ότι θα ασχοληθεί με το κρασί, αλλά η ζωή τα άλλαξε όλα και τώρα όχι μόνο ασχολείται, αλλά έχει και το μεγάλο κομμάτι της ευθύνης, με μια μικρή αλλά σημαντική βοήθεια από οινολόγο. Με μόνο δύο ετικέτες, 12.500 χιλιάδες φιάλες το Κτήμα Καρυδά και 700 μόνο το Συλλεκτικό Κτήμα Καρυδά, παντρεύουν παλιές και νέες μεθόδους οινοποίησης και επικεντρώνουν τις δυνάμεις τους στο να κρατήσουν ψηλά τον πήχυ της ποιότητας, που είναι και το δυσκολότερο κομμάτι, όπως λέει ο Πέτρος. Η κρίση τους έχει επηρεάσει. Ωστόσο, όπως λένε χαρακτηριστικά, «στο εξωτερικό καλύτερα δεν γίνεται να πάμε». Δεκαπέντε χρόνια δραστηριοποιούνται με επιτυχία στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών. Κτήμα Καρυδά βρίσκεις σε 28 πολιτείες, από τη Χαβάη έως τη Νέα Υόρκη και από τη Φλόριντα έως το Σιάτλ.

ΚΤΗΜΑ ΦΟΥΝΤΗ

Στο Κτήμα Φουντή δεν έχει κανείς αμφιβολία για τη δυναμική παρουσία της νέας γενιάς. Οση ώρα συζητάμε με τον Νίκο Φουντή και την κόρη του Γεωργία, μπαινοβγαίνουν γαμπροί και κόρες, όλοι αναπόσπαστο κομμάτι του κτήματος. «Οι γαμπροί μου με εκτιμούν περισσότερο από τις κόρες μου», μας λέει χαριτολογώντας ο κ. Φουντής, ο οποίος ξεκίνησε το οινοποιείο το 1992 αρχικά ως χόμπι, αφού η βασική του ενασχόληση ήταν μέχρι τότε η καλλιέργεια ροδάκινου και μήλου. Έκτοτε το κτήμα, το οποίο παράγει κυρίως Ξινόμαυρο, μεγάλωσε, τα κτήματα μετατράπηκαν σε αμπέλια, η παραγωγή από τις 2.500 φιάλες έφτασε τις 80.000 και εξελίχθηκε σε μια προσοδοφόρο οικογενειακή επιχείρηση. Η κόρη του Γεωργία ξεκίνησε να δουλεύει στο κτήμα το 2003 και, έχοντας σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων, ασχολείται σήμερα πιο πολύ με το οικονομικό κομμάτι. Διαφορές μεταξύ τους δεν υπάρχουν, αφού όλοι συμφωνούν ότι η οινοποίηση είναι μία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το Ξινόμαυρο. «Η φιλοσοφία του οινοποιείου, την οποία συνεχίζουμε κι εμείς, είναι ότι το Ξινόμαυρο προορίζεται για παλαίωση, οπότε ακολουθούμε την κλασική μέθοδο οινοποίησης», υποστηρίζει η Γεωργία. Τόσο η Νάουσα όσο και το Κτήμα Φουντή είναι κρασιά που προορίζονται για παλαίωση, γεγονός που έχει εκτιμηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια και στη διεθνή αγορά. «Αυτήν τη στιγμή έχουμε κρασί του ’96 το οποίο έχει άλλα έξι-επτά χρόνια περιθώριο τουλάχιστον», τονίζει ο κ. Φουντής. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού, υπό την καθοδήγηση του οινολόγου του κτήματος και ανιψιού του κ. Φουντή, Δημήτρη Ζιάννη, ο οποίος σπούδασε Οινολογία στη Γαλλία. Στόχος της Γεωργίας είναι να φυτευτούν κι άλλα αμπέλια, χωρίς ωστόσο να χαθεί ο έλεγχος, να μην ξεφύγουν σε ποσότητα εις βάρος της ποιότητας. «Αν δεν έχεις καλή πρώτη ύλη, όσο καλά μηχανήματα, όσο καλό οινολόγο κι αν έχεις, το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι ποιοτικό», συμφωνεί ο πατέρας της.

ΚΤΗΜΑ ΔΑΛΑΜΑΡΑ

Λίγο πριν κλείσει τα 30, ο Κωστής Δαλαμάρας έχει ήδη από το 2011 αναλάβει τα ηνία του Κτήματος Δαλαμάρα από τον πατέρα του. Έκτακτες συνθήκες εμπόδισαν τον Γιάννη Δαλαμάρα να παρευρεθεί στη συζήτησή μας, η απάντηση όμως στο ερώτημά μας για το ποια είναι η σχέση μεταξύ των δύο γενεών είναι απολύτως ξεκάθαρη. Έχει παραχωρήσει πλήρως την ευθύνη στον γιο του και ο ίδιος ασχολείται πια αποκλειστικά με το αμπέλι. Με σπουδές Οινολογίας και Αμπελουργίας στην Beaune της Βουργουνδίας, ο Κωστής συνεχίζει μια παράδοση 150 ετών, αφού το κτήμα ξεκίνησε το 1840, παίρνοντας τη σημερινή του μορφή το 1990. Με την επιστροφή του Κωστή από τη Γαλλία, άρχισε η εφαρμογή νέων τεχνικών οινοποίησης και δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στο αμπέλι και κυρίως στον τρύγο. «Όποιος έρχεται να κάνει εδώ τρύγο δεινοπαθεί», μας λέει γελώντας. Στόχος του είναι η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου οικοσυστήματος στο κτήμα και η πλήρης κατάργηση των σκευασμάτων, ακόμη και των βιολογικών. Επηρεασμένος από το κίνημα για την παραγωγή φυσικών οίνων, που γνώρισε από κοντά στην Αλσατία και την Καταλονία της Ισπανίας, ο Κωστής Δαλαμάρας είναι αποφασισμένος να συνεχίσει να δίνει έμφαση στην παραγωγή ποιοτικών κρασιών, «κρασιών που ικανοποιούν πρώτα εμάς, όχι τις αγορές». Το Ξινόμαυρο είναι η βασική ποικιλία του κτήματος, με τον «Παλιοκαλιά» να αποτελεί τη ναυαρχίδα ανάμεσα στις ετικέτες που παράγονται. Φιλοδοξεί να φθάσει στις 50.000 φιάλες ετησίως από τις 30.000 που παράγονται σήμερα, αλλά όχι παραπάνω, καθώς αυτό θα είχε επιπτώσεις στην ποιότητα. Ως νέος άνθρωπος, όμως, έχει ήδη απογοητευθεί από την πολιτεία, που όχι μόνο δεν στηρίζει, αλλά δημιουργεί επιπλέον δυσκολίες στους οινοπαραγωγούς με αποφάσεις όπως η πρόσφατη για τη θέσπιση φόρου, η εφαρμογή της οποίας αποτελεί «μνημείο ανικανότητας», όπως χαρακτηριστικά λέει.

 

ΚΤΗΜΑ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ

Η ομορφιά και ο δυναμισμός της Νανάς Χρυσοχόου μάς άφησαν άναυδες, αφού με τεράστια ευκολία -ή τουλάχιστον έτσι έδειχνε- τα έβγαζε πέρα με ένα μωρό δύο μηνών, έκανε μετρήσεις για θειώδη και μιλούσε σε δύο ενοχλητικές δημοσιογράφους από την Αθήνα.

Το 1977 ο Κείμης Χρυσοχόου παντρεύεται την Μπέττυ και ξεκινούν μαζί την ιστορία του Κτήματος Χρυσοχόου. Την παράδοση και το μεράκι των γονιών συνεχίζουν σήμερα τα τρία παιδιά: η Κατερίνα, που σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων, η Νανά, απόφοιτος ΤΕΙ Λογιστικής και σχολής Αμπελουργίας και Οινολογίας (Ιταλία), καιο Γιάννης που εργάζεται σε διάφορα τμήματα του κτήματος . Το οινοποιείο είναι χτισμένο σε απόλυτο παραδοσιακό στυλ. Κάνοντας μια μικρή ξενάγηση στους χώρους του, συναντάμε την αίθουσα παραγωγής και εμφιάλωσης των παραγόμενων οίνων,συνεχίζουμε σε μια ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα γευσιγνωσίας κρασιού και καταλήγουμε σε μια εξαιρετική συλλογή της οικογένειας από αντικείμενα σχετικά με το κρασί, όπως καράφες, ανοιχτήρια, ποτήρια κ.τ.λ.Σ’ έναν κλειστό και ελάχιστα φωτισμένο χώρο διατηρούνται φιάλες οίνου που παράχθηκαν από το 1960 κι έπειτα και αποτελούν κειμήλια της εταιρείας, ενώ από τις εγκαταστάσεις του οινοποιείου δεν θα μπορούσε να λείπει το «ΚΕΛΑΡΙ», ένας ολοκαίνουργιος χώρος που συνδυάζει τη μαγεία της πέτρας μ’ αυτήν του ξύλου. Η Νανά Χρυσοχόου, μεταξύ άλλων, είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τον τομέα παραγωγής και οινοποίησης, το λογιστήριο και τις συμφωνίες με τους πελάτες.

«Οι γονείς μου δεν παρεμβαίνουν ποτέ στις δικές μου αρμοδιότητες, έχουν παραδώσει τα ηνία και ο ρόλος τους είναι πλέον συμβουλευτικός. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά, καθώς τα πράγματα έχουν αλλάξει τόσο πολύ στην οινοποίηση, που δεν έχουν πλέον την απαραίτητη γνώση. Η πείρα τους, όμως, είναι πολύτιμη και φαίνεται όταν δοκιμάζουμε ένα καινούργιο κρασί».

Το μέλλον όμως πιο είναι;«Παραφέραμε ξένες ποικιλίες», λέει η Νανά Χρυσοχόου. «Καλύτερα τώρα να δώσουμε έμφαση στις γηγενείς». Τα πράγματα δεν είναι εύκολα με την κρίση στην Ελλάδα, αλλά υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από το εξωτερικό, όπου και εξάγουν το 20% της παραγωγής τους. Γερμανία, Ηνωμένες Πολιτείες, Κίνα, Βέλγιο, Αγγλία, Πολωνία Κύπρος, Λουξεμβούργο απολαμβάνουν κρασί από τη Νάουσα, με την υπογραφή του Κτήματος Χρυσοχόου.

ΚΤΗΜΑ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ

Φυσούσε πολύ. Μια καρυδιά έπεσε και αποκαλύφθηκε η ιστορική Σχολή του Αριστοτέλη στη Νάουσα, όπου ο Μέγας Αλέξανδρος μαθήτευσε για περίπου δύο χρόνια, μεταξύ 343 και 340 π.Χ. Το κτήμα ανήκε στην οικογένεια Διαμαντάκου και με τα χρήματα της αποζημίωσης αγοράστηκαν τα αμπέλια που τώρα δίνουν δύο εξαιρετικά κρασιά, τη Νάουσα -από τη γνωστή ξινόμαυρη ποικιλία- αλλά και το λευκό Πρεκνάδι – από το «πρεκνιάρης», που σημαίνει «φακιδιάρης», από τα μαύρα στίγματα που έχει η ρώγα.

Το Πρεκνάδι δίνει κρασιά έντονα αρωματικά, μικρής έως μέσης οξύτητας και υψηλού αλκοολικού τίτλου, ενώ το εμφιαλώνουν ως μονοποικιλιακό, καθώς τα χαρακτηριστικά του είναι πολύ ιδιαίτερα. Το Οινοποιείο του Κτήματος Διαμαντάκου βρίσκεται στην καρδιά του αμπελώνα. Περιλαμβάνει χώρους παραγωγής, εμφιάλωσης και φύλαξης των οίνων, εξοπλισμένους με σύγχρονα τεχνολογικά μηχανήματα.Ο Γιώργος Διαμαντάκος -ο οποίος σπούδασε Οινολογία και έκανε μεταπτυχιακό στην αμπελουργία- μας μιλάει με πάθος για τη δουλειά του αλλά και για τη σχέση με τον πατέρα του.

«Στην αρχή υπήρχε ένταση με τον πατέρα μου, καθώς οι αλλαγές της νέας γενιάς πάντα προκαλούν τριβές – κάτι θα κάνω, κάτι θα πει. Οι παλιοί σαν να θέλουν να κουράζονται. Δουλεύουν πολύ και όχι έξυπνα, επίσης φόρτωναν πολύ το αμπέλι». Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει στο Κτήμα Διαμαντάκου, το οποίο διαθέτει και αποστακτήριο τσίπουρου. Έμφαση δίνεται στο αμπέλι, το οποίο αφήνουν να δουλεύει χαμηλά, μειώνοντας τη στρεμματική απόδοση, ενώ ο τρύγος γίνεται με βάση την ωριμότητα στο κουκούτσι και χρησιμοποιούνται μοντέρνες μέθοδοι οινοποίησης.

«Στόχος μας είναι να βγάζουμε εξαιρετικά κρασιά. Εμείς θέλουμε να μιλάει η γη, το αμπέλι. Κάθε χρονιά είναι διαφορετική και αυτό είναι το ωραίο, μετά ας βάλει ο καθένας το χαρακτήρα του με δεξαμενές και εκχυλίσεις», λέει ο Γιώργος, που αυτή την περίοδο ανακαινίζει το οινοποιείο. Τα επόμενα χρόνια δεν θέλουν να αυξήσουν την παραγωγή, αλλά να ανεβάσουν την ποιότητα και, γιατί όχι, να φύγει ένα κρασί με την υπογραφή τους που να φθάνει τα 30 ή 40 ευρώ, όπως τα ιταλικά.

ΚΤΗΜΑ ΧΑΤΖΗΒΑΡΥΤΗ

Το μήλο κάτω από τη μηλιά… Στην περίπτωση της Χλόης Χατζηβαρύτη τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Η αγάπη του πατέρα της, Βαγγέλη, για το κρασί δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει στην επόμενη γενιά. Με σπουδές Γεωπονίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και μεταπτυχιακά στην Οινολογία και την Αμπελουργία, η 27χρονη Χλόη ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο -αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στο Marlborough της Νέας Ζηλανδίας για τον τρύγο- συλλέγοντας εμπειρίες και γνώση, προτού αποφασίσει να εγκατασταθεί μόνιμα στον οικογενειακό αμπελώνα, στη Γουμένισσα του Κιλκίς. Επιθυμία της είναι να ταξιδέψει στις μεγαλύτερες οινοπαραγωγούς περιοχές του κόσμου, να μελετήσει τα διαφορετικά στυλ κρασιού, τα terroir, τις τεχνικές οινοποίησης, να καταλάβει ποιος είναι ο ανταγωνισμός. Όμως στο μυαλό της βρίσκεται ήδη διαμορφωμένος ο στόχος της για το κτήμα. Για τη Χλόη η βιοδυναμική καλλιέργεια είναι μονόδρομος και αποτελεί για την ίδια τη μεγαλύτερη πρόκληση για το μέλλον. «Πρέπει να υιοθετούμε πρακτικές που βοηθούν την καλλιέργεια, δεν επιτίθενται σε αυτήν», υποστηρίζει.

«Πρέπει να πείσουμε την προηγούμενη γενιά ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει ως προς την αντιμετώπιση των καλλιεργειών». Ο αμπελώνας του κτήματος, ο οποίος σήμερα αποτελείται από 120 στρέμματα, ήταν εξαρχής βιολογικός, αφού και ο Βαγγέλης Χατζηβαρύτης έδωσε από την πρώτη στιγμή έμφαση στην ποιότητα του σταφυλιού, τη γονιμότητα του εδάφους και την προστασία του περιβάλλοντος. Ο πατέρας της την εμπιστεύεται, στηρίζει πολύ την επιθυμία της να ταξιδέψει, είναι ανοικτός στις αλλαγές. Η ιδέα της βιοδυναμικής καλλιέργειας τον βρίσκει σύμφωνο, ο ίδιος όμως θεωρεί ότι θα πρέπει να γίνει σιγά σιγά. Οι προκλήσεις της νέας γενιάς οινοποιών; Είναι πολλές, καθώς είναι αναγκασμένη να κινηθεί μέσα σε ένα οικονομικά δύσκολο περιβάλλον. «Το ελληνικό κρασί πρέπει να αποκτήσει εξωστρέφεια». Στη Γαλλία, όπου σπούδαζε, το ελληνικό κρασί ήταν ο μεγάλος απών, ενώ συχνά αντιμετώπιζε και την ειρωνική στάση των Γάλλων. «Καλά, εσείς βγάζετε ρετσίνα, γιατί θέλεις να γίνεις οινολόγος;» Σε ένα πράγμα πάντως η Χλόη συμφωνεί απόλυτα με τον πατέρα της, ότι το μέλλον του ελληνικού κρασιού βρίσκεται στις γηγενείς ποικιλίες. Το Κτήμα Χατζηβαρύτη εστιάζει την προσοχή του στις ελληνικές ποικιλίες Ξινόμαυρο, Νεγκόσκα, Ροδίτη και Ασύρτικο.

Θάλεια Καρτάλη – Πηνελόπη Κατσάτου